Αγγλικός όρος
presbyopia
Ορισμός
Η μόνιμη απώλεια προσαρμογής του κρυσταλλοειδούς φακού του οφθαλμού που παρατηρείται στα μέσα της 4ης δεκαετίας ζωής και χαρακτηρίζεται από την αδυναμία όρασης ενός αντικειμένου που βρίσκεται κοντά στον οφθαλμό (δηλ. σε απόσταση ανάγνωσης).
Ετυμολογία
[Λατ. prae, πριν + ops, μάτι]