Αγγλικός όρος
anemia
Ορισμός
Μείωση της μάζας των κυκλοφορούντων ερυθρών αιμοσφαιρίων. Γενικά κάποιος θεωρείται αναιμικός όταν σύμφωνα με τις
εργαστηριακές εξετάσεις τα επίπεδα της αιμοσφαιρίνης είναι τουλάχιστον δύο μονάδες κάτω από το μέσο επίπεδο. Για να τεθεί η διάγνωση της αναιμίας θα
πρέπει να λαμβάνονται υπ όψιν κάποιες μεταβλητές όπως είναι η ηλικία του ασθενούς (τα νεογέννητα είναι αναιμικά όταν έχουν επίπεδα αιμοσφαιρίνης τα
οποία θα θεωρούνταν σαν ερυθροκυττάρωση στους ενήλικες), το φύλο (οι άνδρες έχουν υψηλότερα επίπεδα αιμοσφαιρίνης σε σχέση με τις γυναίκες) την
εγκυμοσύνη (η αραίωση του αίματος κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μειώνει τις τιμές της μετρούμενης αιμοσφαιρίνης) το υψόμετρο διαβίωσης, την φυλετική
και εθνική καταγωγή.
Συμπτωματική αναιμία υπάρχει όταν η συγκέντρωση της αιμοσφαιρίνης είναι μικρότερη από αυτή που απαιτείται για να
μεταφερθεί η ποσότητα οξυγόνου που απαιτείται για να ικανοποιηθούν η ανάγκες του οργανισμού. Όταν η ανάπτυξη της αναιμίας είναι βραδεία, ωστόσο, δε
παρατηρείται διαταραχή κάποιας λειτουργίας ακόμα και αν τα επίπεδα της αιμοσφαιρίνης είναι χαμηλότερα από 7g/ 100ml αίματος.
Η αναιμία δεν
αποτελεί νόσημα αλλά σύμπτωμα κάποιας νόσου. Συνήθως κατατάσσεται με βάση το μέσο όγκο των όγκο των ερυθρών αιμοσφαιρίων και διακρίνεται σε
μικροκυτταρική (<80), νορμοκυτταρική (80-94) και μακροκυτταρική (>94)· με βάση τη μέση περιεκτικότητα των ερυθρών αιμοσφαιρίων σε αιμοσφαιρίνη,
διακρίνεται σε υπόχρωμη (<27), νορμόχρωμη (27-32) και υπέρχρωμη (>32)· και με βάση την αιτία.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ: Η αναιμία μπορεί να
οφείλεται σε αιμορραγία (π.χ. από την γαστρεντερική οδό ή από τη μήτρα)· σε ανεπάρκεια βιταμινών ή ιχνοστοιχείων (κυρίως της βιταμίνης B12, του φυλλικού
οξέος ή του σιδήρου)· σε μείωση της παραγωγής ερυθρών αιμοσφαιρίων (π.χ. σε καταστολή του μυελού στην νεφρική ανεπάρκεια ή σε ανεπάρκεια του
μυελού των οστών στα μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα)· αύξηση της καταστροφής (λύσης) των ερυθρών αιμοσφαιρίων (π.χ. στην αιμόλυση λόγω
δρεπανοκυτταρικής αναιμίας)· ή στην αυξημένη απομάκρυνση των ερυθρών αιμοσφαιρίων από τον σπλήνα (πχ. σε πυλαία υπέρταση).
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Οι αναιμικοί ασθενείς είναι δυνατόν να εμφανίσουν αδυναμία, κόπωση, ελαφρά ζάλη, δύσπνοια, αίσθημα παλμών, στηθάγχη και
κεφαλαλγία. Πιθανά σημεία της αναιμίας είναι η ταχυπαλμία και η ταχύπνοια εάν η απώλεια του αίματος είναι ραγδαία. Τα άτομα με χρόνια αναιμία είναι
πιθανόν ανάμεσα στα άλλα να εμφανίζουν ωχρότητα δέρματος, βλεννογόνων, ή ονύχων και ρωγμές στις γωνίες του στόματος·
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Η
αντιμετώπιση της αναιμίας είναι ειδική, ανάλογα με το αίτιο που την προκάλεσε. Η πρόγνωση της αναιμίας είναι πολύ καλή εάν το αίτιο που την προκάλεσε
είναι αναστρέψιμο.
Αναιμία λόγω αυξημένης απώλειας αίματος: Στην οξεία απώλεια αίματος, θα πρέπει να λαμβάνονται άμεσα μέτρα για τη διακοπή
της αιμορραγίας, για την αποκατάσταση του όγκου του αίματος, με μετάγγιση και για την αντιμετώπιση τυχόν καταπληξίας. Η χρόνια απώλεια αίματος συνήθως
προκαλεί σιδηροπενική αναιμία.
