Αν ρωτήσεις κάποιον αρμόδιο “ποια είναι η συμμετοχή των ασφαλισμένων στα φάρμακα”, θα πάρεις την απάντηση “0% για σοβαρά νοσήματα, 10% για μία σειρά χρόνιες παθήσεις και 25% για όλους τους υπόλοιπους”...
Παρά την κρίση, το να δίνεις έως και το 25% της τιμής ενός φαρμάκου, είναι σχετικά διαχειρίσιμο, δεδομένων των διαδοχικών μειώσεων που έχουν γίνει και εξακολουθούν να γίνονται στις τιμές των σκευασμάτων...
Πώς εξηγείται, λοιπόν, το “τεφτέρι” στα φαρμακεία και οι αποπληρωμές φαρμάκων από συνταξιούχους με δόσεις των 3 έως 5 ευρώ;
Πολύ απλά, διότι τα ποσοστά συμμετοχής είναι απολύτως ενδεικτικά, εκτός από τις ειδικές κατηγορίες ασθενών, οι οποίοι έχουν μηδενική συμμετοχή και δέχονται να τούς χορηγηθεί το φθηνότερο σκεύασμα της κατηγορίας.
Από το 2009, η Πολιτεία έχει μετακυλήσει σημαντικό βάρος της φαρμακευτικής δαπάνης προς τους πολίτες, λαμβάνοντας μία σειρά μέτρων, τα οποία αυξάνουν τη συμμετοχή με τον έναν ή άλλο τρόπο.
Όλα αυτά οδήγησαν σε μεσοσταθμική αύξηση της συμμετοχής στα φάρμακα από 11% το 2010, σε 35% και πλέον σήμερα.
Παρεμβάσεις
Την πενταετία 2009 – 2014, “πέρασαν” 136 νόμοι, Προεδρικά Διατάγματα και Υπουργικές Αποφάσεις για το φάρμακο. Το 93% των παρεμβάσεων μετακύλισε το οικονομικό βάρος από το κράτος στους πολίτες!
Θεσμοθετήθηκαν τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα (ΜΗΣΥΦΑ), τα οποία θα έπρεπε κανονικά να αποκαλούνται “μη αποζημιούμενα φάρμακα”. Πολλά από αυτά, συνταγογραφούνται από τον γιατρό και είναι απαραίτητα για την εκάστοτε θεραπεία. Ολόκληρο το κόστος, όμως, καλύπτεται από τους ασφαλισμένους.
Ήρθε η “ασφαλιστική τιμή”, η οποία διαφέρει από τη λιανική τιμή ενός φαρμάκου. Λέει, δηλαδή, ο ΕΟΠΥΥ πως “εγώ αποζημιώνω την ασφαλιστική τιμή”, άσχετα εάν αυτή απέχει σημαντικά από τη λιανική.
Έγινε υποχρεωτική η χορήγηση του φθηνότερου γενοσήμου, υποχρεώνοντας τον ασθενή να πληρώνει – εκτός από τη συμμετοχή του – τη διαφορά με το πρωτότυπο, εφόσον δεν επιθυμεί το γενόσημο.
Δεν δόθηκε κανένα κίνητρο στους φαρμακοποιούς να χορηγούν φθηνά γενόσημα. Απεναντίας, ο φαρμακοποιός βλέπει αμέσως ρευστό στο ταμείο του, εάν ο ασφαλισμένος επιλέξει πρωτότυπο, καθώς θα εισπράξει αμέσως τη διαφορά πρωτοτύπου – γενοσήμου.
Επιβλήθηκε κόστος 1 ευρώ ανά συνταγή, με εξαίρεση τους ανασφάλιστους ή άτομα με πολύ χαμηλό εισόδημα.
Καθημερινότητα
Ας αναλογιστούμε την καθημερινότητα ενός συνταξιούχου: δίνει 5 ευρώ (ανεπίσημα) στον συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ γιατρό για να τού “γράψει” το φάρμακο συν 1 ευρώ συν τη συμμετοχή του στο φαρμακείο.
Μπορεί, έτσι, να πληρώσει κοντά στα 8 ή 10 ευρώ για ένα φάρμακο με λιανική 10 ή 12 ευρώ. Είναι πολύ συνηθισμένο φαινόμενο να παρακάμπτει τον γιατρό και να πληρώνει απευθείας ολόκληρη την τιμή του φαρμάκου, προκειμένου να αποφύγει την ταλαιπωρία!
