Οι ενέσεις κορτικοστεροειδών δεν αυξάνουν τον κίνδυνο κατάγματος, ακόμα και στους ηλικιωμένους με χαμηλή οστική πυκνότητα. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε μια αμερικανική μελέτη σε περισσότερα από 7.000 άτομα, η πορεία των οποίων παρακολουθήθηκε για 4 έτη. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς που έλαβαν τη συγκεκριμένη θεραπεία για οποιονδήποτε λόγο δεν είχαν περισσότερες πιθανότητες οστεοπορωτικού ούτε μη οστεοπορωτικού κατάγματος.
Τα αποτελέσματα αυτά είναι ενθαρρυντικά, δεδομένου ότι οι αγωγές με από του στόματος λαμβανόμενα κορτικοστεροειδή μπορούν να προκαλέσουν κατάγματα, μειώνοντας τον οστικό σχηματισμό και τη βιωσιμότητα των οστεοβλαστών (των κυττάρων που παράγουν ουσίες για την σύνθεση των οστών) και των οστεοκυττάρων. Ο κίνδυνος είναι δοσοεξαρτώμενος και εμφανίζεται εντός μηνών από την έναρξη της θεραπείας. Με τη διακοπή της, όμως, υποχωρεί γρήγορα στα επίπεδα πριν από την έναρξη της αγωγής, εκτός εάν ο ασθενής λάμβανε μακροχρόνια θεραπεία.
«Με την πάροδο της ηλικίας προκύπτουν αλλαγές στο μυοσκελετικό σύστημα που οδηγούν σε φλεγμονή, οίδημα, πόνο και δυσκαμψία. Οι μύες χάνουν το μέγεθος και τη δύναμή τους (σαρκοπενία), το αρθρικό υγρό μειώνεται και οι χόνδροι φθείρονται από την υπέρχρηση (οστεοαρθρίτιδα), τα οστά χάνουν μάζα και γίνονται πιο εύθραυστα (οστεοπόρωση).
Εάν εξαιρεθούν οι τραυματισμοί, οι αιτίες των συμπτωμάτων του μυοσκελετικού συστήματος είναι είτε η αδράνεια είτε η υπερβολική δραστηριότητα», εξηγεί ο Χειρουργός Ορθοπαιδικός, επικεφαλής του Τμήματος Επανορθωτικής & Ελάχιστα Επεμβατικής Χειρουργικής Ισχίου - Γόνατος της Osteon Orthopedic Spine Clinic δρ Βασίλειος Σακελλαρίου.
Οι ενέσεις κορτικοστεροειδών επιλέγονται για τη θεραπεία παθήσεων που προκαλούν πόνο που σχετίζεται με φλεγμονή, είτε σε μεγάλη άρθρωση, όπως το γόνατο, είτε σε μικρότερες, όπως ο αστράγαλος. Είναι, επίσης, κατάλληλες για μικρές, μερικές ρήξεις μυών και τενόντων.
Τα αδιάλυτα στο νερό κορτικοστεροειδή χρησιμοποιούνται για την παράταση της παρουσίας τους στο σημείο της ένεσης και για τον περιορισμό της απορρόφησης. Ωστόσο, μια μικρή ποσότητα απορροφάται από τον οργανισμό. Η πιθανότητα να διατρέχουν οι ασθενείς κίνδυνο για ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως κάταγμα, διερευνάται.
Για να το διαπιστώσουν, Αμερικανοί ερευνητές πραγματοποίησαν μια μελέτη σε συνολικά 7.197 ενήλικες (μέσης ηλικίας 64,4 ετών, εκ των οποίων οι 4.435 ήταν γυναίκες), που διέμεναν στο Olmsted της Μινεσότα και έλαβαν οποιαδήποτε ένεση κορτικοστεροειδών για οποιονδήποτε λόγο στην κλινική Mayo από την 1η Μαΐου 2018 έως την 1η Ιουλίου 2022.
