Αγγλικός όρος

atelectasis

Ορισμός

1. Η κατάσταση κατά την οποία υπάρχει σύμπτωση των τοιχωμάτων των πνευμόνων ή απουσία αέρα στους πνεύμονες.
2. Η κατάσταση κατά την οποία οι πνεύμονες ενός εμβρύου δεν εκπτύσσονται μερικώς ή και καθόλου κατά την γέννηση.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ: Μπορεί να οφείλεται στην απόφραξη ενός ή περισσοτέρων αεραγωγών από βύσματα βλέννης· σε υποαερσμό λόγω πόνου (πχ. από κάταγμα κάποιων πλευρών) ή σε αερισμό με ανεπαρκείς όγκους αέρα· σε ανεπαρκή παραγωγή επιφανειοδραστικού παράγοντα· ή σε πίεση των πνευμόνων ή των βρόγχων από κάποιον όγκο, ανεύρυσμα ή διογκωμένους λεμφαδένες. Μερικές φορές είναι μια επιπλοκή χειρουργείου της κοιλιάς ή του θώρακα, που οφείλεται σε ακινησία των μυών οι οποίοι δεν κινούνται προκειμένου να αποφευχθεί ο πόνος. Η χρόνια ατελεκτασία ονομάζεται σύνδρομο μέσου λοβού και οφείλεται σε συμπίεση του βρόγχου του μέσου λοβού από τους λεμφαδένες της περιοχής.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Μπορεί να μην υπάρχουν συμπτώματα εάν η ατελεκτασία είναι μικρής έκτασης και ο ασθενής είχε υγιείς πνεύμονες. Η δύσπνοια είναι συχνή στην σοβαρή ατελεκτασία.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Η αντιμετώπιση εξαρτάται από την αιτιολογία. Οι ασθενείς με ατελεκτασία που οφείλεται σε συνεχιζόμενο αερισμό με μικρούς όγκους αέρα υποβάλλονται σε θεραπεία διάτασης των πνευμόνων τους όπως για παράδειγμα σε αναπνευστικές ασκήσεις με μορφή σπειρομέτρησης. Οι ασθενείς με ατελεκτασία που οφείλεται σε βύσματα βλέννης χρειάζονται θεραπεία καθαρισμού των βρόγχων με σκοπό την απομάκρυνση της βλέννης. Ο τεχνητός επιφανειοδραστικός παράγοντας μπορεί να είναι χρήσιμος σε παιδιά με μη ώριμους πνεύμονες και με ατελεκτασία.

ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΑΣΘΕΝΟΥΣ: Οι ασθενείς αυξημένου κινδύνου εκτιμώνται για τυχόν εμφάνιση δύσπνοιας, μειωμένης κινητικότητας των τοιχωμάτων του θώρακα, συμμετοχή των επικουρικών αναπνευστικών μυών, εφίδρωση, ταχύπνοια, και πλευριτικό πόνο. Γίνεται επίκρουση στο θωρακικό τοίχωμα πάνω από τους πνεύμονες για τυχόν μείωση της αντήχησης, και γίνεται και ακρόαση των πνευμόνων για μη φυσιολογικό αναπνευστικό ψιθύρισμα. Παρακολουθούνται ο κορεσμός του οξυγόνου με οξυμετρία και τα αέρια του αρτηριακού αίματος για ενδείξεις υποξαιμίας. Φυσιοθεραπείες για τον καθαρισμό των πνευμόνων είναι χρήσιμες στους ασθενείς με ατελεκτασία εξαιτίας της κατακράτησης των πνευμονικών εκκρίσεων. Η νοσηλεύτρια ή ο ειδικός θεραπευτής δίνουν οδηγίες και παρακολουθούν τον ασθενή σχετικά με τον τρόπο χρήσης των αναπνευστικών ασκήσεων για την πρόληψη ή την αποκατάσταση προϋπάρχουσας ατελεκτασίας. Η ατελεκτασία μπορεί να προληφθεί στους ασθενείς που βρίσκονται στην ομάδα αυξημένου κινδύνου παροτρύνοντάς τους να παίρνουν βαθιές ανάσες και να κάνουν ασκήσεις βήχα κάθε 1 ή 2 ώρες, με το να αλλάζουν συχνά τη θέση του σώματος τους και λαμβάνοντας τα ενδεικνυόμενα αναλγητικά. Επίσης, οι ασθενείς θα πρέπει να ενθαρρύνονται να λαμβάνουν την απαραίτητη ποσότητα υγρών, ο εισπνεόμενος αέρας εφυγραίνεται ανάλογα με τις ανάγκες και ο ασθενής βοηθάται ώστε να κινητοποιηθεί και να καθαρίσει από τις εκκρίσεις. Οι διασωληνωμένοι ή εξασθενημένοι ασθενείς υποβάλλονται σε αναρρόφηση όταν χρειάζεται. Εάν ο ασθενής βρίσκεται σε μηχανικό αερισμό, ο όγκος του εισπνεόμενου αέρα διατηρείται στα 10 έως 12 cc/kg ιδανικού βάρους σώματος ώστε να εξασφαλιστεί η επαρκής έκπτυξη των πνευμόνων όταν αυτή είναι αναγκαία.

Ετυμολογία

[Ελλ. ateles, ατελές + ektasis, επέκταση]

Υπώνυμος όρος

absorption atelectasis
passive atelectasis
resorption atelectasis