Είδος προς εξαφάνιση τείνει να γίνει η κλινική έρευνα στην Ελλάδα, καθώς πλήθος αντικινήτρων δρουν ανασταλτικά στην απόφαση των τµηµάτων Έρευνας και Ανάπτυξης της φαρμακοβιομηχανίας να επενδύσουν σε αυτήν, με αποτέλεσμα η χώρα να κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις µεταξύ των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και διεθνώς.
Σήµερα, η διεξαγωγή κλινικών µελετών στη χώρα µας, παρά τις πολλές γραφειοκρατικές δυσκολίες συνδέεται µε την εισροή σηµαντικών ιδιωτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, που αγγίζουν τα 100 εκατ. ευρώ ετησίως. Παράλληλα, η βιοµηχανία γενοσήµων φαρµάκων επενδύει στο εξωτερικό τουλάχιστον 10-15 εκατ. ευρώ ετησίως, µόνο σε ότι αφορά τις κλινικές µελέτες φάσης Ι/ΙΙ (προκλινικές και µελέτες βιοισοδυναµίας). Κεφάλαιο, αλλά και θέσεις εργασίας, που θα µπορούσαν να παραµείνουν στη χώρα µας υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Εάν την ίδια στιγμή αναλογιστούµε ότι η διεθνής φαρµακοβιοµηχανία επενδύει περίπου 35 δισ. ευρώ ετησίως για κλινική έρευνα στην Ευρώπη, µπορούµε να κατανοήσουµε ότι υπάρχει µεγάλο περιθώριο ανάπτυξης.
Ένα επιπλέον στοιχείο που επιβεβαιώνει τη δυναμική της κλινικής έρευνας ανά τον κόσμο είναι ότι η Φαρμακευτική Βιομηχανία διαθέτει γενικά κατά μέσο όρο το 15,9% του συνολικού Ετησίου τζίρου της στην έρευνα για τη δημιουργία νέων πρωτοτύπων φαρμάκων, ποσοστό εξαιρετικά υψηλό, συγκρινόμενο με τα αντίστοιχα ποσοστά που διατίθενται από τις άλλες βιομηχανίες. Είναι εντυπωσιακό το στοιχείο ότι η αμέσως επόμενη Βιομηχανία είναι αυτή των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών με μόλις 9,9%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πορεία ενός νέου φαρμακευτικού σκευάσματος προς την κυκλοφορία αρχικά και την κερδοφορία στη συνέχεια είναι εξαιρετικά επίπονη και με μεγάλο ποσοστό ρίσκου, καθώς σχηματικά μπορεί να αναφερθεί ότι για κάθε 100.000 νέα μόρια που διερευνούνται, μόνο 10 φτάνουν τελικά στην αγορά ως φάρμακα και μόνο 2 από αυτά αποτελούν πηγή κέρδους για την εταιρία που τα παράγει!
Εστιάζοντας το ενδιαφέρον μας στον Ελληνικό χώρο, οι συνθήκες που διαµορφώνονται τόσο στη χώρα µας, όσο και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες λόγω της πρόσφατης οικονοµικής κρίσης, κάνουν ολοένα και περισσότερο επιτακτική την ανάγκη για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και της αντιµετώπισης των κοινωνικών προκλήσεων όπως είναι η υγεία, το περιβάλλον, η καταπολέµηση της ανεργίας, (κυρίως των νέων), και της αυξανόµενης µετακίνησης των πιο δυναµικών οµάδων πληθυσμού προς το εξωτερικό.
Πρωτοκλασάτα στελέχη φαρμακοβιομηχανιών τονίζουν ότι ο κλάδος έχει τη δυνατότητα και μπορεί να δώσει άμεσα λύσεις σε προβλήματα που ταλανίζουν σήμερα την ελληνική κοινωνία. Παραθέτουν δε στοιχεία που αποτυπώνουν αυτή τη δύναμη.
- Οι εξαγωγές φαρµακευτικών προϊόντων κατέχουν τη 2η θέση στο σύνολο των 100 σηµαντικότερων ειδών που εξάγει η Ελλάδα στον κόσµο.
- Η άµεση επίδραση του κλάδου στο ΑΕΠ υπολογίζεται στα 1,10 δις. ευρώ, ενώ, αν συνυπολογιστούν και οι έµµεσες επιδράσεις καθώς και η συµβολή της αύξησης στην κατανάλωση, το συνολικό ποσό ανέρχεται στα 6,20 δις. ευρώ (ήτοι, περίπου το 3,5% του Ελληνικού ΑΕΠ).
- Ανάλογη είναι και η συµβολή στην εγχώρια απασχόληση, µε τη συνολική επίδραση του φαρµακευτικού κλάδου να ανέρχεται στις 87.000 θέσεις εργασίας.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}