Οι περισσότεροι ασθενείς έπασχαν από οστεοαρθρίτιδα ή θυλακίτιδα (88,4%), με ένα ποσοστό αυτών να έχει βιώσει επεισόδιο οξέος πόνου π.χ. από ρήξη μηνίσκου. Μεταξύ των συμμετεχόντων χωρίς οστεοαρθρίτιδα υπήρχαν περιστατικά ρήξης μηνίσκου, παγωμένου ώμου και αιμάρθρωσης. Ένα ποσοστό 8,2% είχε φλεγμονώδη αρθρίτιδα, κυρίως ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Κατά την περίοδο της μελέτης το 4,8% των ατόμων που είχαν λάβει ενέσεις κορτικοστεροειδών υπέστη κάταγμα (346 συνολικά). Από αυτά τα 149 (43,1%) θεωρήθηκαν οστεοπορωτικά. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι δεν υπήρχε υψηλότερος κίνδυνος κατάγματος σε εκείνους που έλαβαν αθροιστικά μεγαλύτερες δόσεις κορτικοστεροειδών. Επίσης, δεν υπήρχε μεγαλύτερος κίνδυνος κατάγματος στις υποομάδες μη υψηλού κινδύνου. Η ηλικία, ο δείκτης συννοσηρότητας Charlson και το προηγούμενο κάταγμα ήταν οι μόνοι παράγοντες που αύξησαν τις πιθανότητες.
«Οι ασθενείς αναζητούν τρόπους να απαλλαγούν από τον πόνο για να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους και η είδηση ότι η ενέσιμη κορτιζόνη δεν αποδυναμώνει τα οστά και δεν προκαλεί κατάγματα είναι ελπιδοφόρα. Λόγω, ωστόσο, των περιορισμών της μελέτης, όπως ο μικρός χρόνος παρατήρησης, αναμένεται η επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων της από άλλες μελέτες, προκειμένου να μην υπάρχει η παραμικρή ανησυχία, αν και οι ερευνητές ήδη προτείνουν να μην αναστέλλεται ή καθυστερεί η ενέσιμη αγωγή, λόγω ανησυχίας για κάταγμα», σημειώνει.
«Η συμβουλή μου στους ανθρώπους άνω των 50 που αρχίζουν να πονάνε, π.χ. όταν σηκώνονται από το κρεβάτι ή από την καρέκλα, είναι αρχικά να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους, προκειμένου να προστατεύσουν τις αρθρώσεις και εν γένει το μυοσκελετικό τους σύστημα από περαιτέρω φθορά. Δηλαδή:
1. Να κινούνται. Η χαμηλής έντασης άσκηση θα τους βοηθήσει να διατηρήσουν δυνατούς τους μυς των αρθρώσεων και να βελτιώνουν τη ροή των θρεπτικών συστατικών στον χόνδρο, μειώνοντας έτσι τα συμπτώματα. Αρκεί να προηγείται προθέρμανση.
2. Να μην καταπονούν το μυοσκελετικό τους σύστημα με την ανύψωση υπερβολικού βάρους ή με επαναλαμβανόμενες κινήσεις, ειδικά έχοντας λανθασμένη στάση.
3. Να διατηρούν το βάρος τους σε φυσιολογικά επίπεδα, ώστε να αποφορτίζονται οι αρθρώσεις.
4. Να πίνουν νερό, διότι η ενυδάτωση τις διατηρεί υγιείς.
5. Να αποφεύγουν τη ζάχαρη, γιατί ενισχύει τη φλεγμονή.
6. Να κόψουν το κάπνισμα, γιατί βλάπτει τα οστά και τους χόνδρους.
Για τους ανθρώπους που δεν ανακουφίζονται με αυτές τις αλλαγές ούτε με την εφαρμογή άλλων συντηρητικών θεραπευτικών μεθόδων, ως έσχατη λύση προτείνεται η χειρουργική επέμβαση (αναλόγως της πάθησης), με ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, που διορθώνουν οριστικά τα όποια προβλήματα έχουν προκύψει.
Όλοι θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι πράγματι στα 50 το σώμα δεν είναι όπως στα 25. Έχει αλλάξει, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να αποδεχθούμε τον πόνο. Ο πόνος μπορεί να αποφευχθεί, αρκεί να το επιδιώξουμε», καταλήγει ο δρ Σακελλαρίου.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}