Ασφαλής, ανώδυνη και με εξαιρετικά αποτελέσματα, είναι η εξελιγμένη επέμβαση καταρράκτη που πραγματοποιείται πλέον με μικροτομή μόλις 1,8 χιλιοστών.
Τα αποτελέσματα από την εφαρμογή της τεχνολογίας των μικροτομών παρουσιάστηκαν στο Διεθνές Συνέδριο της Αmerican Society of Cataract and Refractive Surgery (ASCRS), πριν από μερικές ημέρες.
«Τα οφέλη για τους ασθενείς, από την τεχνολογική εξέλιξη των μηχανημάτων φακοθρυψίας είναι πολλαπλά και άμεσα», τόνισε ο χειρουργός οφθαλμίατρος Δρ. Γιάννης Μάλλιας, που παρακολούθησε το συνέδριο στη Βοστώνη των Η.Π.Α.
Αξίζει να τονιστεί ότι μέχρι πρόσφατα η συνήθης τομή για την αφαίρεση του καταρράκτη ήταν στα 2,75 ή 3 χιλιοστά και τώρα γίνεται σχεδόν στη μισή.
Συγκεκριμένα, όπως ανέφερε ο Δρ. Μάλλιας, η επέμβαση καταρράκτη με μικροτομές πραγματοποιείται με αναισθητικές σταγόνες και μέθη, είναι ασφαλής, ανώδυνη, γρήγορη, εξαιρετικά ακριβής και τα βασικά οφέλη για τους ασθενείς είναι:
- Ταχύτατη αποκατάσταση της όρασης
- Γρηγορότερη επούλωση της τομής με λιγότερες μετεγχειρητικές ενοχλήσεις
- Μικρότερος μετεγχειρητικός αστιγματισμός
- Μείωση της πιθανότητας για μόλυνση
- Επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες μέσα σε διάστημα λίγων ημερών
Αφαίρεση καταρράκτη
Σύμφωνα με τους χειρουργούς οφθαλμίατρους, δυστυχώς ακόμη και σήμερα σε αρκετούς ασθενείς επικρατεί η άποψη, ότι πρέπει ο καταρράκτης να ωριμάσει για να γίνει η επέμβαση.
« Είναι σκόπιμο ο καταρράκτης να χειρουργείται έγκαιρα, γιατί η επέμβαση γίνεται με τη μέθοδο της φακοθρυψίας κατά την οποία θρυμματίζεται ο καταρράκτης και δεν χρειάζεται να ωριμάσει όπως έλεγαν παλιά», διευκρίνισε ο Δρ. Μάλλιας και συμπλήρωσε:
«Όταν ο καταρράκτης παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι να γίνει η επέμβαση, τότε σκληραίνει και απαιτείται μεγαλύτερη ένταση στον υπέρηχο για να θρυμματιστεί, με το αποτέλεσμα να ταλαιπωρείται ο υπερκείμενος κερατοειδής χιτώνας από το ακουστικό κύμα των υπερήχων και να εμφανίζεται οίδημα του κερατοειδούς. Το οίδημα του κερατοειδούς προκαλεί θαμπάδα τις πρώτες μετεγχειρητικές μέρες και μετά σταδιακά υποχωρεί. Γενικά όμως, ο παραμελημένος καταρράκτης κάνει την επέμβαση πιο εργώδη και αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών».
Για την ολοκλήρωση μιας επιτυχημένης επέμβασης καταρράκτη σημαντικό ρόλο παίζει και ο τύπος του ενδοφακού ο οποίος θα εμφυτευθεί στο μάτι. Με την εξέλιξη της τεχνολογίας υπάρχουν ενδοφακοί οι οποίοι φιλτράρουν την υπεριώδη ακτινοβολία και με τον τρόπο αυτό προστατεύουν τον ασθενή από μία σχετικά συχνή πάθηση που ονομάζεται ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας.
Επίσης σε ασθενείς με αστιγματισμό υπάρχουν τορικοί ενδοφακοί, οι οποίοι διορθώνουν τον αστιγματισμό, καθώς επίσης και την προϋπάρχουσα μυωπία ή υπερμετρωπία και με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζουν καλή όραση στους ασθενείς χωρίς τη χρήση διορθωτικών γυαλιών. Μπορούν να εμφυτευθούν και πολυεστιακοί ενδοφακοί οι οποίοι διορθώνουν και την πρεσβυωπία μετά από προσεκτική επιλογή του υποψηφίου ασθενούς από τον θεράποντα οφθαλμίατρο.
Συνηθισμένη πάθηση ο καταρράκτης
Σύμφωνα με τους οφθαλμίατρους, ο καταρράκτης είναι μία συνηθισμένη πάθηση των ματιών, η οποία συνίσταται στη θόλωση του κρυσταλλοειδούς φακού του οφθαλμού. Πιο συγκεκριμένα είναι ένα φυσικό αποτέλεσμα γήρανσης.
Συνήθως εμφανίζεται μετά την 6η δεκαετία και η συχνότητά του αυξάνει στην 7η και 8η δεκαετία της ζωής. Σπανιότερα μπορεί να παρατηρηθεί σε νεαρούς ενήλικες ή ακόμη και σε παιδιά. Η εμφάνιση και η εξέλιξή του διαφέρει από ασθενή σε ασθενή. Μπορεί να περάσουν μήνες ή και χρόνια μέχρι ο καταρράκτης να φθάσει σε σημείο που να επηρεάσει σημαντικά την όραση. Σπανιότερα μπορεί να αναπτυχθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά από τραυματισμό, σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ή άλλα μεταβολικά νοσήματα. Τα συμπτώματα του καταρράκτη διαφέρουν από ασθενή σε ασθενή. Τα συνήθη είναι:
- Προοδευτική μείωση της όρασης
- Εξασθένιση στην αντίληψη των χρωμάτων
- Θαμπάδα ή μείωση της ευαισθησίας των αντιθέσεων σε φωτεινό περιβάλλον
- Εμφάνιση ή αύξηση προϋπάρχουσας μυωπίας.
- Αντανακλάσεις γύρω από ορισμένα αντικείμενα (όπως ακτίνες γύρω από τα φώτα των αυτοκινήτων κατά τη βραδινή οδήγηση).
«Δεν υπάρχει φαρμακευτική θεραπεία που να θεραπεύει ή να προλαμβάνει τον καταρράκτη. Η μόνη θεραπεία του είναι η χειρουργική αφαίρεση», αναφέρει ο χειρουργός οφθαλμίατρος Δρ. Μάλλιας, και καταλήγει «Πριν από την εγχείρηση, για να έχουμε άριστο αποτέλεσμα, είναι απαραίτητη η ειδική μελέτη του ασθενούς με ειδικές εξετάσεις όπως ο υπολογισμός της δύναμης και του τύπου του ενδοφακού, η καταγραφή των διαθλαστικών εκτροπών, η τοπογραφία κερατοειδούς, η μέτρηση των ενδοθηλιακών κυττάρων του κερατοειδούς, η μελέτη της σκληρότητας του καταρράκτη και ο έλεγχος του οπτικού νεύρου και της ωχράς κηλίδας».
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Περιεμμηνόπαυση: Ερωτήσεις που πρέπει να κάνετε στον γυναικολόγο σας
ECDC: Σημαντική αύξηση κρουσμάτων συγκυτιακού ιού - Ποιους απειλεί ο RSV
Διοικητές νοσοκομείων: Παράδοξα και αντιφάσεις ενός διαγωνισμού