Αγγλικός όρος
toothache
Ορισμός
Πόνος σε έναν οδόντα ή την περιοχή γύρω από τον οδόντα. Η προέλευση του πόνου σε έναν οδόντα είναι φυσικός, χημικός, θερμικός και βακτηριολογικός τραυματισμός. Η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει αποκαταστάσεις, εξαγωγές ή τοπική εφαρμογή φαρμάκων, μεταξύ άλλων.
Συνώνυμο
dentalgia, odontalgia,odontodynia