Του Χάρη Χηνιάδη, Μαιευτήρα-Γυναικολόγου, Ειδικού στην Εξωσωματική Γονιμοποίηση
Τις τελευταίες ημέρες υπάρχουν δημοσιεύματα τα οποία αφορούν τη γέννηση ενός παιδιού από μια γυναίκα ηλικίας 72 ετών στην Ασία. Η γέννηση αυτή προφανώς προήλθε από δωρεά ωαρίων στο ζευγάρι αυτό, από μία νεαρότερη μητέρα.
Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι τα ωάρια μιας γυναίκας άνω των 46-47 ετών είναι εξαιρετικά δύσκολο να γονιμοποιηθούν. Από τη στιγμή δε που θα προκύψει η εμμηνόπαυση (κατά μέσο όρο στα 51 έτη) δεν είναι δυνατόν κάποιο από αυτά τα ωάρια να γονιμοποιηθεί, είτε με φυσικό, είτε με τεχνητό τρόπο τρόπο.
Τα ανώριμα ωάρια τα οποία απομένουν στις ωοθήκες μετά την εμμηνόπαυση δεν έχει βρεθεί τρόπος μέχρι σήμερα να ενεργοποιηθούν και να ωριμάσουν, είτε στο εργαστήριο, είτε στο σώμα της γυναίκας και στη συνέχεια να γονιμοποιηθούν από το σπέρμα του συντρόφου.
Είναι προφανές ότι όταν έχουμε ωάρια τα οποία προέρχονται από νεαρότερες γυναίκες και γονιμοποιούνται με σπέρμα του συντρόφου, ακόμα και αν αυτός έχει μεγάλη ηλικία, μπορεί να προκύψουν υγιέστατα έμβρυα.
Το ερώτημα που προκύπτει εδώ είναι κατά πόσον είναι εφικτό μια γυναίκα ηλικίας 72 ετών να κυοφορήσει και να φέρει σε πέρας με ασφάλεια μια εγκυμοσύνη η οποία προκύπτει προφανώς από τεχνητή γονιμοποίηση. Υπάρχει η επιστημονική παραδοχή ότι οι γυναίκες οι οποίες κυοφορούν και είναι άνω των 40 ετών αυτόματα τοποθετούνται σε μια ομάδα εγκυμοσύνης υψηλού κινδύνου, πόσο δε μάλλον όταν η κύηση αυτή προέρχεται από διαδικασίες εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Επιπλέον είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα και γενικότερα στην Ευρώπη -κατά μέσο όρο- τα 50 έτη της ηλικίας της γυναίκας είναι το ανώτατο όριο που επιτρέπεται η τεχνητή γονιμοποίηση με σκοπό την αναπαραγωγή.
Προφανώς στην Ινδία, όπου προέκυψε η εγκυμοσύνη αυτή δεν υπάρχει αυτός ο περιορισμός, οπότε και έγινε η εξωσωματική γονιμοποίηση, η οποία οδήγησε στη γέννηση του παιδιού.
Υπάρχουν δύο ειδών ερωτήματα σχετικά με σχετικά με την κίνηση αυτή:
Το πρώτο είναι καθαρά ηθικό και αφορά το κατά πόσο είναι δυνατόν ένα υπερήλικο ζευγάρι να παρέχει μια υγιή ανάπτυξη και εκπαίδευση σε ένα βρέφος και μέχρι πότε θα μπορεί να το κάνει αυτό εφόσον το προσδόκιμο επιβίωσης του ζεύγους είναι σαφώς μικρότερο από την περίοδο ενηλικίωσης μέχρι την ενηλικίωση του παιδιού.
Το δεύτερο ερώτημα αφορά καθαρά ιατρικούς λόγους με την έννοια ότι μία εγκυμοσύνη σε αυτή την ηλικία εμπεριέχει πάρα πολύ υψηλούς κινδύνους, κυρίως για τη μητέρα που φέρει το έμβρυο, και μπορεί να υπάρξουν επιπλοκές που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή της. Τίθεται επίσης το ερώτημα κατά πόσον η μήτρα αυτής της γυναίκας είναι ασφαλές να κυοφορήσει, επηρεάζοντας τη σωστή ανάπτυξη του εμβρύου μορφολογικά και νευρολογικά μέχρι την γέννηση του.
Υποθέτοντας ότι το παιδί αυτό είναι υγιές, έχουμε το ευτυχές γεγονός της γέννησης ενός νέου ανθρώπου. Όμως, θα πρέπει σε κάθε περίπτωση τέτοια περιστατικά να αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό όσον αφορά τόσο την απόφαση των γονέων, όσο και των γιατρών οι οποίοι ανέλαβαν την ευθύνη να προχωρήσουν σε αυτήν την προσπάθεια εξωσωματικής γονιμοποίησης και να φέρουν σε πέρας την εγκυμοσύνη.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}