Η μυοκαρδίτιδα/περικαρδίτιδα ως πολύ σπάνια παρενέργεια του εμβολιασμού λόγω με εμβόλιο mRNA δεν είναι συνέπεια της υπερβολικής παραγωγής αντισωμάτων, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσίευση. Αντ' αυτού, έχουν εντοπιστεί δύο άλλοι εκλυτικοί παράγοντες.
Μια ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον Anis Barmada από την Ιατρική Σχολή του Yale στο New Haven εντόπισε την αυξημένη σηματοδότηση από προφλεγμονώδεις κυτταροκίνες και την επακόλουθη επέκταση των ενεργοποιημένων λευκών αιμοσφαιρίων ως κινητήριες δυνάμεις της φλεγμονής του καρδιακού μυός ή του σάκου (μυοκαρδίτιδα/περικαρδίτιδα) που μπορεί να εμφανιστεί μετά τον εμβολιασμό με mRNA κατά του SARS-CoV-2.
Ιδιαίτερα οι νεαροί άνδρες διατρέχουν κίνδυνο για αυτή την επιπλοκή του εμβολιασμού, αν και θα πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη ότι παρόλα αυτά εμφανίζεται πολύ σπάνια συνολικά και επίσης λιγότερο συχνά με τα εμβόλια mRNA από ό,τι με άλλα εμβόλια.
Ο υποκείμενος παθολογικός μηχανισμός δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί.
Εν μέρει θεωρήθηκε ότι θα μπορούσε να πρόκειται για μια περίπτωση μυοκαρδίτιδας υπερευαισθησίας, που μπορεί να συμβεί λόγω παρενέργειας ορισμένων φαρμάκων, ή ότι η αιτία μπορεί να είναι η υπερβολικά υψηλή παραγωγή ειδικών αντισωμάτων κατά του SARS-CoV-2.
Οι συγγραφείς της μελέτης, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό "Science Immunology", δηλώνουν τώρα ότι και οι δύο αυτοί παράγοντες είναι απίθανοι βάσει των αποτελεσμάτων τους.
Η ομάδα είχε αναλύσει δείγματα αίματος από 23 προηγουμένως υγιή άτομα που είχαν αναπτύξει μυοκαρδίτιδα/περικαρδίτιδα ως αποτέλεσμα του δεύτερου εμβολιασμού με το mRNA SARS-CoV-2.
Τα άτομα ήταν ηλικίας 13 έως 21 ετών. 20 από αυτά ήταν άνδρες.
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι προφλεγμονώδεις κυτταροκίνες (ιντερλευκίνες, χημειοκίνες και μεταλλοπρωτεϊνάσες του πρωτεϊνικού παράγοντα) είχαν αυξηθεί μετά τον εμβολιασμό. Αυτό αύξησε την παραγωγή κυτταροτοξικών Τ-κυττάρων και κυττάρων φυσικών δολοφόνων (NK cells) με τον επιφανειακό υποδοχέα CXCR3, τα οποία μπορούν να επιτεθούν στον καρδιακό ιστό.
Η μυοκαρδίτιδα/περικαρδίτιδα που προκύπτει από τον εμβολιασμό με mRNA σχετίζεται επομένως μάλλον με τις κυτταροκίνες, γράφουν οι συγγραφείς. Αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά τον σχεδιασμό μελλοντικών μελετών για την περαιτέρω βελτιστοποίηση του ήδη εξαιρετικού προφίλ ασφάλειας των εμβολίων mRNA σε ορισμένες υποομάδες.
Πηγές:
Science Immunology
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}