Του Γιώργου Παπανικολάου

Το κυρίαρχο θέμα που συζητούν τώρα κυβερνήσεις ανά τον κόσμο, πίσω από κλειστές πόρτες, αφορούν τον περιορισμό των lockdown και την σταδιακή - σε κάθε περίπτωση - έξοδο των πολιτών, από την υποχρεωτική παραμονή στο σπίτι. Διότι μπορεί μεν τα lockdown να "λειτουργούν" καλά ως προς τη μείωση της μεταδοτικότητας του κορονοϊού, όπως δείχνουν όλα τα στοιχεία, έχουν, όμως, καταστρεπτικές επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα, που καμία σύγχρονη οικονομία δεν μπορεί να αντέξει επ' αόριστον.

Ωστόσο, τα εμπόδια για μια συγκροτημένη έξοδο, φαίνεται να είναι προς το παρόν μεγάλα, όσο κι αν χώρες όπως η Αυστρία και η Δανία έχουν κάνει ήδη ανακοινώσεις για σταδιακό περιορισμό τους μετά το Καθολικό Πάσχα.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, άλλωστε έσπευσε να προειδοποιήσει ότι η αλλαγή από το καθεστώτα τύπου "Μένουμε Σπίτι", μάλλον είναι πρώιμη σε αυτή τη φάση και ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνει με εξαιρετική προσοχή, για να μην υπάρξει αναζωπύρωση.

Για να γίνει περισσότερο "τεχνικά" αντιληπτό, σύμφωνα με στοιχεία από τη Βρετανία, η μεταδοτικότητα (δείκτης R) του κορωνοϊού πριν τα μέτρα κοινωνικής απομόνωσης ήταν περίπου 2,5 με 3 (ένα άτομο μολύνει 2.5 με 3 άλλα άτομα, κατά μέσο όρο), όταν για να εξαπλώνεται μια επιδημία, ο δείκτης αυτός πρέπει να είναι πάνω από 1. Μετά τη λήψη των μέτρων απομόνωσης, ο δείκτης R υπολογίζεται ότι έπεσε στο 0,6, κάτι που σημαίνει ότι η επιδημία, αντί να εξαπλώνεται, περιορίζεται. Αν όμως τα μέτρα εκλείψουν χωρίς νέα άλλου τύπου μέτρα, ο κίνδυνος αναζωπύρωσης είναι μεγάλος.

Προϋπόθεση

Ένα θέμα στο οποίο φαίνεται να συμφωνούν όλοι οι ειδικοί είναι ότι για να ξεκινήσει η διαδικασία της εξόδου θα πρέπει η κάθε εμπλεκόμενη χώρα να έχει αυξήσει κυριολεκτικά δραματικά τις δυνατότητες της, σε ότι αφορά την διενέργεια διαγνώσεων (μέσω των γνωστών πλέον τεστ), αλλά και γρήγορης ιχνηλάτησης των επαφών στα νέα κρούσματα που ενδεχομένως θα προκύψουν.

Το πρόβλημα είναι ότι καμία χώρα στην Ευρώπη, όπως επίσης και στην Αμερική, δεν φαίνεται προς το παρόν να διαθέτει τον αριθμό των τεστ και την υποδομή για την διενέργεια τους σε τόσο μαζική κλίμακα. Ακόμη και η Γερμανία στην οποία γίνονται σύμφωνα με τους Financial Times, πάνω από 50.000 τεστ την ημέρα, δεδομένου του πληθυσμού των 82 εκατομμυρίων, δεν είναι σε θέση να κάνει τεστ (που κατά ορισμένους επιστήμονες θα έπρεπε να γίνονται πιθανώς επαναληπτικά, π.χ. μια φορά την εβδομάδα) στη μαζική κλίμακα που απαιτείται για να ελέγχονται όσοι έχουν ελαφρά συμπτώματα, ή ακόμη και δειγματοληπτικά οι ασυμπτωματικοί.

Η Μεγάλη Βρετανία δήλωσε ότι έχει στόχο τη διενέργεια πάνω από 100.000 τεστ ημερησίως, πλην όμως απέχει ακόμη παρά πολύ από το να αποκτήσει αυτή τη δυνατότητα.

