Κατά σχεδόν 60% αυξήθηκαν μέσα σε μία οκταετία οι μαθητές με αναπηρία που φοιτούν σε δομές της γενικής εκπαίδευσης. Η αύξηση αποδίδεται σε συνδυασμό λόγων, αλλά κυρίως στην ευαισθητοποίηση των γονέων, οι οποίοι πλέον δεν κρύβουν το πρόβλημα κάτω από το οικογενειακό χαλί, όπως συνέβαινε σε προηγούμενες εποχές.
Από την πλευρά του, το υπουργείο Παιδείας δίνει βάρος στην όσο το δυνατόν γρηγορότερη διάγνωση των παιδιών με αναπηρία, ώστε να μεγιστοποιηθούν τα αποτελέσματα της παρέμβασης. Αυτός είναι ο πρώτος στόχος του υπουργείου, στο πλαίσιο του ευρύτερου κυβερνητικού σχεδίου για την εθνική στρατηγική για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, που βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση έως τις 19 Μαΐου.
Βέβαια, κρίσιμη παράμετρος είναι η μείωση του χρόνου αναμονής αξιολόγησης των περιπτώσεων παιδιών από τα αρμόδια Κέντρα. Σκοπός είναι ο χρόνος να μην ξεπερνάει τους τρεις μήνες, ενώ σήμερα μπορεί να ξεπεράσει και το εξάμηνο.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, o αριθμός μαθητών με αναπηρία σε δομές της γενικής εκπαίδευσης από 68.000 το σχολικό έτος 2014-2015 έφτασε σε 110.000 το έτος 2022-2023. Η αύξηση δηλαδή προσεγγίζει το 62%, ενώ η κυβερνητική έκθεση παρατηρεί ότι ο αριθμός "εξακολουθεί να διαγράφει αυξητική πορεία, παρά το γεγονός ότι - όπως υποδείχθηκε από την Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες στις τελικές παρατηρήσεις της προς τη χώρα - εξακολουθούν να υφίστανται ακόμη σημαντικοί φραγμοί για τα άτομα με αναπηρία σε όλες τις εκφάνσεις της σχολικής ζωής".
Και δεν είναι οι μόνοι, καθώς υπάρχουν μαθητές που φοιτούν σε σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης. Κατά το σχολικό έτος 2016-2017 ήταν 10.500, ενώ το έτος 2022-2023 ο αριθμός τους έφθασε τις 12.800, δηλαδή σημείωσε αύξηση 22%. Συνολικά, με βάση την τελευταία έκθεση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, "Η Ελλάδα με αριθμούς (Ιανουάριος - Μάρτιος 2024)", ένας στους δέκα μαθητές (ακριβές ποσοστό 9,3%) αντιμετωπίζει αναπτυξιακή δυσκολία ή αναπηρία.
Διαβαθμίσεις
Η αύξηση των αριθμών - και ιδίως των μαθητών στα σχολεία γενικής παιδείας και όχι ειδικής αγωγής - είναι εντυπωσιακή. "Οι γονείς είναι πιο ευαισθητοποιημένοι και στην εποχή μας έχει ξεπεραστεί το ταμπού του παιδιού με αναπηρία. Επισκέπτονται ειδικούς και ζητούν τη γνώμη τους. Από την άλλη, υπάρχουν διαβαθμίσεις στις μαθησιακές δυσλειτουργίες. Γι’ αυτό, άλλωστε, καταγράφεται μεγάλος αριθμός αιτήσεων στις υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για την αξιολόγηση του παιδιού και τη διάγνωση τυχόν πάθησης (όχι φυσικά μόνο με κινητικά προβλήματα και βαριές αναπηρίες)», παρατήρησε μιλώντας στην «Κ» ο κ. Λάζαρος Σαραφίδης, γενικός γραμματέας του Συλλόγου Ατόμων με Αναπηρία «Η Αγία Σκέπη». Ενδεικτικά, σύμφωνα με τον ίδιο, ένα στα 43 παιδιά διαγιγνώσκεται με κάποια μορφή αυτισμού.
Από την άλλη, όπως ανέφερε ο Μανώλης Αποστολάκης, διευθυντής του 1ου Κέντρου Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης (ΚΕΔΑΣΥ) Δ΄ Αθήνας, "υπάρχουν πολλά προβλήματα στις οικογένειες, οικονομικά αλλά και ψυχικής φύσης ιδίως μετά την πανδημία, τα οποία 'βγαίνουν' στα παιδιά. Φυσικά, οι γονείς είναι πιο ευαισθητοποιημένοι πάνω στα σχετικά ζητήματα. Στην αύξηση του αριθμού συνέβαλε και το γεγονός ότι το υπουργείο Παιδείας έδωσε τη δυνατότητα να γίνονται δεκτές οι διαγνώσεις ιδιωτικών γιατρών πάνω σε αναπτυξιακές διαταραχές των παιδιών. Παράλληλα, βέβαια, από το 2018 τα ΚΕΔΑΣΥ λειτουργούν πιο οργανωμένα", προσθέτει ο ίδιος.
Σύμφωνα με την κυβερνητική έκθεση, παρόλο που η Ελλάδα σημειώνει έναν από τους χαμηλότερους δείκτες πρόωρης εγκατάλειψης από την εκπαίδευση, με ποσοστό 8% των ατόμων με αναπηρία να μην ολοκληρώνουν την υποχρεωτική εκπαίδευση, έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου 22%, το ποσοστό αυτό παραμένει υπερπολλαπλάσιο της ιδιαιτέρως χαμηλής σχολικής διαρροής στον πληθυσμό χωρίς αναπηρία της χώρας.
Πηγές:
Καθημερινή
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}