Αγγλικός όρος
hepatitis C
Ορισμός
Μία χρόνια εξ αίματος λοίμωξη που θεωρείται ότι προσβάλλει περίπου 2.700.000 άτομα στις Η.Π.Α. Η ηπατίτιδα C (παλαιότερα
γνωστή ως μη-Α, μη-Β ηπατίτιδα) προκαλείται από έναν μονόκλωνο RNA ιό που μεταδίδεται από άτομο σε άτομο με έκθεση στο αίμα και σε σωματικά υγρά.
Στο παρελθόν, ήταν η συχνότερη μορφή ηπατίτιδας μεταδιδόμενη με μεταγγίσεις αίματος ή προϊόντων αίματος και με μεταμόσχευση οργάνων.
Περίπου 28.000 νέα περιστατικά συμβαίνουν κάθε χρόνο στις Η.ΠΑ., τα περισσότερα από τα οποία προκύπτουν από κοινή χρήση βελονών κατά τη διάρκεια
κατάχρησης ενέσιμων ουσιών. Ένας μικρότερος αριθμός λοιμώξεων αποκτώνται ως αποτέλεσμα έκθεσης σε μολυσμένο αίμα στην εργασία (π.χ., στην
υγειονομική περίθαλψη). Περίπου 6% των περιστατικών είναι αποτέλεσμα μετάδοσης του ιού από τη μητέρα στο παιδί κατά τη διάρκεια του τοκετού.
Δερματοστιξία, τρύπημα σώματος και κατάχρηση ενδορρινικής κοκαΐνης σχετίζονται επίσης με ορισμένα περιστατικά. Η σεξουαλική μετάδοση του ιού (π.χ.,
μεταξύ παντρεμένων ζευγαριών) φαίνεται να συμβαίνει σπάνια. Η περίοδος επώασης είναι συνήθως 6-12 εβδομάδες, παρόλο που μπορεί να είναι
μεγαλύτερη, και η οξεία φάση διαρκεί σχεδόν 4 εβδομάδες. Σημεία και συμπτώματα οξείας λοίμωξης είναι συχνά ηπιότερα από την ηπατίτιδα Α και Β. Σχεδόν
75 έως 85% των ασθενών αναπτύσσουν χρόνια ηπατίτιδα. Είκοσι έως τριάντα χρόνια μετά την αρχική μόλυνση, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος κίρρωσης του
ήπατος (συμβαίνει σε περίπου 20% των προσβεβλημένων ατόμων) και καρκίνου του ήπατος (σε περίπου 1-5%).
Λοίμωξη από τον ιό της
ηπατίτιδας C (HCV) συνήθως αναγνωρίζεται, όταν ένα ασυμπτωματικό άτομο εμφανίζεται να έχει επαναλαμβανόμενα υψηλά ηπατικά ένζυμα σε συνήθεις
αιματολογικές εξετάσεις. Αντισώματα για τον HCV ή το HCV RNA στο αίμα επιβεβαιώνουν την λοίμωξη. Η παραγωγή αντισωμάτων διεγείρεται από το HCV
RNA, αλλά τα αντισώματα έναντι του HCV δεν καταστρέφουν τον ιό και δεν παρέχουν ανοσία.
ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΑΣΘΕΝΟΥΣ: Αντιϊϊκοί παράγοντες,
όπως ιντερφερόνη άλφα σε συνδυασμό με ριμπαβιρίνη μπορούν συχνά να θεραπεύσουν την ηπατίτιδα C, εάν χορηγηθούν για παρατεταμένες περιόδους
(περίπου 24 έως 48 εβδομάδες, ανάλογα με τον ιϊκό γονότυπο). Ο γονότυπος 1, ο πιο συχνά εμφανιζόμενος στις Η.Π.Α., ανταποκρίνεται στη θεραπεία σε
περίπου 50% των περιπτώσεων. Οι γονότυποι 2 και 3 ανταποκρίνονται σε συνδυαστική θεραπεία σε περισσότερο από 70% των περιπτώσεων. Η θεραπεία
μπορεί να προκαλέσει σημαντικές παρενέργειες, συμπεριλαμβανομένων υψηλών πυρετών, ριγών, κακουχίας, μυϊκών πόνων, και άλλων παρόμοιων με τη
γρίπη συμπτωμάτων. Οι υγειονομικές υπηρεσίες μπορούν να παρέχουν ανεκτίμητη εκπαίδευση σε προσβεβλημένους ασθενείς με την χορήγηση γραπτών και
προφορικών πληροφοριών σχετικά με συμπεριφορές υψηλού κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων της ανάγκης προς αποφυγή κοινής χρήσης βελονών από
χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών, της σεξουαλικής επαφής χωρίς προφύλαξη, ή της πόσης αλκοόλ. Το αλκοόλ αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του ήπατος
δραματικά για ένα άτομο με HCV.
Άλλες συστάσεις για άτομα προσβεβλημένα με ηπατίτιδα C συνοψίζονται στην ακόλουθη λίστα:
Μην
προσφέρετε αίμα, προϊόντα αίματος, ιστού, ή σπέρματος.
Αποφεύγετε την κοινή χρήση καλλυντικών/ ειδών προσωπικής περιποίησης που μπορεί
να είναι μολυσμένα με αίμα, όπως οδοντόβουρτσες ή ξυράφια.
Αποφύγετε την υπερβολική χρήση βοτάνων ή συνταγών φαρμάκων, εκτός κι αν
έχουν εγκριθεί από μία γνώστη υγειονομική υπηρεσία.
Εμβολιαστείτε για τις ηπατίτιδες Α και Β για την αποφυγή επιπρόσθετων ιϊκών προσβολών
του ήπατος.
Ομάδες κοινωνικής στήριξης και πηγές βασιζόμενες στο διαδίκτυο μπορεί να βοηθήσουν τα προσβεβλημένα άτομα να
πληροφορηθούν περισσότερο σχετικά με την αντιμετώπιση της νόσου, π.χ., http://www.liverfoundation.org. Τακτική επαγγελματική φροντίδα μπορεί να
βοηθήσει στη βελτιστοποίηση της υγείας και της ευεξίας.
Κύριος όρος
hepatitis