Σοβαρό πρόβλημα με ψείρες που αντιστέκονται σε πολλές από τις θεραπείες εναντίον τους παρατηρείται στην Ελλάδα, ακριβώς όπως έχει παρατηρηθεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ.
Μάλιστα οι ψείρες δεν αναπτύσσονται μόνο σε παιδιά αλλά και σε ενήλικες, ακόμα και σε γυναίκες με βαμμένα μαλλιά που κανονικά θα έπρεπε να έχουν απαλλαγεί από αυτές.
«Οι ψείρες έχουν “θεριέψει” και έχουμε πολλά περιστατικά στα οποία πρέπει να δοκιμάσουμε πολλά και διαφορετικά αντιφθειρικά προϊόντα έως ότου βρούμε κάποιο που αποδίδει», λέει ο Δρ. Μάρκος Μιχελάκης, Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος (Αισθητική Δερματολογία-Δερματοχειρουργική). «Ακόμα και γυναίκες με βαμμένα μαλλιά έχουν πρόβλημα, παρότι οι βαφές θα έπρεπε στις περισσότερες περιπτώσεις να εμποδίζουν την επιμόλυνση των μαλλιών από ψείρες».
Οι ψείρες είναι παρασιτικά έντομα που μεταδίδονται από το ένα άτομο στο άλλο με την επαφή των κεφαλιών τους ή με την κοινή χρήση αντικειμένων (π.χ. καπέλα, πετσέτες, κτένες κ.λπ.). Ωστόσο, δεν μπορούν να επιζήσουν για πολύ μακριά απ' το ανθρώπινο σώμα.
Τα ενήλικα έντομα έχουν μήκος 2-3 χιλιοστά και εντοπίζονται συνήθως στον αυχένα, στους κροτάφους και στα αυτιά. Αριθμητικά όμως είναι λίγες και μπορεί να μην φαίνονται πάνω στα μαλλιά, διότι το χρώμα τους μπορεί να είναι καστανό, καστανόξανθο, γκριζωπό ή μαύρο. Έτσι, αυτό που συχνά αντιλαμβανόμαστε είναι οι κόνιδες, δηλαδή τα αυγά τους τα οποία είναι πολυάριθμα, λευκά, κολλάνε σε απόσταση λίγων χιλιοστών από τη ρίζα των τριχών και δεν ξεκολλάνε εύκολα από αυτές.
«Για την αντιμετώπισή τους υπάρχουν πολλά ειδικά προϊόντα τα οποία άρχισαν να χρησιμοποιούνται τη δεκαετία του ’40 και για σχεδόν έξι δεκαετίες ήταν πολύ αποτελεσματικά», εξηγεί ο Δρ. Μιχελάκης. «Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, όμως, άρχισαν να δημοσιεύονται σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Αυστραλία αναφορές για ανθεκτικά στελέχη, με αποκορύφωμα μία μελέτη που δημοσιεύθηκε πέρυσι στο περιοδικό Journal of Medical Entomology και έδειξε ότι η συντριπτική πλειονότητα των ψειρών σε 42 αμερικανικές πολιτείες φέρουν μεταλλαγμένα γονίδια που αυξάνουν την ανθεκτικότητά τους σε μη-συνταγογραφούμενα προϊόντα με πυρεθρίνες και πυρεθροειδή, τα οποία αποτελούν την πρώτη γραμμή θεραπείας».
Αν και δεν είναι γνωστό με ποιον τρόπο συνέβησαν αυτές οι μεταλλάξεις, είναι πολύ πιθανό να έπαιξε ρόλο η κατάχρηση των προϊόντων αυτών. «Πολύς κόσμος έχει την τάση να κάνει αυτοδιαγνώσεις και να προχωρά σε αυτοθεραπεία, δίχως να συμβουλευθεί έναν ειδικό, ενώ πολλές φορές δεν ακολουθεί καν τις οδηγίες χρήσεως των προϊόντων που αγοράζει», λέει ο Δρ. Μιχελάκης. Όντως, μελέτες έχουν δείξει ότι πολλοί αυξάνουν τις δόσεις των προϊόντων που χρησιμοποιούν, νομίζοντας ότι έτσι θα αυξήσουν την αποτελεσματικότητά τους.
Παρότι, όμως, όλα αυτά ακούγονται πολύ ανησυχητικά, ο Δρ. Μιχελάκης τονίζει πως τα μη-συνταγογραφούμενα προϊόντα πρέπει να εξακολουθήσουν να αποτελούν την πρώτη γραμμή θεραπείας εναντίον των ψειρών, αφού κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων αν έχει ανθεκτικές ψείρες ή όχι.
Επιπλέον, ακόμα και αν οι ψείρες είναι ανθεκτικές δεν προκαλούν χειρότερα συμπτώματα από τις κοινές ψείρες, απλώς είναι πιο δύσκολη η καταπολέμησή τους.
