Ο αυξανόμενος εθισμός του Ηνωμένου Βασιλείου στα ανθυγιεινά τρόφιμα κοστίζει 268 δισ. λίρες ετησίως, ξεπερνώντας κατά πολύ τον προϋπολογισμό για την υγεία, σύμφωνα με έρευνα.
Η αυξημένη κατανάλωση τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη ή που έχουν υποστεί υψηλή επεξεργασία έχει «καταστροφικές» επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και στα οικονομικά της Βρετανίας.
Το κόστος της προσπάθειας διαχείρισης αυτής της ασθένειας γίνεται γρήγορα μη πληρωτέο», αναφέρει η έκθεση της Επιτροπής Τροφίμων, Γεωργίας και Υπαίθρου (FFCC) .
Το ποσό των 268 δισεκατομμυρίων λιρών προέκυψε από την πρώτη ακαδημαϊκή έρευνα που εξετάζει το κόστος της αυξανόμενης κατανάλωσης τροφίμων στη Βρετανία που, σύμφωνα με το κυβερνητικό σύστημα αξιολόγησης της διατροφικής ποιότητας, θεωρείται ανθυγιεινό.
Τα 92 δισ. λίρες καλύπτουν το άμεσο κόστος για την κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κακής διατροφής. Περιλαμβάνει τις δαπάνες από το NHS (67,5 δισ. λίρες), τις υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας (14,3 δια. λίρες) και το σύστημα πρόνοιας (10,1 δια. λίρες) για την αντιμετώπιση ασθενειών που συνδέονται στενά με τη διατροφή, όπως ο διαβήτης τύπου 2, τα καρδιακά προβλήματα και οι νεφρικές παθήσεις.
Τα άλλα 176 δισεκατομμύρια λίρες είναι το έμμεσο κόστος της χαμένης παραγωγικότητας από άτομα που είναι πολύ άρρωστα για να εργαστούν λόγω της ασθένειάς τους που σχετίζεται με τη διατροφή (116,4 δια. λίρες) και το «ανθρώπινο κόστος», όπως ο πόνος και ο πρόωρος θάνατος (60 δισ λίρες).
Τα νοικοκυριά σε ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να ξοδεύουν επιπλέον 38 λίρες την εβδομάδα – συνολικά 57 δισ. ετησίως, πάνω από τα 101,5 δισ. λίρες ετησίως που ξοδεύουν ήδη – για να διασφαλιστεί ότι όλοι ακολουθούν την υγιεινή διατροφή που περιγράφεται σε οδηγό της κυβέρνησης. Η επιπλέον δαπάνη θα συνεπαγόταν πολύ μεγαλύτερη πρόσληψη λαχανικών, φρούτων και φυτικών ινών και πολύ λιγότερη σε πατατάκια, σνακ και σάλτσες.
Η Sue Pritchard, διευθύνουσα σύμβουλος του FFCC, προέτρεψε τους υπουργούς να θεσπίσουν αυστηρούς κανονισμούς για τη βιομηχανία τροφίμων. Οι εταιρείες τροφίμων, σύμφωνα με την ίδια, θυσίασαν την υγεία των καταναλωτών καθώς ακολούθησαν «τον γρήγορο δρόμο για μεγάλα κέρδη» χρησιμοποιώντας γεύσεις, συσκευασίες και έξυπνα τεχνάσματα μάρκετινγκ για να ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να αγοράζουν τρόφιμα που βλάπτουν την υγεία τους.
Η έκθεση της FFCC προειδοποιεί επίσης:
Η αγορά των υπερεπεξεργασμένων τροφίμων αναμένεται να αυξηθεί κατά 8,4% ετησίως την επόμενη δεκαετία, πάνω από την ετήσια αύξηση 6,5% των πωλήσεων τροφίμων συνολικά, παρά τους φόβους για τη ζημιά που προκαλούν στην υγεία.
Τα δαπανηρά φάρμακα κατά της παχυσαρκίας είναι «καταστροφικά για την ανθρώπινη υγεία και καταστροφικά για τα οικονομικά του έθνους», καθώς απαιτούν από τους ασθενείς να τα χρησιμοποιούν εφ' όρου ζωής για να αποφευχθεί η υποτροπή.
Ο υπουργός Υγείας, Γουές Στρίτινγκ, δήλωσε: «Έχουμε ήδη κάνει βήματα στην αποστολή μας για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας ανακοινώνοντας σχέδια για την απαγόρευση των διαφημίσεων πρόχειρου φαγητού στην τηλεόραση και στο διαδίκτυο και θέτοντας την πρόθεσή μας να διασφαλίσουμε ότι τα σχολεία περιορίζουν την πρόσβαση στο γρήγορο φαγητό. Επιπλέον, η κυβέρνηση επανεξετάζει τον φόρο ζάχαρης για να διασφαλίσει ότι παραμένει αποτελεσματικός στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και άλλων βλαβών που προκαλούνται από την υψηλή πρόσληψη ζάχαρης.
Πηγές:
theguardian.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}