Γράφει o
Δημήτρης Νίκας
Πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Ιατρικών & Βιοτεχνολογικών Προϊόντων (ΣΕΙΒ)
Η στοχευμένη χρήση των ιατροτεχνολογικών προϊόντων (Ι/Π) είναι αυταπόδεικτα απαραίτητη για τη στήριξη της δημόσιας υγείας. Η στόχευση αυτή θα πρέπει να γίνει σε δύο θέματα:
1 Στην αύξηση της χρηματοδότησης για προμήθεια ιατροτεχνολογικών προϊόντων, λαμβανομένου υπόψη ότι η Ελλάδα υπολείπεται σαφώς στη συνολική δαπάνη υγείας ως ποσοστού επί του ΑΕΠ σε σχέση με την αντίστοιχη της ομάδας EU27 (8,7% για την Ελλάδα έναντι 10,5% για την EU27, για το 2021 - Πηγή: Medtech Europe).
2 Στην εστίαση για προμήθειες καινοτόμων Ι/Π, τα οποία αποφέρουν τεράστια οφέλη σε πολλά επίπεδα, όπως π.χ. αποτελεσματικότερες θεραπείες, μείωση χρόνου νοσηλείας, ποιοτικότερη ζωή των ασθενών κ.ά. Εδώ θα πρέπει να τονιστεί η αξία της καινοτομίας των Ι/Π τόσο για νοσοκομειακή χρήση όσο και για κατ’ οίκον νοσηλεία.
Αναφορικά με το θέμα των νοσοκομειακών προμηθειών, η κατάσταση σήμερα στην Ελλάδα δεν είναι ευοίωνη. Πολλές από τις προμήθειες γίνονται με επείγουσες διαδικασίες και, αρκετές φορές, κατά παράβαση του υφιστάμενου νομικού πλαισίου, με αποτέλεσμα να καθίσταται απαραίτητη η συχνή (δύο με τρεις φορές ανά έτος) «νομιμοποίηση» των διαδικασιών αυτών. Η χρήση στις διαδικασίες αυτές του Παρατηρητηρίου Τιμών (Π/Τ) σαν διατιμητήριο, δυσχεραίνει τα πράγματα και δημιουργεί στρεβλώσεις στην αγορά.
Η προσπάθεια της Εθνικής Κεντρικής Αρχής Προμηθειών Υγείας (ΕΚΑΠΥ) για διενέργεια κεντρικών προμηθειών είναι ως ένα σημείο εύλογη. Θα πρέπει, όμως, να ληφθεί σοβαρά υπόψη η ιδιαιτερότητα των διαφορετικών και ειδικών τεχνολογιών που αντιστοιχεί στα Ι/Π, με αποτέλεσμα την ύπαρξη ανάγκης εφαρμογής διαγωνιστικών διαδικασιών με ειδικά χαρακτηριστικά σε ειδικά νοσοκομεία, όπως π.χ. αντικαρκινικά νοσοκομεία, νοσοκομεία παίδων, ειδικά διαγνωστικά εργαστήρια κ.λπ.
Ερχόμενοι στο θέμα της κατ’ οίκον νοσηλείας, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην υποχρηματοδότηση των δαπανών του ΕΟΠΥΥ: ο κλειστός προϋπολογισμός του Οργανισμού παραμένει καθηλωμένος τα τελευταία χρόνια, περί τα 1,55 δισ. ευρώ. Λαμβανομένων, όμως, υπόψη αφενός της εισαγωγής νέων απαραίτητων προϊόντων στη λίστα αποζημιούμενων προϊόντων του ΕΟΠΥΥ, αφετέρου της εφαρμογής νέων καινοτόμων προϊόντων που βελτιώνουν θεαματικά την αντιμετώπιση προβλημάτων υγείας, τα ποσοστά του clawback βρίσκονται σε ανοδική τάση, ασκώντας τεράστια πίεση στις προμηθεύτριες εταιρείες.
Αν σε όλα αυτά προστεθεί και η μεγάλη αύξηση του κόστους των Ι/Π λόγω προβλημάτων από την εφοδιαστική αλυσίδα και λόγω πληθωρισμού, δημιουργείται έντονο κλίμα αβεβαιότητας στην αγορά για την ικανότητα συνέχισης στήριξης της αγοράς Ι/Π στην κατ’ οίκον νοσηλεία, σε αρκετές κατηγορίες προϊόντων: πώς είναι δυνατόν να συνεχίσουν να αντέχουν οι προμηθεύτριες εταιρείες ποσοστά clawback που αγγίζουν δυσθεώρητα ύψη;
Ανατρέχοντας στις οφειλές των νοσοκομείων του ΕΣΥ, η τάση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική. Εξετάζοντας τις ληξιπρόθεσμες οφειλές των νοσοκομείων, όπως αυτές ανακοινώνονται στο Μηνιαίο Δελτίο Στοιχείων Γενικής Κυβέρνησης και βλέποντας το κλείσιμο των τελευταίων 5 χρόνων, παρατηρούμε ότι αυτές ήταν: 294 εκατ. ευρώ το 2018, 344 εκατ. το 2019, 502 εκατ. το 2020, 606 εκατ. το 2021 και 909 εκατ. το 2022.
Είναι προφανές ότι ο ρυθμός των κρατικών επιχορηγήσεων προς τα νοσοκομεία, υστερεί σαφώς συγκρινόμενος με τον αντίστοιχο των προμηθειών που αυτά διενεργούν.
Αυτή η αρνητική εικόνα επιβαρύνεται επιπλέον από το γνωστό θέμα των ατιμολόγητων υλικών. Πρόκειται για ιατρικά υλικά που παραγγέλνονται με τη διαδικασία του επείγοντος, λ.χ. για τις ανάγκες έκτακτων χειρουργείων, για τα οποία η παραγγελία προς τους προμηθευτές δίνεται από τα νοσοκομεία έπειτα από πολύμηνη καθυστέρηση, για να ακολουθήσει και μια δεκάμηνη περίπου διάρκεια εξόφλησής τους, μετά την έκδοση του τιμολογίου…
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}