Διανύοντας ήδη τον 9ο μήνα του έτους, και επιχειρώντας να κάνουμε μία αποτίμηση στην πρόοδο της υλοποίησης των εξαγγελιών και των προτεραιοτήτων σχετικά με την αντιμετώπιση των ζητημάτων που έχουν τεθεί στο τραπέζι από την ογκολογική κοινότητα, βλέπουμε ότι το Φθινόπωρο μας βρίσκει με μία σειρά ανοικτών μετώπων και χαμηλές ταχύτητες στην εξέλιξη των προσδοκώμενων αλλαγών. Σε συνομιλία που είχαμε με τον κ. Γιώργο Καπετανάκη, πρόεδρο της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ) μας ανέλυσε τα πέντε καυτά αυτά μέτωπα τονίζοντας την αναγκαιότητα της άμεσης αντιμετώπισης από το Υπουργείο Υγείας των προβλημάτων που επιβαρύνουν τους ογκολογικούς ασθενείς στη χώρα.
1. Εθνικό Σχέδιο Δράσης κατά του καρκίνου : Από τις αρχές Φεβρουαρίου, μιλώντας στο Ετήσιο Συνέδριο της ΕΛΛΟΚ, ο νέος τότε Υπουργός Υγείας κος Άδωνις Γεωργιάδης, είχε εξαγγείλει την βούληση της κυβέρνησης να αποκτήσει η χώρα μας ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης κατά του καρκίνου, ευθυγραμμιζόμενη με τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Μάλιστα στη διαδικασία αυτή είχε αναφερθεί ότι θα συμμετάσχει όλη η ογκολογική κοινότητα και οι εκπρόσωποι των ασθενών, ωστόσο μέχρι σήμερα δεν υπάρχει κάποια σχετική ενημέρωση από το Υπουργείο, ούτε κάποια πρόσκληση για συμμετοχή σε σχετική ομάδα εργασίας, δίνοντας την αίσθηση ότι η διαδικασία έχει παγώσει. Η ερώτηση είναι : Ποιες είναι οι προθέσεις του Υπουργείου Υγείας για το θέμα αυτό μέχρι το τέλος του έτους;
2. Εθνικό Μητρώο Νεοπλασιών : Ήμουν νιος και γέρασα, θα έλεγαν πολλοί για το συγκεκριμένο θέμα. Ωστόσο εδώ ισχύει η φράση του Γαλιλαίου «και όμως κινείται» καθώς είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι μετά την υπογραφή της σχετικής απόφασης, οι διαδικασίες έχουν ξεκινήσει και το έργο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Η σύμβαση προβλέπει την παράδοση του έργου και την έναρξη λειτουργίας του μητρώου εντός του 2025, όμως διατηρούμε μια κρυφή ελπίδα η διαδικασία να ολοκληρωθεί νωρίτερα και να μπορούμε στο τέλος του τρέχοντος έτους ή στις αρχές του επόμενου επιτέλους να πούμε ότι η χώρα μας διαθέτει εθνικό μητρώο νεοπλασιών το οποίο θα αρχίσει να τροφοδοτείται αλλά και να παράγει δεδομένα.
3. Νέο κανονιστικό πλαίσιο για την έγκριση και αποζημίωση βιοδεικτών: Η πρώτη και τελευταία υπουργική απόφαση για την έγκριση και αποζημίωση βιοδεικτών εκδόθηκε το 2014 επί υπουργίας και τότε Άδωνι Γεωργιάδη. Ο υπουργός έχει ρητά δηλώσει τόσο δημόσια όσο και σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις ότι η δημιουργία ενός πλαισίου για την έγκριση και αποζημίωση βιοδεικτών αποτελεί προτεραιότητα και θα κινήσει άμεσα τις διαδικασίες. Παρά τη δεδηλωμένη βούληση, ωστόσο υπάρχουν ζητήματα, όπως η εξασφάλιση των πόρων που θα συνοδεύουν την εφαρμογή του νέου πλαισίου και σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις που εκκρεμούν για να προχωρήσει η όλη διαδικασία. Σήμερα η χώρα μας είναι εκ των ουραγών στο θέμα αυτό στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς η μη ύπαρξη πλαισίου, λειτουργεί ανασταλτικά για την πρόσβαση των ασθενών σε νέες καινοτόμες θεραπείες και την ιατρική ακριβείας, ενώ ισχύει το παράδοξο, να αποζημιώνονται πολύ ακριβές θεραπείες, αλλά να μην αποζημιώνονται οι σχετικές εξετάσεις που είναι απαραίτητες για τη χορήγησή τους, δημιουργώντας και συντηρώντας ανισότητες στην πρόσβαση των ασθενών στις πλέον κατάλληλες για αυτούς σύγχρονες θεραπείες, αφού όσοι δε διαθέτουν την οικονομική δυνατότητα δεν μπορούν να κάνουν τις εξειδικευμένες αυτές εξετάσεις.
