Γράφει ο Dr Δημήτρης Τσουκαλάς MD, PhD
www.drtsoukalas.com
Πολλοί ασθενείς έχουν χρόνιες φλεγμονές που δεν επιλύονται. Νέα μελέτη έδειξε ότι η έλλειψη βιταμίνης D, συνδέεται άμεσα με την αδυναμία του οργανισμού να επιλύσει τις φλεγμονές.
Ελλείψεις σε βιταμίνη D και μικροθρεπτικά συστατικά, που δεν ανιχνεύονται εύκολα, περνούν απαρατήρητες για πολλά χρόνια και επιβαρύνουν τη φλεγμονή.
Η διόρθωση των ελλείψεων σε βιταμίνη D και μικροθρεπτικά συστατικά, μειώνει τη φλεγμονή και τις επιπλοκές σε ασθενείς με αυτοάνοσα νοσήματα, καρδιαγγειακή νόσο, παχυσαρκία και διαβήτη.
Πολλοί ασθενείς βιώνουν συμπτώματα που οφείλονται στη χρόνια φλεγμονή. Χαμηλά επίπεδα ενέργειας, εξάντληση, διαταραχές στη λειτουργία του γαστρεντερικού, μειωμένη πνευματική διαύγεια, μυϊκοί πόνοι σε διάφορα σημεία του σώματος, μπορούν να εκδηλωθούν και να παραμένουν για αρκετά χρόνια, σε ασθενείς με αυτοάνοσα και χρόνια νοσήματα.
Τα 4 πιο κοινά προβλήματα που βιώνουν οι ασθενείς με χρόνια φλεγμονή είναι:
- Η έλλειψη ενέργειας και η εύκολη κόπωση είναι ένα από τα πιο κοινά συμπτώματα που επιβαρύνουν σημαντικά την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής αυτών των ασθενών.
- Ο χρόνιος πόνος είναι ένα σύμπτωμα που χαρακτηρίζει αυτοάνοσα όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η θυρεοειδίτιδα Χασιμότο, ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, το σύνδρομο Sjogren, τα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, η αγκυλοποιητική αρθρίτιδα, η ψωρίαση, η σκληροδερμία κ.ά.
- Διαταραχές στη λειτουργία του γαστρεντερικού υπάρχουν στην πλειοψηφία των ασθενών που πάσχουν από χρόνια φλεγμονώδη νοσήματα. Τα πιο κοινά συμπτώματα του γαστρεντερικού είναι η δυσκοιλιότητα, η διάρροια, οι αιματηρές κενώσεις, η δυσκολία στην κατάποση, κοιλιακή διάταση και πόνος.
- Διαταραχές του ύπνου που επιβαρύνουν το αίσθημα χρόνιας κόπωσης. Συνδέονται με μειωμένη πνευματική διαύγεια, εναλλαγές της διάθεσης και υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Τα παραπάνω συμπτώματα επηρεάζουν σημαντικά την καθημερινότητα μεγάλου αριθμού ασθενών με χρόνια φλεγμονώδη νοσήματα.
Η φλεγμονή είναι ένα ουσιαστικό μέρος της διαδικασίας επούλωσης του οργανισμού. Ωστόσο, όταν αυτή δεν επιλύεται και γίνεται χρόνια, συμβάλλει σε ένα ευρύ φάσμα ασθενειών, όπως ο διαβήτης τύπου 2, οι καρδιαγγειακές παθήσεις και τα αυτοάνοσα νοσήματα.
Η χρήση φαρμακευτικών θεραπειών όπως η κορτιζόνη, τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα και οι βιολογικοί παράγοντες, στοχεύουν στον έλεγχο της φλεγμονής και τη μείωση του πόνου. Ωστόσο, δεν αρκούν για την αποτελεσματική αντιμετώπιση και επίλυση της εμμένουσας φλεγμονής.
