Αγγλικός όρος
protocol
Ορισμός
1. Επίσημες ιδέες, σχέδια ή προσδοκίες που αφορούν τις δράσεις ατόμων που ενέχονται στην φροντίδα ασθενών, στην
γραφειοκρατική δουλειά, στην διοίκηση ή στην έρευνα.
2. Στην επιστήμη των Υπολογιστών, οι κανόνες ή οι συμβάσεις που ελέγχουν την
αποθήκευση των δεδομένων και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των επικοινωνούντων συσκευών.
3. Περιγραφή των βημάτων που γίνονται
σε ένα πείραμα ή μια διαδικασία.
Ετυμολογία
[Ελλ. protokollon, πρωτόκολλο]
Υπώνυμος όρος
therapist-driven protocol
treatment protocol