Στην Ελλάδα, παρότι ο αριθμός των τεστ που γίνονται έχει αυξηθεί το τελευταίο διάστημα, (με αποτέλεσμα να έχουν πραγματοποιηθεί πάνω από 37.000 τεστ συνολικά), δεν υπάρχει προς το παρόν καμία ενημέρωση για τις δυνατότητες διενέργειας των μαζικών τεστ που θα απαιτηθούν στη φάση της σταδιακής έστω εξόδου, ούτε αναφορικά με τη διαθεσιμότητα επαρκών αποθεμάτων, ή σχετικών παραγγελιών, ούτε σε ότι αφορά τις απαιτούμενες υποδομές στο σύστημα Υγείας.

Ένα άλλο θέμα αφορά τη μαζική διενέργεια τεστ αντισωμάτων, προκειμένου να διαπιστώνεται ποιοι έχουν περάσει τον ιό κι έχουν ανοσία, κάτι που θα σήμαινε ότι μπορούν να κινηθούν ελεύθερα. Το καλό με αυτά τα τεστ είναι ότι μπορούν ευκολότερα να γίνουν σε μεγάλη κλίμακα.

"Διαβατήρια" 

Ορισμένοι μάλιστα στο εξωτερικό σκέφτονται ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν και "διαβατήρια αντισωμάτων" που θα έδειχναν ποιος έχει πλέον ανοσία και άρα μπορεί να κινείται και να δουλεύει ελεύθερα. (σκέψη που δεν φαίνεται να εξετάζει προς το παρόν η ελληνική κυβέρνηση κρίνοντας από δηλώσεις του υφυπουργού Πολιτικής Προστασίας κ. Χαρδαλιά.

Εδώ όμως, το πρόβλημα είναι διττό. Πρώτον διότι προς το παρόν δεν υπάρχουν αξιόπιστα τεστ αντισωμάτων, όπως είπε πρόσφατα και ο καθηγητής Τσιόδρας. Και δεύτερον διότι οι πληροφορίες για την ανθρώπινη ανοσία από το ιό, είναι έως στιγμής αντικρουόμενες, τόσο σε ότι αφορά τη διάρκεια αυτής της ανοσίας, όσο και στο εάν όλοι όσοι προσβλήθηκαν έχουν την ίδια ανοσία. Κι αυτό καθώς έρευνα που έγινε στην Κίνα, φαίνεται να δείχνει ότι πολλά άτομα που κόλλησαν τον ιο αλλά δεν παρουσίασαν βαριά συμπτώματα, έχουν ελάχιστα ή και καθόλου αντισώματα. 

Ένα ακόμη πρόβλημα αφορά την ταχύτατη ιχνηλάτηση όσων έρθουν σε επαφή με κάποιο κρούσμα. Στην Κίνα δημιουργήθηκαν για το σκοπό αυτό εφαρμογές κινητών οι οποίες στην πράξη κατέστησαν από το κράτος "υποχρεωτικής χρήσης". Ωστόσο στις δημοκρατικές κοινωνίες της Δύσης και της Ευρώπης, η χρήση τέτοιου είδους εφαρμογών, που δείχνουν τις διαδρομές που έκανε ένα άτομο και τα πρόσωπα με τα οποία ήρθε σε επαφή, εντοπίζοντας μάλιστα όσους αποτελούν "κρούσμα", φαίνεται να σκοντάφτουν, όχι μόνο σε αντιλήψεις και συμπεριφορές, αλλά και σε πολύ βασικά θέματα προσωπικών δεδομένων, τα οποία ειδικά στην Ευρώπη (και στην Ελλάδα) προστατεύονται με μεγάλη αυστηρότητα.

Πηγές:
Euro2day

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Μάστιγα η βία κατά των γυναικών στη Βρετανία
Εντοπισμός 67 νόσων από μια σταγόνα αίμα!
Περισσότερα φρούτα στη μέση ηλικία απομακρύνουν τον κίνδυνο κατάθλιψης [μελέτη]