Ελλείψεις του οργανισμού σε βιταμίνες και μικροθρεπτικά συστατικά, όπως η έλλειψη βιταμίνης D, σε συνδυασμό με μεταβολικές διαταραχές, όπως η αντίσταση στην ινσουλίνη, δυσχεραίνουν την επίλυση της χρόνιας φλεγμονής και συνδέονται με τα χαμηλά επίπεδα ενέργειας, το χρόνιο πόνο, τις διαταραχές του ύπνου και της διάθεσης, καθώς και τις αυξομειώσεις του βάρους που βιώνουν οι ασθενείς.
Για την ουσιαστική βελτίωση της κλινικής εικόνας, η αντιμετώπιση της χρόνιας φλεγμονής πρέπει να περιλαμβάνει, μαζί με τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής, τον εντοπισμό και τη διόρθωση των ελλείψεων και των μεταβολικών διαταραχών που τη συνοδεύουν.
Φλεγμονή και Βιταμίνη D
Νέα μελέτη απέδειξε ότι η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την επίλυση της χρόνιας φλεγμονής και την αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας του οργανισμού.
Η βιταμίνη D είναι ένα μικροθρεπτικό συστατικό που έχει βρεθεί ότι βελτιώνει τη φλεγμονή και τη λειτουργία του ανοσοποιητικού, σε μεγάλο αριθμό μελετών.
Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο International Journal of Epidemiology, δείχνει ότι υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ χαμηλών επιπέδων βιταμίνης D και υψηλών επιπέδων φλεγμονής.
Η φλεγμονή είναι ο τρόπος που το σώμα μας επιδιορθώνει τους ιστούς εάν τραυματιστούμε ή στην περίπτωση μιας λοίμωξης. Υψηλά επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP), παράγονται από το ήπαρ ως απόκριση στη φλεγμονή.
Εξετάστηκαν μετρήσεις από 294.970 συμμετέχοντες και βρέθηκε ότι όσο πιο χαμηλά ήταν τα επίπεδα της βιταμίνης D στο αίμα, τόσο υψηλότερα ήταν τα επίπεδα του δείκτη φλεγμονής CRP.
Στόχος της μελέτης ήταν να αποδείξει την αιτιολογική συσχέτιση της βιταμίνης D με τη βελτίωση της φλεγμονής.
Η συγκεκριμένη μελέτη έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί απέδειξε ότι δεν είναι η φλεγμονή που προκαλεί μείωση των επίπεδων της βιταμίνης D.
Αντιθέτως, τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D επιδεινώνουν την χρόνια φλεγμονή και την πορεία των νοσημάτων που σχετίζονται με αυτήν.
Τα ευρήματα καταλήγουν ότι η ενίσχυση της βιταμίνης D σε άτομα με ελλείψεις, μπορεί να μειώσει τη χρόνια φλεγμονή και να βελτιώσει την πορεία ασθενειών όπως τα αυτοάνοσα νοσήματα, τα καρδιαγγειακά, η παχυσαρκία και ο διαβήτης.
Η βιταμίνη D είναι προ-ορμόνη και ρυθμίζει την έκκριση ουσιών που ενισχύουν τη φλεγμονή (κυτοκίνες, ιντερφερόνη, TNF, ιντερλευκίνες), ενισχύει την παραγωγή αντιφλεγμονωδών ουσιών (ιντερλευκίνη-10) και ρυθμίζει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η μελέτη καταλήγει ότι δεδομένου του υψηλού ποσοστού χαμηλών επιπέδων βιταμίνης D σε όλο τον κόσμο (40% περίπου του πληθυσμού στις ευρωπαϊκές χώρες), η διόρθωση της έλλειψής της σε ευρεία κλίμακα, μπορεί να μειώσει την εκδήλωση αυτοάνοσων και καρδιαγγειακών νοσημάτων, διαβήτη όπως και τη συνολική θνησιμότητα από κάθε αιτία.