Για ένα καρδιοτονωτικό αξίας 1,42 ευρώ, ο ασφαλισμένος καλείται να πληρώσει συμμετοχή 1,32 ευρώ και ο ΕΟΠΥΥ μόλις 0,06 ευρώ. Για γνωστό ηρεμιστικό, ο ασφαλισμένος πληρώνει όλο το ποσό των 1,88 ευρώ.
Υπάρχουν και ακραίες περιπτώσεις, στις οποίες η συνολική αξία των φαρμάκων είναι 26 ευρώ και η συμμετοχή που πληρώνει ο ασφαλισμένος είναι 20 ευρώ.
Η κατάσταση αλλάζει διαρκώς, πάντα προς το χειρότερο για τους ασθενείς. Καρδιοπαθής κλήθηκε να πληρώσει συμμετοχή 14,45 ευρώ σε φάρμακο, για το οποίο – τον προηγούμενο μήνα – είχε πληρώσει 10,01 ευρώ...
Συρρίκνωση
Ας δούμε πού έχει οδηγήσει το παράλογο αυτό καθεστώς τους ανθρώπους της χώρας, οι οποίοι δοκιμάζονται παράλληλα από μία διαρκή συρρίκνωση εισοδημάτων.
Πρόσφατη έρευνα, με τίτλο “Η Φαρμακευτική πολιτική στην Ελλάδα (2010 - 2014): Σε πορεία Ιδιωτικοποίησης και Περιοριστικής Διανομής”, που έγινε από ομάδα ειδικών, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή Αθανάσιο Βοζίκη, έδειξε τα εξής:
Το 2009, το μέσο ελληνικό νοικοκυριό πλήρωνε το 19% των δαπανών για φάρμακα, ποσοστό που το 2014 εκτοξεύτηκε στο 44%!
Η μέση συμμετοχή ασφαλισμένου ανά συνταγή αυξήθηκε, από 6,58 ευρώ το 2011, σε 10,87 ευρώ το 2014 (αύξηση 65,2% σε απόλυτες τιμές).
Οι ερευνητές επισημαίνουν πως τουλάχιστον η μισή συμμετοχή των ασθενών στο φάρμακο θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί, εάν γινόταν χρήση των γενοσήμων όπως συνταγογραφούνται από τους γιατρούς.
Όπως προαναφέραμε, ωστόσο, με τη χορήγηση πιο ακριβού φαρμάκου το φαρμακείο εξασφαλίζει ρευστότητα και μεγαλύτερο κέρδος. Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΟΠΥΥ, μία στις δύο συνταγές αλλάζει προς το πρωτότυπο φάρμακο.
Βερεσέ
Η πρόσφατη καταγγελία του Φαρμακευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, δείχνει το τι ακριβώς έχει συντελεστεί στη φαρμακευτική περίθαλψη των Ελλήνων και κυρίως των ανθρώπων με χαμηλά εισοδήματα και αυξημένες ανάγκες για φάρμακα, όπως οι συνταξιούχοι.
Θεσσαλονικείς αγοράζουν φάρμακα βερεσέ ή με δόσεις ακόμη και των 3 ή των 5 ευρώ. Σε κάθε φαρμακείο της πόλης, αντιστοιχούν τουλάχιστον 50 έως 100 πολίτες που ζητούν να πάρουν τα φάρμακά τους βερεσέ, ενώ τα ποσά που γράφονται στα τεφτέρια κυμαίνονται από 10 έως και 400 ευρώ.
Σε πολλές περιπτώσεις, τα χρωστούμενα μπορεί να φτάνουν και το τρίμηνο ή το εξάμηνο, ενώ υπάρχουν και εκείνοι που χρωστούν έως και τρία χρόνια.
Οι φαρμακοποιοί κάνουν δόσεις των 50 ή 100 ευρώ, ενώ συχνά ζητούν από τους ασφαλισμένους να δώσουν ό,τι μπορούν, έστω και 3 ή 5 ευρώ, προκειμένου να μην ξεκόψουν και εξαφανιστούν.
Ορισμένοι εξαφανίζονται ακόμη και από ντροπή που δεν έχουν να πληρώσουν και στη συνέχεια αναζητούν άλλο φαρμακείο για να πάρουν τα φάρμακά τους, ανοίγοντας νέο κύκλο χρεών.
Για να αποφύγει κάποιος τον ορυμαγδό των υψηλών συμμετοχών, θα πρέπει να έχει (ή να εμφανίζει) ετήσιο εισόδημα από 2.400 ευρώ και κάτω...
Για άτομα με αναπηρία κάτω του 67%, ισχύει η μηδενική συμμετοχή στα φάρμακα εφόσον έχουν πραγματικό ετήσιο εισόδημα έως 6.000 ευρώ.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}