Αγγλικός όρος

prolactin

Ορισμός

Ορμόνη που παράγεται από την πρόσθια υπόφυση. Στους ανθρώπους η προλακτίνη μαζί με τα οιστρογόνα και την προγεστερόνη διεγείρει την ανάπτυξη του μαστού και τον σχηματισμό γάλακτος κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης. Ο θηλασμός αποτελεί σημαντικό ερέθισμα για την παραγωγή της προλακτίνης στην περίοδο της λοχείας. Μερικές από τις μεταβολικές δράσεις της προλακτίνης μοιάζουν με αυτές της αυξητικής ορμόνης. Στις γυναίκες αυτές οι δράσεις περιλαμβάνουν την αμηνόρροια, την γαλακτόρροια και την υπογονιμότητα. Στους άνδρες η υπερπρολακτιναιμία μπορεί να προκαλέσει στυτική δυσλειτουργία. Η υπερπρολακτιναιμία μπορεί να συνοδευτεί με αμηνόρροια στις γυναίκες και μειωμένη σεξουαλική ικανότητα στους άνδρες. Η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη και το κάθε είδους stress μπορούν να διεγείρουν την έκκριση προλακτίνης.

Ετυμολογία

[Ελλ. pro, πριν + lac, γάλα]