Τα άτομα με τύπου 2 διαβήτη που ρυθμίζουν εντατικά τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τους, μειώνουν στο μισό τον κίνδυνο να εξελιχθεί μία σοβαρή πάθηση των ματιών η οποία μπορεί να ελαττώσει σημαντικά την όρασή τους.
Μάλιστα, η εντατική ρύθμιση προστατεύει τους ασθενείς επί τουλάχιστον τέσσερα χρόνια μετά τη διακοπή της, σύμφωνα με νέα μελέτη που παρουσιάστηκε πρόσφατα στο 76ο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας στη Νέα Ορλεάνη.
Ο διαβήτης είναι ο κύριος λόγος απώλειας όρασης σε άτομα νεώτερα των 65 ετών στο δυτικό ημισφαίριο, καθώς προκαλεί βλάβες στα μικροσκοπικά αιμοφόρα αγγεία (αρτηρίες) όλου του σώματος, συμπεριλαμβανομένου του αμφιβληστροειδή - του φωτοευαίσθητου χιτώνα στο πίσω μέρος του ματιού. Οι βλάβες στον αμφιβληστροειδή προκαλούν τη λεγόμενη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια που αποτελεί επιπλοκή του διαβήτη.
Υπολογίζεται ότι ποσοστό 80-90% των ασθενών εκδηλώνει κάποιου βαθμού αμφιβληστροειδοπάθεια περίπου στα 10 χρόνια ζωής με τον διαβήτη. Επειδή, όμως, ο τύπου 2 διαβήτης που είναι η πιο συχνή μορφή της νόσου συνήθως γίνεται αντιληπτός περίπου δέκα χρόνια μετά την έναρξή του, είναι σύνηθες φαινόμενο να έχει ήδη αρχίσει η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια την εποχή της διάγνωσης. Και αυτό είναι λυπηρό, γιατί το 90% αυτών των περιπτώσεων θα μπορούσαν να αποφευχθούν αν οι ασθενείς είχαν διαγνωστεί εγκαίρως και ρύθμιζαν καλά το σάκχαρό τους.
Η νέα μελέτη πραγματοποιήθηκε σε 1.310 εθελοντές και έδειξε ότι η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια εξελίχθηκε μόνο στο 5,8% των ασθενών που έκαναν εντατική θεραπεία ρύθμισης του σακχάρου, αλλά στο 12,7% όσων έκαναν κλασική αντιδιαβητική θεραπεία. Τέσσερα χρόνια αργότερα, παρά το γεγονός ότι η πρώτη ομάδα είχε εγκαταλείψει την εντατική θεραπεία, η διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων παρέμενε κοντά στο 50%, πιστοποιώντας το μακροχρόνιο όφελος.
«Τα ευρήματα αυτά στέλνουν ένα ισχυρό μήνυμα στους ασθενείς με τύπου 2 διαβήτη οι οποίοι ανησυχούν για την όρασή τους», δήλωσε η Δρ. Έμιλι Τσιου, M.D., Αναπληρώτρια Διευθύντρια του Τομέα Επιδημιολογίας και Κλινικών Εφαρμογών στο Αμερικανικό Εθνικό Οφθαλμολογικό Ινστιτούτο (National Eye Institute - ΝΕΙ) που είναι ο μεγαλύτερος οργανισμός παγκοσμίως σε προληπτικές οφθαλμολογικές μελέτες. «Ο καλός γλυκαιμικός έλεγχος ασκεί θετική, μετρήσιμη και παρατεταμένη επίδραση στην υγεία των ματιών».
«Παρότι ο γλυκαιμικός έλεγχος εξισώθηκε στις δύο ομάδες, όσοι ασθενείς είχαν κάνει εντατική θεραπεία εξακολουθούσαν να έχουν σχεδόν 50% λιγότερες πιθανότητες εξέλιξης τέσσερα χρόνια αργότερα. Αυτό οφείλεται στην αποκαλούμενη μεταβολική μνήμη», δήλωσε ο Δρ. Φρέντερικ Λιούις, Κλινικός Διευθυντής του ΝΕΙ.
Στη μελέτη, ως εντατικός γλυκαιμικός έλεγχος ορίστηκε το να ακολουθήσουν οι ασθενείς μία αυστηρή αγωγή ώστε να πετύχουν επίπεδο γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c) 6,4%, ενώ οι ασθενείς του σκέλους της κλασικής αντιδιαβητικής αγωγής είχαν HbA1c ίση με 7,7% κατά μέσο όρο.
Τα νέα ευρήματα συμφωνούν με εκείνα παλαιότερων μελετών σε ΗΠΑ και Βρετανία που έχουν δείξει ότι τόσο τα άτομα με τύπου 2 όσο και εκείνα με τύπου 1 διαβήτη ωφελούν την όρασή τους όταν ρυθμίζουν άριστα το σάκχαρό τους για πολλά χρόνια. Μία από αυτές τις μελέτες είχε δείξει ότι με μία 10ετία πολύ καλού γλυκαιμικού ελέγχου, οι πάσχοντες από τύπου 1 διαβήτη έχουν κατά 50% μικρότερο κίνδυνο εξέλιξης της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας επί τρεις δεκαετίες αργότερα.
«Ο διαβήτης, δυστυχώς αποτελεί μάστιγα της όρασης σε νέα άτομα, καθώς αυξάνει την πιθανότητα εκδήλωσης μίας ομάδας οφθαλμοπαθειών που συλλογικά αποκαλούνται διαβητικές παθήσεις των οφθαλμών», επισημαίνει ο Δρ. Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, Χειρουργός Οφθαλμίατρος, Ιδρυτής & Επιστημονικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, Καθηγητής Οφθαλμολογίας Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης, NYU Medical School.
«Στην κατηγορία αυτή, εκτός από τη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, ανήκουν ο πρόωρος καταρράκτης (ο φακός του οφθαλμού των διαβητικών ατόμων θολώνει σχετικά νωρίς) και το γλαύκωμα (τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη έχουν διπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης γλαυκώματος). Οι παθήσεις αυτές αν δεν αντιμετωπιστούν εγκαίρως, μπορεί να οδηγήσουν σε σημαντική μείωση ή και σε απώλεια της όρασης», προσθέτει ο Δρ. Κανελλόπουλος ο οποίος είχε βραβευθεί με υποτροφία από το NEΙ για πρωτοποριακή έρευνα στην Οφθαλμολογία όταν ήταν ακόμη φοιτητής της Ιατρικής στις ΗΠΑ, το 1989.
Η εμφάνιση των διαβητικών παθήσεων των οφθαλμών σχετίζεται με τις βλάβες που προκαλεί το αυξημένο σάκχαρο στους διάφορους ιστούς του σώματος. «Υπολογίζεται πως όταν το υψηλό σάκχαρο δεν ρυθμίζεται σωστά, το άτομο διατρέχει 25 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για απώλεια όρασης, συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό», τονίζει ο Δρ. Κανελλόπουλος. «Επομένως, η σωστή θεραπεία είναι σωτήρια για τους ασθενείς. Στη χώρα μας, ειδικά στη δύσκολη περίοδο που διανύουμε, γεννά μεγάλη ανησυχία η μείωση των προληπτικών ελέγχων και θεραπειών σε μία ουσιαστικά ασυμπτωματική πάθηση, όπως ο διαβήτης».
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}