Αγγλικός όρος
chronic bronchitis
Ορισμός
Βρογχίτιδα που χαρακτηρίζεται από την αυξημένη έκκριση βλέννης από το τραχειοβρογχικό δέντρο. Για να τεθεί η
διάγνωση της χρόνιας βρογχίτιδας, θα πρέπει να υπάρχει παραγωγικός βήχας για τουλάχιστον 3 μήνες το χρόνο και για δύο συνεχόμενα χρόνια, ενώ θα
πρέπει να αποκλειστούν άλλες βρογχοπνευμονικές παθήσεις (π.χ. βρογχεκτασία, φυματίωση, όγκος).
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ: Ο χρόνιος ερεθισμός από
εισπνεόμενες ερεθιστικές ουσίες (ειδικά νικοτίνη) και οι υποτροπιάζουσες λοιμώξεις αποτελούν τους πρωτεύοντες παράγοντες. Η χρόνια βρογχίτιδα είναι 4-10
φορές πιο συχνή στους βαρείς καπνιστές. Ο καπνός του τσιγάρου παρεμποδίζει την κίνηση των κροσσών και αναστέλλει την δραστικότητα των
λευκοκυττάρων στους βρόγχους και τις κυψελίδες. Οι κύριες παθολογικές αλλαγές είναι η υπερτροφία και η υπερπλασία των βλεννοπαραγωγών αδένων των
μεγάλων και μικρών αεροφόρων οδών. Μερικοί ασθενείς επίσης έχουν υπεραντιδραστικές αεροφόρες οδούς. Οι αλλαγές του αναπνευστικού επιθηλίου
μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο για καρκίνο του πνεύμονα.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Αν και η νόσος ξεκινά νωρίτερα, τα σημεία και τα συμπτώματα μπορεί
να μην εμφανιστούν πριν ο ασθενής φθάσει στην ηλικία των 40-50 ετών. Ο χρόνιος παραγωγικός βήχας με παραγωγή άφθονων πτυέλων εμφανίζεται νωρίς
και οι ασθενείς έχουν συχνά προβλήματα, τα οποία συχνά αποτελούν συνέπεια οξειών βρογχοπνευμονικών λοιμώξεων. Η δύσπνοια γενικά είναι μέτρια και
εμφανίζεται σχετικά αργά κατά την πορεία της νόσου. Με το χρόνο αναπτύσσεται δεξιά καρδιακή ανεπάρκεια (πνευμονική καρδιά), η οποία χαρακτηρίζεται
από οίδημα, διάταση των τραχηλικών φλεβών, πνευμονική υπέρταση και υπερτροφία της δεξιάς κοιλίας.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Για την αποτροπή του
βρογχόσπασμου, τη βελτίωση της ροής του αέρα και την απομάκρυνση των εκκρίσεων, χορηγούνται βρογχοδιασταλτικά, εισπνεόμενα στεροειδή και άλλα
φάρμακα. Για την αποβολή των εκκρίσεων μπορεί να χρειαστεί αυξημένη λήψη υγρών (περίπου 3 λίτρα την μέρα). Οι οξείες αναπνευστικές λοιμώξεις
θεραπεύονται με αντιβιοτικά, όπως μεταξύ άλλων με αμοξικιλλίνη/κλαβουλανικό οξύ ή τριμεθοπρίμη/σουλφαμεθοξαζόλη. Οι ασθενείς με υποκείμενη χρόνια
βρογχίτιδα θα πρέπει να εμβολιάζονται ενάντια στον πνευμονιόκοκκο και στον ιό της γρίπης. Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία είναι συμπτωματική. Η διακοπή του
καπνίσματος αποτελεί σημαντικό τμήμα της συνολικής θεραπείας. Συχνά χρειάζεται οξυγονοθεραπεία.
ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΑΣΘΕΝΟΥΣ: Λαμβάνεται
ιστορικό σχετικά με το κάπνισμα, την ύπαρξη άλλων γνωστών αναπνευστικών ερεθιστικών ουσιών και αλλεργιογόνων, τον βαθμό της δύσπνοιας, τη χρήση
βοηθητικών μυών για την αναπνοή, την ύπαρξη συριγμού ή ρόγχων, το χρώμα και τα χαρακτηριστικά των πτυέλων, τη διατροφική κατάσταση και την επίδραση
της νόσου στην επιθυμητή δραστηριότητα του ασθενούς. Οι ασθενείς που καπνίζουν παραπέμπονται σε ένα πρόγραμμα διακοπής του καπνίσματος. Η
ακρόαση των πνευμόνων του ασθενούς γίνεται πριν και μετά την εισπνοή των εκνεφωμάτων, ώστε να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα των
βρογχοδιασταλτικών. Ο ασθενής/ η οικογένειά του χρειάζονται συνεχή εκπαίδευση και ψυχολογική υποστήριξη, ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει αυτή την
χρόνια νόσο. Διδάσκεται η απλή παθοφυσιολογία της νόσου και χρησιμοποιείται ως βάση για την παροχή επεξηγήσεων σχετικά με τις διαγνωστικές δοκιμασίες
(π.χ. πνευμονικές λειτουργικές δοκιμασίες) και με όλες τις παρεμβάσεις, ώστε να αυξηθεί η συνεργασία του ασθενούς στο πολύπλοκο θεραπευτικό σχήμα. Το
γραπτό υλικό συνήθως ενισχύει τις προφορικές οδηγίες. Οι ασθενείς και οι οικογένειές τους διδάσκονται πώς να διασφαλίζουν και να καταγράφουν την επαρκή λήψη υγρών (περίπου 3 λίτρα/ημέρα, εκτός και αν έχουν δοθεί άλλες εντολές), ώστε να ρευστοποιούν τις εκκρίσεις, πώς να προγραμματίζουν μικρά και συχνά γεύματα, με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, ώστε να καταπολεμήσουν την ανορεξία και την απώλεια βάρους, πώς να χρησιμοποιούν την αναπνοή με ζαρωμένα χείλη και τον ελεγχόμενο βήχα, ώστε να αυξήσουν τη ροή του αέρα, αποτρέποντας την κόπωση από τον σπασμωδικό βήχα, πώς να προσέχουν συχνά την υγιεινή του στόματος, ώστε να ελαχιστοποιήσουν την ανορεξία και τον κίνδυνο λοίμωξης και πως να διατηρούν την μυϊκή ισχύ, συνεχίζοντας την σωματική άσκηση, αλλά με προγραμματισμό, ώστε να αποφύγουν την κόπωση. Διδάσκονται επίσης να παρακολουθούν και να αναφέρουν σημεία πιθανής καρδιακής ανεπάρκειας (οίδημα, ρόγχους ή αύξηση του βάρους πάνω από 1 κιλό την ημέρα) ή οξείας αναπνευστικής λοίμωξης (π.χ. επιδεινούμενη δύσπνοια και αλλαγές των χαρακτηριστικών των πτυέλων, όπως το χρώμα και η ποσότητα). Καθώς εξελίσσεται η νόσος, παρέχεται βοήθεια στην οικογένεια να λάβει αποφάσεις σχετικά με την αλλαγή των συνηθειών, ώστε να αντιμετωπιστούν με τον καλύτερο τρόπο οι ατομικές ανάγκες.
Ο γιατρός χορηγεί βρογχοδιασταλτικά και θεραπεία με υδρατμούς, όπως αυτό υπαγορεύεται από την ύπαρξη δύσπνοιας ή κατακράτησης εκκρίσεων στις αεροφόρους οδούς. Η αναπνευστική φυσιοθεραπεία μπορεί να αποβεί χρήσιμη, όταν ο ασθενής δεν μπορεί να αποβάλλει τις εκκρίσεις με τον βήχα. Ο ασθενής με οξεία βρογχίτιδα μπορεί να χρειαστεί παροδική οξυγονοθεραπεία, αν διαπιστωθεί ότι η οξυγόνωση δεν είναι επαρκής.
Κύριος όρος
bronchitis