Μέσα από την κλινική μας εμπειρία έχουμε διαπιστώσει ότι η διόρθωση της έλλειψης σε βιταμίνη D, είναι ζωτικής σημασίας στην αντιμετώπιση ασθενειών όπως τα αυτοάνοσα, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο διαβήτης, τα νοσήματα του θυρεοειδή, η παχυσαρκία, η ρευματοειδής αρθρίτιδα κ.ά.
Ωστόσο, έχουμε δει ότι η διόρθωση της έλλειψης της βιταμίνης D, δεν αρκεί από μόνη της για να επιφέρει ουσιαστική κλινική βελτίωση. Πρέπει να γίνεται παράλληλα με τον εντοπισμό και τη διόρθωση ελλείψεων του οργανισμού σε μικροθρεπτικά συστατικά και μεταβολικών διαταραχών, όπως η αντίσταση στην ινσουλίνη, η χρόνια φλεγμονή και η αλλοίωση του μικροβιώματος.
Παράλληλα με την χορήγηση βιταμίνης D, απαιτείται ο εντοπισμός και η διόρθωση ελλείψεων σε συμπαράγοντες της βιταμίνης D όπως βιταμίνη Κ2, βιταμίνες του συμπλέγματος Β, μαγνήσιο, ψευδάργυρο, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες του οργανισμού και να παρατηρηθεί σημαντική κλινική βελτίωση.
Θεραπευτικές δόσεις θα πρέπει να συνταγογραφούνται από έναν ειδικό, με πείρα στη διόρθωση της έλλειψης της βιταμίνης D. Τα άτομα που λαμβάνουν θεραπευτικές δόσεις πρέπει να βρίσκονται υπό την άμεση επίβλεψη ενός έμπειρου γιατρού και να διενεργούν τακτικά αιματολογικές εξετάσεις, ώστε να αξιολογείται η βιολογική δράση της D στον οργανισμό.
Καθώς οριακές ελλείψεις του οργανισμού σε μικροθρεπτικά συστατικά, συσσωρεύονται σταδιακά στο χρόνο και οδηγούν σε νόσο, χρειάζεται χρόνος και προσπάθεια για τη διόρθωσή τους.
Σε διαφορετική περίπτωση, εάν δεν διαχειριστούν οι ελλείψεις και οι μεταβολικές διαταραχές που εμπλέκονται στην ανάπτυξη των χρόνιων φλεγμονωδών νοσημάτων, η πορεία τους προχωρά σε σταθερή και σταδιακή επιδείνωση μέσα από εξάρσεις και υφέσεις, επιβαρύνοντας την καθημερινότητα και την κατάσταση υγείας του ασθενή.
Ειδικές Εξετάσεις Καθοδηγούν την Επίλυση της Φλεγμονής και την Επούλωση των Ιστών
Μέχρι και λίγα χρόνια πριν, η ακριβής καταγραφή των ελλείψεων σε κάθε άτομο ήταν ιδιαίτερα δύσκολη με τις κλασικές μεθόδους μέτρησης. Τα τελευταία χρόνια, με τη χρήση ειδικών αναλύσεων, ανιχνεύονται μικρά μόρια που συμμετέχουν στις χημικές αντιδράσεις του οργανισμού και καταγράφουν με ακρίβεια τις ελλείψεις και τις μεταβολικές διαταραχές που συνδέονται με τα αυτοάνοσα νοσήματα.
Οι συγκεκριμένες εξετάσεις απευθύνονται σε ασθενείς που έχουν διαγνωστεί με αυτοάνοσο ή χρόνιo νόσημα. Πρόκειται για μια ευαίσθητη μέθοδο μέτρησης, που ανιχνεύει τις ελλείψεις του οργανισμού και τις μεταβολικές διαταραχές που συνδέονται με την πορεία και την εκδήλωση αυτής της κατηγορίας ασθενειών.
Το είδος των συγκεκριμένων αναλύσεων δεν είναι συγκρίσιμο με τις κοινές εργαστηριακές εξετάσεις. Πρόκειται για υψηλά εξειδικευμένες εξετάσεις, που διενεργούνται σε λιγότερα από 10 εργαστήρια παγκοσμίως με πολύ υψηλά στάνταρ.
