Το μελάνωμα είναι συγκεκριμένο είδος καρκίνου του δέρματος. Ξεκινά σε κύτταρα του δέρματος, τα μελανοκύτταρα τα οποία παράγουν μελανίνη, την ουσία που δίνει χρώμα στο δέρμα.
Μόνο 1% των καρκίνων του δέρματος είναι μελανώματα. Άλλοι, περισσότερο συχνοί τύποι καρκίνου του δέρματος, είναι το βασικοκυτταρικό και το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα. Αν και σπανιότερος, το μελάνωμα είναι ο πιο επικίνδυνος τύπος, λόγω αυξημένης πιθανότητας μετάστασης.
Όταν διαγνωστεί στα αρχικά στάδια, οι περισσότεροι ασθενείς ανταποκρίνονται καλά στη θεραπεία. Αλλά όταν δεν εντοπιστεί νωρίς εξαπλώνεται εύκολα σε άλλα μέρη.
Συμπτώματα
Αρχικά συμπτώματα είναι:
- Αλλαγές σε υπάρχοντα σπίλο
- Εμφάνιση νέας ασυνήθιστης ανάπτυξης στο δέρμα
Το μελάνωμα μπορεί να ξεκινήσει οπουδήποτε στο δέρμα.
Στις πιο πιθανές περιοχές περιλαμβάνονται:
- Στήθος και πλάτη στους άντρες
- Πόδια στις γυναίκες
- Λαιμός
- Πρόσωπο
Μπορεί να δημιουργηθεί σε περιοχές που δεν τις βλέπει πολύ ο ήλιος όπως πέλματα, παλάμες.
Υπεριώδεις ακτίνες
Δεν είναι εντελώς σαφές τι προκαλεί μελάνωμα, αλλά η έκθεση στον ήλιο και άλλες πηγές υπεριώδους ακτινοβολίας είναι σημαντικός παράγοντας.
Αναφέρεται 2 φορές περισσότερο σε λευκούς παρά σε έγχρωμους.
Δέρμα με πολλούς σπίλους μπορεί ενδεχομένως να αποτελεί παράγοντα κινδύνου.
Γενετικοί λόγοι/ οικογενειακό ιστορικό
Αν ένας γονέας η αδελφός κάποιου είχε στο παρελθόν μελάνωμα ενδεχομένως μπορεί να έχει και ο ίδιος υψηλότερο κίνδυνο.
Ηλικία
Ο κίνδυνος αυξάνεται καθώς μεγαλώνετε. Η μέση ηλικία εμφάνισης μελανώματος είναι τα 65 έτη.
Συμβουλές πρόληψης
Αν και δεν μπορείτε να αποφύγετε εντελώς τον κίνδυνο μπορείτε να κάνετε τα παρακάτω:
- Αποφύγετε την έκθεση του δέρματος στον ήλιο του μεσημεριού.
- Χρησιμοποιείτε αντηλιακό. Ευρέος φάσματος με SPF τουλάχιστον 30. Ανανεώνετε κάθε 2 ώρες ή πιο συχνά αν ιδρώνετε πολύ ή κολυμπάτε.
- Καλυφθείτε. Όταν περνάτε χρόνο έξω καλύψτε τα χέρια και τα πόδια σας. Με πλατύγυρο καπέλο καλύψτε το κεφάλι, τα αυτιά και το πρόσωπο.
- Να φοράτε γυαλιά που προστατεύουν από ακτίνες UVA και UVB.
- Μη χρησιμοποιείτε σολάριουμ.
Διάγνωση
Η κλινική αναγνώριση ενός ύποπτου σπίλου («ελιά») που δικαιολογεί την περαιτέρω εξέταση από τον ειδικό γιατρό, βασίζεται στην αξιολόγηση 5 χαρακτηριστικών του σπίλου, που τα αρχικά τους συνθέτουν το μνημονικό κανόνα A-B-C-D-E:
A, Asymmetry: ασυμμετρία του σπίλου
B, Borders: ακανόνιστα όρια
C, Color: μη ομοιογενές χρώμα
D, Diameter: μέγεθος του σπίλου (μεγαλύτερο από 5-6 χιλιοστά)
E, Evolution: μεταβολή στα χαρακτηριστικά του σπίλου
Οι σπίλοι του ίδιου ατόμου τείνουν να μοιάζουν μεταξύ τους και τα μελανώματα συχνά αποκλίνουν από αυτό το κοινό πρότυπο.
Με τη δερματοσκόπηση, αυξάνεται η ευαισθησία και η ειδικότητα της εξέτασης. Σε επιλεγμένους ασθενείς, όπως οι υψηλού κινδύνου, η παρακολούθηση των βλαβών με τη βοήθεια ψηφιακής δερματοσκόπησης μπορεί να βελτιώσει περαιτέρω την ακρίβεια της εξέτασης.
Ποιες είναι οι βασικές εξετάσεις που πρέπει να γίνουν;
Κάθε ύποπτος σπίλος που αφαιρείται υπόκειται σε παθολογοανατομική εξέταση για τον έλεγχο παρουσίας καρκινικών κυττάρων. Το περιεχόμενο της σχετικής έκθεσης που συντάσσεται και εφόσον πρόκειται για κακοήθη νεοπλασία, καθορίζει τα περαιτέρω βήματα που θα πρέπει να ακολουθηθούν.
Ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών με μελάνωμα (περίπου οι μισοί από τους ασθενείς με μεταστατική νόσο), φέρουν μετάλλαξη στο ογκογονίδιο BRAF. Οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες συνιστούν την πραγματοποίηση διαγνωστικού γενετικού ελέγχου για την ανίχνευση της μετάλλαξης, σε όλους τους ασθενείς με προχωρημένη νόσο (ασθενείς σταδίου IV και ασθενείς σταδίου III των οποίων ο όγκος δε μπορεί να αφαιρεθεί χειρουργικά) και επιπλέον στους ασθενείς με πιο πρώιμη νόσο που θεωρούνται, ωστόσο, υψηλού κινδύνου.
Αντιμετώπιση
Για την πρώιμη νόσο, η χειρουργική εξαίρεση αποτελεί την καθιερωμένη θεραπευτική προσέγγιση. Για τη νόσο σταδίου III που υπόκειται σε χειρουργική αφαίρεση, υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης επικουρικής αγωγής, στους ασθενούς που θεωρούνται υψηλού κινδύνου, με στόχο την πρόληψη της επανεμφάνισης της νόσου.
Στο προχωρημένο μελάνωμα, πολύ λίγες θεραπευτικές επιλογές ήταν διαθέσιμες μέχρι τις αρχές της δεκαετίας, με εξαιρετικά περιορισμένο κλινικό όφελος. Από το 2011, μια σειρά από νέους φαρμακευτικούς παράγοντες έχουν εγκριθεί από τις αρχές υγείας και έχουν ήδη ενσωματωθεί στην κλινική πράξη, χρησιμοποιούμενοι είτε μεμονωμένα, είτε σε συνδυασμούς. 'Οπως έδειξαν κλινικές μελέτες, τέτοιες προσεγγίσεις μπορούν να βελτιώσουν την ανταπόκριση των ασθενών και να επιμηκύνουν την επιβίωση.
Πηγές:
Novartis Hellas
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}