Η θεραπεία
Το πρώτο και σημαντικότερο βήμα της θεραπείας είναι να διαβάσετε προσεκτικά τις οδηγίες χρήσεως του προϊόντος που θα χρησιμοποιήσετε και να τις τηρήσετε κατά γράμμα. Αν τα μαλλιά σας είναι πολύ μακριά (κάτω από τους ώμους) μπορεί να χρειασθείτε δύο μπουκάλια από το αντιφθειρικό προϊόν, όπως συνιστούν και τα αμερικανικά ομοσπονδιακά Κέντρα Ελέγχου & Πρόληψης Νοσημάτων (CDC).
Πριν τη χρήση της αντιφθειρικής θεραπείας δεν πρέπει να έχετε λουστεί με κοινό σαμπουάν ούτε να έχετε βάλει στα μαλλιά σας conditioner. Δεν πρέπει επίσης να λουστείτε για 1-2 ημέρες μετά τη χρήση του αντιφθειρικού προϊόντος.
Αν 8-12 ώρες μετά την εφαρμογή του προϊόντος δείτε νεκρές ψείρες στα μαλλιά σας ή πως τα έντομα κινούνται πιο αργά από ό,τι πριν το χρησιμοποιήσετε, χτενίστε τα μαλλιά σας με το ειδικό μεταλλικό χτενάκι που τις απομακρύνει και περιμένετε, ελέγχοντας τακτικά τα μαλλιά σας. Μπορεί κάποια στιγμή να χρειασθεί να επαναλάβετε την επάλειψη, ανάλογα με τις οδηγίες χρήσεως του προϊόντος. Ο έλεγχος πρέπει να γίνεται καθημερινά επί τουλάχιστον μία εβδομάδα και στη συνέχεια σποραδικά, ειδικά αν εξακολουθεί να υπάρχει πρόβλημα με ψείρες στο σχολείο του παιδιού ή στον στενό κοινωνικό σας περίγυρο.
Αν 8-12 ώρες μετά την εφαρμογή δεν βλέπετε νεκρές ψείρες και τα ζωύφια είναι δραστήρια όπως πριν τη χρήση του προϊόντος, είναι πιθανό να μην έχει αποδώσει το αντιφθειρικό προϊόν. Μην σπεύσετε όμως να επαναλάβετε τη θεραπεία: συμβουλευθείτε πρώτα τον δερματολόγο σας.
Όσον αφορά τις βαφές για τα μαλλιά, πρέπει να ξέρετε ότι ναι μεν μπορούν να σκοτώσουν τις ψείρες, αλλά όχι τις κόνιδες, γιατί έχουν πολύ σκληρό περίβλημα το οποίο δεν μπορούν να διαπεράσουν οι βαφές, κατά τον Δρ. Μιχελάκη. Επομένως, μετά τη βαφή πρέπει να τις αφαιρέσετε με το ειδικό χτενάκι, ειδάλλως θα υποτροπιάσετε μέσα σε μία εβδομάδα αφού οι κόνιδες εκκολάπτονται κάθε επτά ημέρες.
Προστασία της οικογένειας
Για να καταπολεμηθούν οι ψείρες συνήθως απαιτείται θεραπεία και παρακολούθηση επί τουλάχιστον 2 συνεχόμενες εβδομάδες για το άτομο που τις φέρει, ενώ όλα τα άτομα της οικογένειάς του καθώς και όσοι έρχονται σε στενή επαφή μαζί του πρέπει να ελέγχονται λεπτομερώς και, αν βρεθεί ότι είναι μολυσμένα, να κάνουν και αυτά θεραπεία. Η θεραπεία πρέπει να αρχίζει ταυτοχρόνως για όλους.
Για να αποφευχθεί η επιμόλυνση της οικογένειας όταν ένα άτομο έχει ψείρες, δεν θα έβλαπτε να λούζονται οι υπόλοιποι με σαμπουάν που περιέχει πυρεθρίνες ή μαλαθείο μία φορά την εβδομάδα επί 2-3 συνεχόμενες εβδομάδες ή σε καθημερινή βάση με φυτικό σαμπουάν που απωθεί τις ψείρες.
Καλό θα ήταν επίσης να απολυμανθούν προληπτικά ορισμένα κοινόχρηστα αντικείμενα, όπως τα σεντόνια και οι πετσέτες, με πλύσιμο στο πλυντήριο στους 90ο βαθμούς. Να πλένετε τέλος τις χτένες και τις βούρτσες της οικογένειας σε καυτό νερό, αφήνοντάς τες σε αυτό για τουλάχιστον 5 λεπτά.
Ειδήσεις υγείας σήμερα
ΕΛΙΚΑΡ: Κοινωνική δράση υλοποίησης δωρεάν καρδιολογικού ελέγχου
13ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ασθενών: Οι ασθενείς και το αύριο της Υγείας
Συναγερμός για τη μικροβιακή αντοχή - Τι εντόπισε σε ελληνικά νοσοκομεία κλιμάκιο του ECDC