Ένας στους δύο ασθενείς με ημικρανία στην Ελλάδα διαπιστώνει πως η πανδημία COVID-19 είχε επίδραση - αρνητική ή και θετική - στην ένταση και τη συχνότητα των επεισοδίων του. Όπως προκύπτει από μεγάλη έρευνα για λογαριασμό του Συλλόγου Ασθενών με Ημικρανία και Κεφαλαλγία Ελλάδος σε περισσότερους από 2.000 Έλληνες πάσχοντες, οι μισοί από τους συμμετέχοντες δεν είδαν καμία διαφορά που να τη συνδέουν με την πανδημία και τα περιοριστικά μέτρα. Ένας στους τέσσερις ανέφερε πως είχε αρνητική επίδραση ενώ ένας στους πέντε είδε βελτίωση.
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε την περασμένη Δευτέρα στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό ΒΜC Νeurology, ανέδειξε, επίσης, τον σημαντικό αντίκτυπο της ημικρανίας στην εργασία, στην οικογενειακή και στην κοινωνική ζωή των πασχόντων, καθώς και τον βαρύ συναισθηματικό της αντίκτυπο.
Επίπτωση πανδημίας
Οι 2.105 ασθενείς που συμμετείχαν στην έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας, (Ιούνιος - Ιούλιος 2020), ρωτήθηκαν για τον αντίκτυπο της COVID-19 και των περιοριστικών μέτρων στην πάθησή τους.
Πάνω από τους μισούς (56,15%) απάντησαν πως δεν είδαν καμία επίδραση. Το 25,80% απάντησε πως η πανδημία επιδείνωσε την ημικρανία (το 15,15% είπε "μάλλον την έκανε χειρότερη" και το 10,65% "σίγουρα την έκανε χειρότερη"), ενώ αντίθετα το 18,06% απάντησε πως τη βελτίωσε (το 14,38% "μάλλον τη βελτίωσε" και το 3,68% "σίγουρα τη βελτίωσε").
Όσοι ανέφεραν πως η πανδημία επιδείνωσε την ημικρανία τους, ρωτήθηκαν τι ήταν αυτό που επέδρασε αρνητικά. Σχεδόν οι μισοί (44,82%) απάντησαν πως ήταν "η ανησυχία και το άγχος για την γενική κατάσταση της χώρας και του πλανήτη" και το 40,99% "οι ανησυχίες για την υγεία για μένα ή τους συγγενείς μου". Το 29,79% απάντησε "οι πάρα πολλές ώρες χαλάρωσης στο σπίτι", το 28,51% "η παύση της εργασίας και το σχετικό άγχος", και το 23,4%, "οι ανησυχίες για το επαγγελματικό μου μέλλον". Ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά η μειωμένη σωματική δραστηριότητα, οι πολλές ώρες ύπνου, η χρήση μάσκα και η αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες.
Με δεδομένο ότι η ημικρανία έχει συσχετιστεί στενά με στρεσογόνες καταστάσεις, θα ανέμενε κανείς η πανδημία να αλλάξει σημαντικά τους δείκτες, κάτι που δεν επιβεβαιώθηκε από την συγκεκριμένη έρευνα. Σύμφωνα με την πρόεδρο του Συλλόγου, Κατερίνα Κουρούδη (φωτογραφία), το στρες της πανδημίας ήταν διαφορετικό.
"Οι ασθενείς με ημικρανία, λόγω της φύσης της ασθένειας που είναι νευρολογική, δεν έχουν αυξημένες πιθανότητες να νοσήσουν από κορωνοϊό και αν νοσήσουν δεν έχουν περισσότερες πιθανότητες για επιπλοκές. Δεν ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες", λέει στο iatronet.gr και προσθέτει: "η όποια επίδραση σχετίζεται με το ψυχολογικό κομμάτι. Ήταν ένα άλλο είδος στρες σε σχέση με το στρες της καθημερινότητας. Ο ασθενής επηρεάστηκε ψυχολογικά με κάτι που κανείς δεν περίμενε να συμβεί, αλλά φάνηκε πως δεν επιβαρύνθηκε σημαντικά η συχνότητα και η διάρκεια μιας κεφαλαλγίας".
Συχνότητα, σοβαρότητα, διάρκεια
Από τους 2.105 συμμετέχοντες οι 1.550 είχαν διάγνωση ημικρανίας από γιατρό και οι 555 εμφάνιζαν κλινικά συμπτώματα ημικρανίας, χωρίς να έχει γίνει ακόμη διάγνωση.
Αναφορικά με την συχνότητα των επεισοδίων ημικρανίας παρατηρούνται σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις δύο ομάδες. Στην ομάδα με διάγνωση, η πλειοψηφία (35,92%) ανέφερε πως έχει συμπτώματα 4 - 8 μέρες το μήνα και ακολουθούν οι 1 - 3 μέρες (24,88%), οι 9 - 14 (22,68%) και οι πάνω από 15 μέρες (16,52%). Στην ομάδα που δεν υπάρχει διάγνωση, το 45,69% ανέφερε συχνότητα 1-3 ημερών/μήνα, το 37,68% 4 - 8 ημερών, το 12,02% 9 - 14 ημερών και το 4,61% άνω των 15 ημερών.
