Οι άνθρωποι που πάσχουν από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης νιώθουν εξάντληση, άσχετα από το πόσο χαλαρώνουν, για περισσότερο από 6 μήνες κάθε φορά. Υποφέρουν από πόνο στους μύες και τις αρθρώσεις και μπορεί ενδεχομένως να εμφανίζουν βραχυπρόθεσμη απώλεια μνήμης.
Ωστόσο η διάγνωση του συνδρόμου είναι δύσκολη, σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης νόσου των ΗΠΑ.
Δεν υπάρχει εξέταση αίματος ή απεικονιστική εξέταση εγκεφάλου που να μπορεί να εντοπίζει οριστικά την πάθηση, επομένως οι γιατροί πρέπει πρώτα να αποκλείουν άλλες παθήσεις με παρόμοια συμπτώματα.
Μια νέα ανακάλυψη μπορεί ενδεχομένως να αλλάξει την κατάσταση.
Ερευνητές του Stanford University συνέκριναν τις μαγνητικές τομογραφίες 15 ασθενών με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης με τις εξετάσεις 14 υγιών ασθενών ίδιας ηλικίας και φύλου.
Ανακάλυψαν ότι οι ασθενείς με το σύνδρομο είχαν ελαφρώς λιγότερη λευκή ουσία στον εγκέφαλό τους. Η λευκή ουσία περιλαμβάνει τα καλώδια επικοινωνίας του εγκεφάλου που επιτρέπουν στις περιοχές του εγκεφάλου να επικοινωνούν.
Οι επιστήμονες επίσης είδαν ανωμαλίες σε συγκεκριμένη οδό του δεξιού ημισφαιρίου και ανακάλυψαν ότι 2 σημεία σύνδεσης στον εγκέφαλο των ασθενών ήταν πιο παχιά σε σύγκριση με αυτά των υγιών.
Ο ερευνητής Dr. Michael Zeineh δήλωσε ότι οι διαφορές σχετίζονταν με την κούραση τους- όσο πιο ανώμαλη η οδός τόσο χειρότερη η κούραση.
Η έρευνα ήταν μικρή και ο Zeineh δήλωσε ότι χρειάζεται να αναπαραχθεί σε περισσότερους ασθενείς ώστε να επιβεβαιωθούν τα αποτελέσματα. Ωστόσο προσφέρει ελπίδα σε όσους δεν έχουν διαγνωσμένο σύνδρομο χρόνιας κόπωσης.
Ο Zeineh δήλωσε ότι οι περισσότεροι ασθενείς κατηγορούνται ότι είναι υποχόνδριοι και τα συμπτώματά τους αγνοούνται. Υπάρχει ακόμα σκεπτικισμός στην ιατρική κοινότητα όσον αφορά τη διάγνωση. Επομένως τα ευρήματα είναι σημαντικά.
Τα ευρήματα δημοσιεύονται στο περιοδικό ‘’Radiology.’’
Πηγές:
‘’Radiology.’’
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}