Οι περίοδοι υψηλής επίπτωσης γρίπης συνδέονται με αύξηση και της επίπτωσης διεισδυτικής μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου στον παιδικό πληθυσμό. Επιδημιολογική μελέτη για τη σπάνια, αλλά σοβαρή και δυνητικά θανατηφόρα νόσο στον παιδικό πληθυσμό της Βόρειας Ελλάδας κατά την δεκαετία 2011-2021, κατέγραψε τις επιδημιολογικές μεταβολές και την διαχρονική της εξέλιξη, την επίπτωση κάθε χρόνου, τις κλινικές εκδηλώσεις και την έκβαση των ασθενών. Τα αποτελέσματα της μελέτης παρουσιάστηκαν στο 14ο Επιστημονικό Συνέδριο του Τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ, από την ειδική Παιδίατρο και εξειδικευόμενη στη ΜΕΘ Παίδων του Ιπποκράτειου νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, Αθανασία Μάνου (φωτογραφία).

Η σύνδεση με τη γρίπη

Οι επιστήμονες συνέλλεξαν πληροφορίες που αφορούν δημογραφικά, μικροβιολογικά και κλινικά δεδομένα για από τα δημοσιευμένα στοιχεία του ΕΟΔΥ και από την βάση δεδομένων του Εθνικού Κέντρου Αναφοράς Μηνιγγίτιδας, για παιδιά ηλικίας 0 ως 19 ετών που νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομεία της Βόρειας Ελλάδας κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Στη συνέχεια προχώρησαν σε ανασκόπηση ιατρικών φακέλων και βιβλίων παρακολούθησης ασθενών στα εξωτερικά ιατρεία, δίνοντας κυρίως έμφαση σε επιπλοκές και στην έκβαση των ασθενών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ, κατά την περίοδο 2011-2021 δηλώθηκαν συνολικά 51 επιβεβαιωμένα κρούσματα διεισδυτικής μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου σε παιδιά της Βόρειας Ελλάδας, με διάμεση ηλικία τα 3 έτη και μια μικρή υπεροχή των αγοριών έναντι των κοριτσιών. Η πλειοψηφία των κρουσμάτων αφορούσε βρέφη κάτω του ενός έτους.

Κατά μέσο όρο, το εύρος των δηλούμενων κρουσμάτων ετησίως κυμάνθηκε από 0 ως 9 περιστατικά, με τον μεγαλύτερο αριθμό να καταγράφεται το 2013 και το 2014. "Παρατηρήσαμε σύμφωνα με τα δεδομένα και του ΕΟΔΥ και του Εθνικού Κέντρου Αναφοράς ότι η επίπτωση της νόσου συνολικά στον πληθυσμό της χώρας μας ήταν αυξημένη, και επίσης την ίδια χρονιά - τον χειμώνα του 2013 μέχρι την άνοιξη του 2014 - η επίπτωση της γρίπης ήταν αρκετά αυξημένη. Έχοντας κατά νου ότι η προηγηθείσα λοίμωξη του αναπνευστικού από γρίπη αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα για εμφάνιση διεισδυτικής μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου, θεωρούμε ότι αυτά τα δύο γεγονότα σχετίζονται άμεσα", ανέφερε η κ. Μάνου.

Τι άλλαξε στην πανδημία

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 παρατηρήθηκε αιφνίδια και μεγάλη πτώση της επίπτωσης, εξέλιξη που καταγράφηκε τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως. Από το 2022, έπειτα από την άρση των προφυλακτικών μέτρων που εφαρμόστηκαν για τον περιορισμό της διασποράς του ιού, η επίπτωση άρχισε πάλι να αυξάνεται, σε μια πορεία προσέγγισης των προ-πανδημικών επιπέδων.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασε η εποχική κατανομή των κρουσμάτων: Μέχρι το 2019 τα κρούσματα που καταγράφονταν σε μεγαλύτερο αριθμό δηλώνονταν κατά τη διάρκεια των χειμερινών και εαρινών μηνών, ενώ από το 2019 ως το 2021 τα κρούσματα καταγράφηκαν μόνο το καλοκαίρι και το φθινόπωρο.

Κλινικές εκδηλώσεις, συμπτώματα και έκβαση

Η πλειοψηφία των ασθενών, σε ποσοστό 58,8%, εκδήλωσε τη νόσο με τη μορφή μηνιγγίτιδας. Το 23,5% εμφάνισε σηψαιμία, ενώ το 17,6% είχε συνδυασμό μηνιγγίτιδας και σηψαιμίας. Σε ό,τι αφορά την οροομάδα που απομονώθηκε, η συχνότερη ήταν η οροομάδα Β, σε ποσοστό 76,4%.

Όλοι οι ασθενείς εμφάνισαν πυρετό, ενώ σε σειρά συχνότητας ακολούθησαν το εξάνθημα, η μεταβολή επιπέδου συνείδησης και ο έμετος.