Στην Ελλάδα διενεργούνται αποκλειστικά στην Metabolomic Medicine.
Ο ακριβής εντοπισμός και η αντιμετώπιση των μεταβολικών διαταραχών, γίνεται αποκλειστικά με τη διενέργεια ειδικών εξετάσεων που αναλύουν μικρά μόρια στο αίμα.
Οι συγκεκριμένες εξετάσεις ονομάζονται μεταβολομικές αναλύσεις. Μετράνε πολύ μικρά μόρια που συμμετέχουν στις χημικές αντιδράσεις του οργανισμού. Το πλεονέκτημά τους είναι ότι καταγράφουν τις ακριβείς ελλείψεις και μεταβολικές διαταραχές, που συνδέονται με την κατάσταση υγείας του ασθενούς, καθιστώντας έτσι αποτελεσματική την αντιμετώπιση των αυτοάνοσων νοσημάτων.
Δείκτες που Ανιχνεύονται μέσω της Εξέτασης Metabolomic Analysis®
Οι μεταβολομικές αναλύσεις εντοπίζουν μεταβολικές διαταραχές που προωθούν την ανάπτυξη και την εκδήλωση της νόσου και αφορούν:
- Σε ελλείψεις μικροθρεπτικών συστατικών: ελλείψεις σε βιταμίνη D, βιταμίνη C, σελήνιο, ψευδάργυρο, αντιοξειδωτικά και ωμέγα-3 συνδέονται με επιδείνωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος, της εμφάνισης φλεγμονής και της κατάστασης της υγείας ασθενών με αυτοάνοσα και χρόνια νοσήματα.
- Στην παραγωγή ενέργειας στα μιτοχόνδρια (οργανίδια όπου παράγεται ενέργεια στα κύτταρα).
- Σε δυσχέρεια στο μεταβολισμό των απλών ζαχάρων: κατανάλωση απλών ζαχάρων μεγαλύτερη από αυτή που μπορεί να μεταβολίσει ο κάθε οργανισμός, πυροδοτεί φλεγμονές και είναι σημαντικός δείκτης για την πορεία της υγείας.
- Στην αντίσταση στην ινσουλίνη: η ινσουλίνη λειτουργεί ως κατασταλτικός παράγοντας στη λειτουργία του ορμονικού συστήματος. Αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης διαταράσσουν επίσης τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, επιδεινώνουν την αυτοανοσία και ενισχύουν την ανάπτυξη χρόνιας φλεγμονής.
- Στο μεταβολισμό των νευροδιαβιβαστών: ουσίες όπως η ντοπαμίνη, η σεροτονίνη και η αδρεναλίνη μεταβιβάζουν μηνύματα μεταξύ των κυττάρων και ρυθμίζουν τη λειτουργία του νευρικού και ορμονικού συστήματος. Οι μεταβολομικές αναλύσεις παρέχουν ακριβή εικόνα για την έκκριση των συγκεκριμένων νευροδιαβιβαστών.
- Στο μεταβολισμό των λιπαρών οξέων: η σχέση μεταξύ ωμέγα-3 και ωμέγα-6 λιπαρών είναι σημαντικός δείκτης για την ικανότητα του οργανισμού να διαχειρίζεται τις φλεγμονές, ενώ παράλληλα παίζουν κεντρικό ρόλο στην ρύθμιση της φυσιολογικής απόκρισης του ανοσοποιητικού συστήματος.
- Στην κατάσταση της μικροβιακής χλωρίδας του οργανισμού: αλλοίωση του μικροβιώματος συνδέεται με επιδείνωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος και της ικανότητάς του να ξεχωρίζει μεταξύ των δικών του ιστών και εξωγενών στοιχείων, όπως παθογόνα μικρόβια και ιοί.
