Αγγλικός όρος

bath

Ορισμός

Το μέσο και η μέθοδος καθαρισμού του σώματος ή οποιουδήποτε τμήματος αυτού ή η θεραπευτική του αντιμετώπιση με αέρα, φως, ατμό ή νερό. Η θερμοκρασία του λουτρού για έναν κλινήρη ασθενή θα πρέπει να είναι περίπου 35ο C, με τη θερμοκρασία δωματίου να κυμαίνεται μεταξύ 23,9ο - 26,7ο C.

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ: Τα θερμά και καυτά λουτρά ανακουφίζουν και το μυαλό και το σώμα. Τα βαθμιαία αυξανόμενα καυτά λουτρά και τα λουτρά με υδρατμούς χαλαρώνουν όλους τους μύες του σώματος. Τα καυτά λουτρά προκαλούν αγγειοδιαστολή στο δέρμα, μειώνοντας την αιμάτωση στους βαθύτερους ιστούς, ενώ βοηθούν επίσης στην ανακούφιση του πόνου και στη διέγερση των νεύρων. Τα κρύα λουτρά αφαιρούν θερμότητα και διεγείρουν την αντιδραστικότητα, ειδικά όταν ακολουθούνται από ζωηρό τρίψιμο του δέρματος. Το ψύχος προκαλεί αγγειοσυστολή των μικρών αγγείων, όταν εφαρμοστεί τοπικά.

Ετυμολογία

[Αγγλ. Σαξ. baeth]

Υπώνυμος όρος

alcohol bath
alkaline bath
alum bath
aromatic bath
astringent bath
bed bath
bland bath
brine bath
bubble bath
carbon dioxide bath
cold bath
colloid bath
complete bed bath
continuous bath
contrast bath
emollient bath
foam bath
foot bath
full bath
glycerin bath
herb bath
hip bath
hot bath
hot air bath
hyperthermal bath
kinetotherapeutic bath
lukewarm bath
medicated bath
milk bath
mud bath
mustard bath
Nauheim bath
needle bath
neutral bath
neutral sitz bath
sweat bath
oatmeal bath
oxygen bath
paraffin bath
powdered borax bath
saline bath
salt bath
sauna bath
seawater bath
sedative bath
sheet bath
shower bath
sitz bath
sponge bath
starch bath
stimulating bath
sun bath
towel bath
whirlpool bath