4. Ανακουφιστική φροντίδα : Στα τέλη του 2022 ψηφίστηκε επιτέλους και στη χώρα μας το νέο κανονιστικό πλαίσιο για τη λειτουργία δομών ανακουφιστικής φροντίδας. Από τότε υπήρξαν εξαγγελίες για την έναρξη διαδικασιών για τη λειτουργία τη πρώτης δομής ανακουφιστικής φροντίδας στην Αττική. Κοντεύουμε να κλείσουμε δύο χρόνια και σήμερα καμία ενημέρωση για το χρονοδιάγραμμα και τις ενέργειες που έχουν γίνει δεν υπάρχει. Ποια είναι η βούληση του Υπουργείου Υγείας; Προβλέπεται να έχουμε κάποια εξέλιξη μέχρι τέλος του έτους;
5. Στελέχωση των ογκολογικών κλινικών – νοσοκομείων : Πολλές ογκολογικές κλινικές και νοσοκομεία είναι υποστελεχωμένα και λειτουργούν πάνω από τις δυνατότητές τους. Το υπουργείο συχνά αναφέρεται σε προκηρύξεις που κατέστησαν άγονες λόγω μη ύπαρξης ενδιαφέροντος. Ωστόσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι ενώ σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει ενδιαφέρον από ειδικούς γιατρούς σχετικούς με την ογκολογική φροντίδα, δεν προχωράνε προκηρύξεις θέσεων με αποτέλεσμα οι ανάγκες είτε να καλύπτονται από επικουρικούς, είτε να παραμένουν τα κενά. Είναι σαφές ότι η κατάσταση αυτή δε μπορεί να είναι ούτε βιώσιμη, καθώς είναι πολύ πιθανό οι επικουρικοί γιατροί ιατροί να καταλήξουν σε άλλες επαγγελματικές επιλογές δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερα κενά, αλλά και οι κλινικές να μη μπορούν να αποδώσουν και να αναπτυχθούν τόσο στο κλινικό τους έργο όσο και στο ερευνητικό, μέσα από την προσέλκυση κλινικών μελετών και άλλων επιστημονικών δραστηριοτήτων. Επιπλέον αν επιθυμούμε να αυξήσουμε την αποδοτικότητα των ογκολογικών δομών, πώς θα μπορέσουμε να το επιτύχουμε αυτό αν δεν υποστηριχθεί με διοικητικό προσωπικό το έργο των λειτουργών υγείας; Όσο φορτώνεται με γραφειοκρατικές διαδικασίες το επιστημονικό προσωπικό, τόσο στερεί χρόνο από τη φροντίδα των ασθενών και επιπλέον η προοπτική εργασίας σε δημόσιο νοσοκομείο γίνεται λιγότερο ελκυστική ανατροφοδοτώντας την υποστελέχωση, λόγω συνθηκών εργασίας. Οι απαντήσεις εδώ πρέπει να αναζητηθούν τόσο στις προτεραιότητες που θέτουν κατά περίπτωση οι Διοικήσεις των νοσοκομείων και οι ΥΠΕ όσο και στις κατευθύνσεις του Υπουργείου Υγείας.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}