Αναιμία λόγω αυξημένης καταστροφής ερυθρών αιμοσφαιρίων: Θα πρέπει να αντιμετωπίζεται το ειδικό αίτιο της
αιμόλυσης.
Αναιμία λόγω της μειωμένης παραγωγής ερυθρών αιμοσφαιρίων: Στις περιπτώσεις που υπάρχει κάποια ανεπάρκεια, θα πρέπει να
χορηγείται θεραπεία υποκατάστασης για την αντιρρόπηση της συγκεκριμένης ανεπάρκειας (π.χ. σίδηρος, βιταμίνη Βΐ2, φυλλικό οξύ, ασκορβικό οξύ). Σε
διαταραχές του μυελού των οστών, εάν η αναιμία οφείλεται σε κάποια τοξική κατάσταση, η απομάκρυνση του τοξικού παράγοντα μπορεί να οδηγήσει και στη
διόρθωση της αναιμίας.
Αναιμία λόγω νεφρικής ανεπάρκειας: Οι ενέσεις ερυθροποιητίνης είναι δυνατόν να βοηθήσουν.
ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ
ΑΣΘΕΝΟΥΣ: Ο ασθενής ελέγχεται για σημεία και συμπτώματα αναιμίας και οι εργαστηριακές εξετάσεις επανελέγχονται για τυχόν ευρήματα συμβατά με ανεπαρκή ερυθροποίηση ή πρώιμη καταστροφή των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Προγραμματίζονται και πραγματοποιούνται οι ενδεδειγμένες διαγνωστικές εξετάσεις. Ανάπαυση: εκτιμάται κατά πόσον ο ασθενής αισθάνεται εύκολη κόπωση· θα πρέπει να προγραμματίζεται η φροντίδα του ασθενούς αλλά και οι δραστηριότητες και επίσης θα πρέπει να μεσολαβούν διαστήματα ανάπαυσης. Στοματική υγιεινή: Το στόμα του ασθενούς θα πρέπει να ελέγχεται καθημερινά για τυχόν εμφάνιση γλωσσίτιδας, βλάβες του στόματος ή έλκη. Συνιστάται η περιποίηση του στόματος με κάποιο σπόγγο ή βαμβάκι, καθώς και η χρήση αλκαλικών στοματικών διαλυμάτων σε περίπτωση που έχουν εμφανιστεί έλκη. Επίσης μπορεί να είναι απαραίτητη η επίσκεψη σε κάποιον οδοντίατρο. Δίαιτα: Ο ασθενής ενθαρρύνεται να λαμβάνει μικρές ποσότητες τροφής σε τακτικά διαστήματα. Η περιποίηση του στόματος θα πρέπει να προγραμματίζεται ακριβώς πριν από τα γεύματα. Η νοσηλεύτρια ή κάποιος διατροφολόγος συστήνει την κατάλληλη δίαιτα ανάλογα με τον τύπο της αναιμίας. Φαρμακοθεραπεία: Οι ιατροί ενημερώνουν τον ασθενή σχετικά με τη δράση των φαρμάκων, τα προσδοκώμενα οφέλη, τις παρενέργείες τους και τη ενδεικνυόμενη δοσολογία και τρόπο χορήγησής τους. Εκπαίδευση του ασθενούς: Οι ασθενείς και η οικογένειά τους ενημερώνονται σχετικά με την αιτία της αναιμίας και τους λόγους χορήγησης της ενδεικνυόμενης αγωγής. Επίσης, θα πρέπει ο ασθενής να ενημερώνεται σχετικά με το ότι θα πρέπει να ακολουθήσει κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα όσον αφορά την ανάπαυσή του, τις δραστηριότητές του, τη δίαιτα, την πρόληψη από οποιαδήποτε λοίμωξη (στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η τακτική θερμομέτρηση), αλλά και την λήψη εργαστηριακών εξετάσεων και την ιατρική εκτίμηση.
Ετυμολογία
[Ελλ an-, αν- + haima, αίμα]
Υπώνυμος όρος
achlorydric anemia
aplastic anemia
autoimmune hemolytic anemia
congenital
hemolytic anemia
congenital hypoplastic anemia
Cookys anemia
deficiency anemia
Diamond-Blackfan anemia
erythroblastic
anemia
folic acid deficiency anemia
hemolytic anemia
hyperchromic anemia
hypochromic anemia
hypoplastic anemia
iron-deficiency anemia
macrocytic anemia
Mediteranean anemia
megaloblastica anemia
microcytic anemia
milk anemia
anemia of the newborn
normochromic anemia
normocytic anemia
nutritional anemia
pernicious anemia
physiological anemia of
pregnancy
anemia of prematurity
pure red aplasia anemia
runners anemia
septic anemia
sickle cell anemia
splenic
anemia
transfusion-dependent anemia