Τα εξαετή αποτελέσματα της τυχαιοποιημένης μελέτης Φάσης ΙΙΙ με την ονομασία ENESTnd εξακολουθούν να καταδεικνύουν την ανωτερότητα του nilotinib σε σύγκριση με το imatinib στην επίτευξη υψηλότερων ποσοστών πρώιμης, βαθιάς και παρατεταμένης μοριακής ανταπόκρισης σε νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς με χρόνια μυελογενή λευχαιμία, θετική στο χρωμόσωμα Φιλαδέλφειας (Ph+ ΧΜΛ).
Τα δεδομένα παρουσιάσθηκαν στο 56ο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Αιματολογίας (ASH) στο Σαν Φρανσίσκο.
«Στα έξι χρόνια παρακολούθησης, η μελέτη ENESTnd εξακολουθεί να στοιχειοθετεί συστηματικά τη βαθιά μοριακή ανταπόκριση και τη μειωμένη εξέλιξη της νόσου σε ασθενείς που λαμβάνουν nilotinib συγκριτικά με το imatinib,» δήλωσε ο Δρ. Giuseppe Saglio, ερευνητής των μελετών ENEST, καθηγητής Παθολογίας και Αιματολογίας και διευθυντής στο Τμήμα Μοριακής Ιατρικής και Στοχευμένης Θεραπείας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου San Luigi στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο της Ιταλίας. «Τα δεδομένα αυτά υποστηρίζουν περαιτέρω το κλινικό προφίλ του nilotinib ως κύριας θεραπείας για τους νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς.»
Τα αποτελέσματα κατέδειξαν υψηλότερα ποσοστά πρώιμης, βαθύτερης, και παρατεταμένης μοριακής ανταπόκρισης με το nilotinib, συμπεριλαμβανομένης της μοριακής ανταπόκρισης 4,5 (MR4.5), καθώς και μειωμένο κίνδυνο εξέλιξης της νόσου σε σύγκριση με το imatinib. Η διαφορά στα ποσοστά της MR4.5 καταδεικνύει συνεχιζόμενη βελτίωση και στα δύο σκέλη θεραπείας με nilotinib (των 300 mg και 400 mg δις ημερισίως), σε σύγκριση με το imatinib (MR4.5: 6-10% διαφορά στο ένα έτος, 22-23% διαφορά στα έξι έτη). Η MR4.5 αντιστοιχεί σε ένα εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο ανιχνεύσιμης πρωτεΐνης BCR-ABL, της αιτίας της Ph+ ΧΜΛ (μετριέται στο αίμα ως 0,0032% ή χαμηλότερη βάσει της καθιερωμένης Διεθνούς Κλίμακας [IS]). Υψηλότερο ποσοστό ασθενών στο σκέλος του nilotinib πέτυχαν επίπεδα BCR-ABLIS μικρότερα ή ίσα με 10% στους 3 μήνες, έναντι του imatinib.
Επιπλέον, τα ποσοστά εξέλιξης της νόσου σε επιταχυνόμενη φάση/ βλαστική κρίση (AP/BC) ήταν μικρότερα με το nilotinib έναντι του imatinib. Δεκαέξι ασθενείς που έλαβαν imatinib κατέληξαν λόγω της νόσου, σε σύγκριση με 6 και 4 ασθενείς στα σκέλη του nilotinib 300 mg και 400 mg αντιστοίχως. Το προφίλ ασφαλείας του nilotinib ήταν σύμφωνο με προηγούμενες αναφορές. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν εξάνθημα, κεφαλαλγία, αύξηση του ηπατικού ενζύμου ALT και ναυτία, ενώ τα ποσοστά καρδιαγγειακών συμβαμάτων ήταν υψηλότερα στο σκέλος του nilotinib έναντι του imatinib.
Λεπτομέρειες της μελέτης ENESTnd
Η μελέτη ENESTnd (Evaluating Nilotinib Efficacy and Safety in Clinical Trials – Newly Diagnosed Patients) είναι μία τυχαιοποιημένη, ανοικτή, πολυκεντρική μελέτη Φάσης ΙΙΙ που συγκρίνει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια του nilotinib έναντι του imatinib, σε ενήλικες νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς με Ph+ ΧΜΛ σε χρόνια φάση. Είναι η μεγαλύτερη παγκόσμια, τυχαιοποιημένη σύγκριση των δύο από του στόματος θεραπειών που διεξήχθη ποτέ σε νεοδιαγνωσθέντες πάσχοντες από Ph+ ΧΜΛ. Η μελέτη διεξάγεται σε 217 κέντρα παγκοσμίως με τη συμμετοχή 846 ασθενών. Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν να λαμβάνουν 300 mg nilotinib δύο φορές την ημέρα (n=282), 400 mg nilotinib δύο φορές την ημέρα (n=281) ή 400 mg imatinib μία φορά την ημέρα (n=283). Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν η μείζονα μοριακή ανταπόκριση (MMR) στους 12 μήνες.
Nilotinib
Το nilotinib είναι εγκεκριμένο σε περισσότερες από 110 χώρες για τη θεραπεία της χρονίας και της επιταχυνόμενης φάσης της χρονίας μυελογενούς λευχαιμίας, θετικής στο χρωμόσωμα Φιλαδέλφειας (Ph+ ΧΜΛ), σε ενήλικες ασθενείς με αντοχή ή δυσανεξία σε τουλάχιστον μία προγενέστερη θεραπεία, συμπεριλαμβανομένου του imatinib, καθώς και σε περισσότερες από 85 χώρες για τη θεραπεία των ενηλίκων νεοδιαγνωσθέντων ασθενών με Ph+ ΧΜΛ σε χρονία φάση.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}