"Συσχετίζοντας τις κλινικές εκδηλώσεις με την ηλικία παρατηρήσαμε ότι τα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας άνω των 7 ετών εμφάνιζαν συχνότερα κεφαλαλγία και αυχενική δυσκαμψία, παιδιά πρώιμης παιδικής και νηπιακής ηλικίας εκδήλωναν σε μεγαλύτερο ποσοστό μεταβολή επιπέδου συνείδησης, ενώ σημεία αναπνευστικής δυσχέρειας εμφανίζονταν σε παιδιά μικρότερης ηλικίας, κάτω των 15 μηνών", σημείωσε η κ. Μάνου.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών ακολούθησε σταθερή πορεία κατά τη νοσηλεία του, χωρίς την εμφάνιση επιπλοκών. Ωστόσο, 10 ασθενείς έχρηζαν νοσηλεία σε ΜΕΘ και απ' αυτούς οι 8 διασωληνώθηκαν.

Παρατηρήθηκε ότι οι ασθενείς που εμφάνισαν μηνιγγίτιδα με συνοδό σηψαιμία είχαν ως και 40 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να διασωληνωθούν συγκριτικά με τους υπόλοιπους ασθενείς.

Το 51% των ασθενών τελικά ιάθηκε χωρίς να εμφανίσει επιπλοκές. Ωστόσο, πάνω από το ένα τέταρτο των ασθενών εμφάνισε κάποιου είδους επιπλοκή, άμεσα ή αργότερα, με πιο συχνές τις νευρολογικές. Δύο ασθενείς εμφάνισαν δερματικές βλάβες και ουλές, ένα περιστατικό έχριζε ακρωτηριασμού και των δύο κάτω άκρων λόγω ξηρής γάγγραινας, μια θρόμβωση κάτω άκρου, ενώ ένας ασθενής εμφάνισε μυοκαρδιοπάθεια.

Συσχετίζοντας τα κλινικά σύνδρομα με την δυσμενή έκβαση, στην οποία συμπεριλήφθηκαν οι επιπλοκές και ο θάνατος, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι οι ασθενείς που εμφάνισαν μηνιγγίτιδα με συνοδό σηψαιμία είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα ως και 5,5 φορές να εμφανίσουν δυσμενή έκβαση, συγκριτικά με τους υπόλοιπους ασθενείς.

Συμπερασματικά

Υπολογίστηκε ότι η μέση επίπτωση της νόσου στον πληθυσμό μελέτης για την περίοδο 2011-2021 ήταν 0,87 ανά 100.000 πληθυσμό, με την υψηλότερη επίπτωση το 2013. Αντίστοιχα δεδομένα από το Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Μηνιγγίτιδας για το συνολικό παιδιατρικό πληθυσμό της χώρας κατά την ίδια περίοδο ανέδειξε ένα εύρος ετήσιας επίπτωσης από 0,7 έως 2,13 ανά 100.000 πληθυσμό με την υψηλότερη επίπτωση να καταγράφεται και πάλι το 2013.

Η πλειοψηφία των ασθενών μας ήταν βρέφη και παιδιά κάτω των 4 ετών (64,7%). Τα δεδομένα συμβαδίζουν με αυτά που αφορούν στον παιδιατρικό πληθυσμό της χώρας (2004 - 2023) με επίπτωση 4,07/100.000 σε παιδιά 0 - 4 ετών.

Σε ό,τι αφορά την έκβαση:

  • Περίπου 20% νοσηλεύτηκαν σε ΜΕΘ, πάνω από 15% διασωληνώθηκαν.
  • Πάνω από 25% εμφάνισαν επιπλοκές, με συχνότερες τις νευρολογικές.
  • Η θνητότητα προσέγγισε το 4%.

Τα παιδιά που εμφάνισαν μηνιγγίτιδα με συνοδό σηψαιμία είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα τόσο για διασωλήνωση όσο και για δυσμενή έκβαση.

"Η μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος είναι μια σπάνια αλλά πολύ σοβαρή οντότητα, που δεν παρουσιάζει τάσεις βελτίωσης ακόμη και σήμερα που το επίπεδο παροχής υπηρεσιών υγείας συνεχώς βελτιώνεται. Οπότε σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και αντιμετώπισή της διαδραματίζει ο εμβολιασμός", επισήμανε η κ. Μάνου, καταλήγοντας: "Επίσης, πρόκειται για μια νόσο με μεταβαλλόμενη και απρόβλεπτη επιδημιολογία, γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος της συνεχούς και στενής επιτήρησης της νόσου, παρακολούθησης των μεταβολών που χαρακτηρίζουν την επίπτωσή της και επίσης παρακολούθησης για τυχόν ανάδυση νέων οροομάδων και στελεχών".

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Μήπως παίρνουμε υπερβολικά πολλά συμπληρώματα βιταμινών;
ΙΣΠ: Εκπαίδευση στους δημοτικούς υπαλλήλους Πειραιά, Νίκαιας, Κορυδαλλού
Εξαιρετικά επιτυχημένη η έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του πνεύμονα (μελέτη)