Ομάδα 7 συμπτωμάτων μαζί, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μεγιστοποίηση του εντοπισμού της COVID-19 στην κοινότητα, σύμφωνα με έρευνα του Imperial College που δημοσιεύτηκε στο PLOS Medicine.

Στη νέα έρευνα, αποκτήθηκαν δείγματα από τη μύτη και το φάρυγγα με έγκυρα αποτελέσματα PCR test από 1.147.345 εθελοντές στη Βρετανία, ηλικίας 5 ετών και άνω. Τα στοιχεία συλλέχτηκαν σε 8 γύρους εξέτασης που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Ιουνίου 2020 και Ιανουαρίου 2021. Ρωτήθηκαν οι εθελοντές για τα συμπτώματα που είχαν την εβδομάδα πριν το τεστ.

Αναπτύχθηκε μοντέλο με βάση τα στοιχεία των γύρων 2 έως 7, με 7 συμπτώματα να έχουν επιλεγεί ως προγνωστικά της θετικότητας των PCR: Απώλεια ή αλλαγή όσφρησης, απώλεια ή αλλαγή γεύσης, πυρετός, νέος επίμονος βήχας, ρίγη, απώλεια όρεξης και μυϊκοί πόνοι.

Tα πρώτα 4 από αυτά τα συμπτώματα ήδη χρησιμοποιούνται στη Βρετανία για να καθοριστεί η επιλεξιμότητα για το PCR testing στην κοινότητα.

Aνθρωποι που εμφανίζουν και τα επτά αυτά συμπτώματα έχουν πιθανότητα πάνω από 75% να έχουν μολυνθεί από τον κορωνοϊό.

H εξέταση της κοινότητας με τουλάχιστον 1 από τα 7 συμπτώματα έδωσε ευαισθησία, ακρίβεια και προγνωστικές τιμές θετικότητας της τάξης του 74%, 64%, και 9.7%, αντίστοιχα.

Το μοντέλο υπέδειξε ότι η χρήση των 7 συμπτωμάτων θα οδηγούσε στο να είναι το 30% έως 40% επιλέξιμοι για τεστ (έναντι 10% τώρα) και αν όλοι αυτοί ελέγχονταν θα οδηγούμασταν στον εντοπισμό 70% έως 75% θετικών περιστατικών.

Tα ευρήματα υποδεικνύουν ότι πολλοί με COVID-19 δεν ελέγχονται, επειδή τα συμπτώματά τους δεν ταιριάζουν με αυτά που χρησιμοποιούνται στις οδηγίες δημόσιας υγείας που συμβάλλουν στον εντοπισμό των ανθρώπων με λοίμωξη.

Πηγές:
PLOS Medicine.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Αυστραλία: απότομη αύξηση των κρουσμάτων ευλογιάς των πιθήκων
ΕΜΑ: Συστήνει αναστολή φαρμάκου για τη δρεπανοκυτταρική νόσο
Μπορεί η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή να αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακών ελαττωμάτων στα παιδιά;