Συχνότητα συμπτωμάτων
Λιγότερο μεγάλες είναι οι διαφορές αναφορικά με την διάρκεια των συμπτωμάτων, χωρίς τη λήψη παυσίπονου. Στην ομάδα των ασθενών με διάγνωση ημικρανίας κυριαρχεί η απάντηση "24 - 72 ώρες" (41,14%) και ακολουθούν οι 13 - 24 ώρες και οι 5 - 12 ώρες. Η δεύτερη ομάδα χωρίζεται σχεδόν ισόποσα στις τρεις αυτές απαντήσεις
Διάρκεια συμπτωμάτων
Αντίθετα, παρόμοιες είναι οι απαντήσεις των δύο ομάδων αναφορικά με το χρόνο που χρειάζεται για την ανακούφιση των συμπτωμάτων μετά τη λήψη παυσίπονου. Για 4 στους 10 το φάρμακο δρα μετά τις 2 ώρες, για 1 στους 3 μέσα σε δύο ώρες και για 1 στους 4 μέσα στην πρώτη ώρα από τη λήψη.
Αντίκτυπος στην εργασία
Ένας στους δύο από τους εργαζόμενους ασθενείς χρειάζεται να απουσιάσει από την εργασία του κάποιες μέρες το μήνα λόγω των επεισοδίων ημικρανίας. Η πλειοψηφία τους (το 35.19% του συνόλου) απάντησε πως απουσιάζει 1 - 2 μέρες. Ένας στους δέκα 3 - 5 μέρες, ενώ ένα ποσοστό 5,98% απάντησε πως απουσιάζει πάνω από 5 μέρες κάθε μήνα.
Σχεδόν έξι στους δέκα απάντησαν πως κάποιες μέρες έχουν μειωμένη απόδοση στην εργασία λόγω της ημικρανίας, με την πλειοψηφία (38%) να λέει πως αυτό συμβαίνει για 1 - 2 μέρες, το 31% "3 - 5 ημέρες" και το 22,93% "περισσότερες από 5 ημέρες".
Από τους ασθενείς που δήλωσαν πως έχουν συμπτώματα για πάνω από 15 μέρες το μήνα, το 14,77% μείωσε τις ώρες εργασίας, το 12,98% σταμάτησε να δουλεύει και το 5,82% άλλαξε αντικείμενο εργασίας. Ένα ποσοστό 3,58% πήρε μεγάλη άδεια και το 2,91% έχασε τη δουλειά του.
Συναισθηματικός αντίκτυπος
Εφτά στους δέκα ερωτηθέντες (70,44%) αισθάνεται πολύ συχνά ότι οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν πως η ημικρανία δεν είναι "απλώς ένας πονοκέφαλος", ενώ τρεις στους τέσσερις (65,94%), νιώθουν ότι χάνουν ένα κομμάτι της ζωής τους από τον πόνο.
Σε ερώτηση πολλαπλών επιλογών, με δυνατότητα ως 4 απαντήσεων, για το πώς αισθάνονται για τη ζωή τους με την ημικρανία, οι ασθενείς απάντησαν κατά σειρά: Ανήσυχος 49,21%, αβοήθητος 45,15, απογοητευμένος 43,31%, λυπημένος 33,68%, θυμωμένος 22,69%, φοβισμένος 22,36%, απομονωμένος 16,46%, μόνος 20,30%. Αισιόδοξοι και αποφασισμένοι δήλωσαν μόνο το 6,82% και το 5,52%, αντίστοιχα.
Πώς αισθάνεστε για τη ζωή σας με την ημικρανία
Ταυτότητα έρευνας
Η συντριπτική πλειονότητα των συμμετεχόντων (92,4%) ήταν γυναίκες, με μέση ηλικία 32,5 έτη (εύρος 18 - 60).
Το 32,39% των ασθενών είχε την πρώτη εμπειρία συμπτωμάτων στην ηλικία άνω των 25 ετών, το 28,43% μεταξύ 19-25 ετών, το 25,54% στην εφηβεία (13 - 18) και το 13,64% από 0 ως 12 ετών.
Στην ερώτηση αν συνδέουν την εμφάνιση ημικρανίας με κάποιο σημαντικό γεγονός, το 11,63$ απάντησε πως αυτό ήταν ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, το 10,74% η σωματική/ψυχολογική κακοποίηση, το 8,28% η έναρξη της εμμήνου ρύσεως, το 15,88% η εγκυμοσύνη ή ο τοκετός, ενώ το 53,47% δεν ανέφερε κάποιο γεγονός.
Πάνω από τρεις στους τέσσερις (65,56%) ανέφερε πως υπάρχει οικογενειακό ιστορικό ημικρανιών.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη συνδρομή των ιατρικών συμβούλων του Συλλόγου, δρ Μανώλη Δερμιτζάκη (Θεσσαλονίκη) και δρ Μιχάλη Βικελή (Αθήνα), καθώς και τους δρ Ανδρέα Αργυρίου (Πάτρα) και δρ Κωνσταντίνο Σπίγγο (Κέρκυρα).
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}