Η σύγχρονη αντιμετώπιση χρόνιων προβλημάτων υγείας επικεντρώνεται στην αποκατάσταση των παραπάνω διαταραχών, με τον εντοπισμό και τη διόρθωση των ελλείψεων και των μεταβολικών διαταραχών που οδήγησαν στην ανάπτυξη νόσου, ώστε να διατηρηθεί η βέλτιστη μεταβολική κατάσταση του οργανισμού.
Με βάση την κλινική μας εμπειρία, ιατρικές παρεμβάσεις σύμφωνα με τα αποτελέσματα των μεταβολομικών αναλύσεων επιφέρουν:
- Βελτίωση της πορείας της νόσου, με αναχαίτιση της περαιτέρω καταστροφής του οργάνου που πλήττεται από το ανοσοποιητικό σύστημα.
- Μείωση των συμπτωμάτων που οφείλονται στη χρόνια φλεγμονή: του πόνου, των κατακρατήσεων, του χρόνιου χαμηλού πυρετού, της κόπωσης, της κακής διάθεσης (μελαγχολία, υπερένταση, εκνευρισμός), την έντονη πείνα, την υπνηλία, τη διαταραχή του ύπνου και τη μειωμένη πνευματική διαύγεια.
- Μείωση του αισθήματος κόπωσης και αύξηση των επιπέδων ενέργειας.
- Βελτίωση της πνευματικής διαύγειας, της διάθεσης και μείωση των έντονων συναισθηματικών μεταπτώσεων.
- Μείωση του κινδύνου βλάβης σε άλλα όργανα και εκδήλωσης επιπρόσθετου αυτοάνοσου νοσήματος.
- Βελτίωση του μεταβολισμού και επίτευξη φυσιολογικού σωματικού βάρους.
- Βελτίωση της λειτουργίας του γαστρεντερικού συστήματος.
- Μείωση της ευαισθησίας σε λοιμώξεις και καλύτερη λειτουργία του ανοσοποιητικού. Ενισχύεται σημαντικά η φυσιολογική λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, ώστε να αναγνωρίζει τους δικούς του ιστούς και να τους διαχωρίζει από παθογόνους μικροοργανισμούς.
- Βελτίωση της ανταπόκρισης στη φαρμακευτική αγωγή.
Συνήθως απαιτούνται 6-8 μήνες για την επίτευξη μιας σημαντικής αλλαγής, ένα έτος για να σταθεροποιηθεί ο οργανισμός σε ένα καλύτερο επίπεδο λειτουργίας και δύο χρόνια για την επίτευξη των βέλτιστων αποτελεσμάτων.
Καθώς διορθώνονται οι αποκλίσεις από την ιδανική κατάσταση λειτουργίας, το σώμα ενεργοποιεί και πάλι τις φυσιολογικές μεταβολικές διεργασίες και εμφανίζει διαφορετικές ανάγκες.
Αλλαγές προκύπτουν ταυτόχρονα σε πολλαπλά μεταβολικά μονοπάτια του οργανισμού με την έναρξη της αγωγής. Αυτές, είναι ζωτικής σημασίας να εντοπιστούν και να διαχειριστούν κατάλληλα, ώστε να συνεχιστεί η διαδικασία αποκατάστασης. Σε διαφορετική περίπτωση, οι διαδικασίες αποκατάστασης του οργανισμού δεν προχωρούν, καθυστερώντας σημαντικά τη βελτίωση της υγείας.
Μέσα από την κλινική μας εμπειρία έχουμε διαπιστώσει ότι η διόρθωση ελλείψεων του οργανισμού σε βιταμίνες και άλλα στοιχεία και η αποκατάσταση των μεταβολικών διαταραχών, αλλάζουν ριζικά την πορεία των αυτοάνοσων νοσημάτων προς το καλύτερο και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των ασθενών, από μια εικόνα σταθερής επιδείνωσης, σε μια σταθερής βελτίωσης.
Είναι ζωτικής σημασίας η ταχύτερη δυνατή παρέμβαση για την αποκατάσταση των παραπάνω, με στόχο την αναστολή της εξέλιξης της νόσου.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}