Η πρωτοβάθμια (εξωνοσοκομειακή) φροντίδα Υγείας, είναι το κύριο χαρακτηριστικό ενός συγκροτημένου συστήματος παροχής περίθαλψης.
Οι υγειονομικά προηγμένες χώρες διαθέτουν οργανωμένα συστήματα πρωτοβάθμιας φροντίδας, τα οποία συμβάλλουν στην ποιοτικότερη φροντίδα προς τους ασθενείς (απουσία συνωστισμού και ταλαιπωρίας στα εξωτερικά ιατρεία).
Διαμορφώνουν, επίσης, συνθήκες πιο ομαλής λειτουργίας των νοσοκομείων, αποτελώντας ένα “φίλτρο” για περιστατικά που μπορούν να αντιμετωπιστούν εξωνοσοκομειακά.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η πρωτοβάθμια φροντίδα καλύπτει τον κύριο όγκο των πράξεων ιατροασφαλιστικής διαχείρισης του ασθενούς και της νόσου, ενώ η νοσοκομειακή έχει επεισοδιακό και ευκαιριακό χαρακτήρα.
Αυτό, παρά το γεγονός ότι η νοσοκομειακή περίθαλψη είναι πιο σύνθετη τεχνολογικά και πλέον πολύπλοκη κλινικά.
Στον αντίποδα, η πρωτοβάθμια φροντίδα καλύπτει ένα πεδίο καθημερινής διαχείρισης του συνόλου του πληθυσμού και εκφράζεται ποσοτικά από την παραγωγή 50 περίπου εκατομμυρίων επισκέψεων (κατά μία άλλη εκτίμηση 70 εκατομμυρίων), 100 περίπου εκατομμυρίων διαγνωστικών και εργαστηριακών εξετάσεων και πλέον των 70 εκατομμυρίων συνταγών φαρμακευτικής περίθαλψης.
Παρά τον κρίσιμο ρόλο της, η πρωτοβάθμια φροντίδα δεν είχε τη δέουσα πολιτική υποστήριξη από την εγκαθίδρυση του ΕΣΥ και την αναγκαία μεταφορά πόρων, ώστε να αποτελέσει εμφανή πολιτική προτεραιότητα.
Η Ελλάδα απέκτησε, έτσι, ένα “νοσοκομειοκεντρικό” σύστημα, παρότι τα πολυιατρεία του ΙΚΑ και μέρος των Κέντρων Υγείας του ΕΣΥ, κατά την πρώτη περίοδο λειτουργίας τους, είχαν επιδείξει υποδειγματική λειτουργία στην άσκηση καλής κλινικής πρακτικής.
Όλα αυτά, ενώ η χώρα διαθέτει ένα από τα πυκνότερα δίκτυα υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας Υγείας, με 200 Κέντρα Υγείας και 350 λοιπά σημεία.
Η απουσία επαρκούς λειτουργίας των δομών αυτών, αποδείχτηκε ιδιαίτερα σημαντική στα χρόνια της κρίσης, όταν – λόγω οικονομικής αδυναμίας – οι πολίτες στράφηκαν μαζικά στον δημόσιο τομέα.
Δυστυχώς, η αυξημένη αυτή ζήτηση δεν μπόρεσε να απορροφηθεί από τις δομές της πρωτοβάθμιας φροντίδας, οι οποίες έχουν αποδυναμωθεί πλήρως, με αποτέλεσμα να υπάρξει μία πλημμυρίδα ασθενών στα επείγοντα των νοσοκομείων.
Ζήτηση
Ακόμη και έτσι, οι πρωτοβάθμιες δομές καλύπτουν διαρκώς περισσότερους ασθενείς. Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία της 1ης Υγειονομικής Περιφέρειας (ΥΠΕ) Αττικής, από τα οποία προκύπτει η αυξημένη ζήτηση στην πρωτοβάθμια και στη νοσοκομειακή φροντίδα.
Ο συνολικός αριθμός των εξετασθέντων στις δομές πρωτοβάθμιας ανήλθε το 2016 στα 3.499.296 έναντι 3.429.883 το 2015.
Οι ανασφάλιστοι πιέζουν τη ζήτηση και τη δαπάνη. Το 2013, είχαν διατεθεί για τη νοσηλεία τους 41,55 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που το 2014 ανήλθε στα 47,51 εκατομμύρια, το 2015 στα 51,09 εκατομμύρια ευρώ και το 2016 στα 57,23 εκατομμύρια.
Αύξηση καταγράφηκε και στις εισαγωγές ασθενών για νοσηλεία στα νοσοκομεία της 1ης ΥΠΕ. Οι νοσηλείες αυξήθηκαν το 2016 κατά 2,18%, φτάνοντας τις 569.958, έναντι 557.824 το 2015.
Την ώρα που συμβαίνουν όλα αυτά και η Πολιτεία επαγγέλλεται τη δημιουργία ενός νέου τύπου πρωτοβάθμιας, με τα Ιατρεία της Γειτονιάς, οι υπάρχουσες δομές υφίστανται μία σημαντική δοκιμασία.
Οι διαδικασίες, ωστόσο, καθυστερούν και στο μεταξύ απαξιώνονται οι ήδη υποβαθμισμένες δομές.
Ναύπλιο
Ενδεικτική είναι η περίπτωση του Πρωτοβάθμιου Εθνικού Δικτύου Υγείας (ΠΕΔΥ) Ναυπλίου.
Όπως καταγγέλλει η Σύλλογος Επιστημονικού Υγειονομικού Προσωπικού Αργολίδας, με τον νόμο 4238/2014 η μονάδα αποστερήθηκε σημαντικό αριθμό γιατρών με κρίσιμες ιατρικές ειδικότητες.
Διατήρησε τρεις μόνον γιατρούς ενώ με την εξαίρεση της διατήρησης λειτουργίας του μικροβιολογικού της εργαστηρίου, περιήλθε σε κατάσταση που δεν άρμοζε στον ρόλο του.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την απομακρυσμένη θέση της μονάδας, έστρεψε τους συμπολίτες στον ιδιωτικό τομέα, με δεδομένη την οικονομική τους επιβάρυνση.
Η πρόσφατη ενίσχυσή της με παθολόγο και επισκέπτη γενικό γιατρό, έδωσε μεν μια πνοή ζωής, μετά δυο χρόνια, αλλά σίγουρα δεν αρκεί.
Οι γιατροί του ΠΕΔΥ Ναυπλίου είναι γιατροί κλάδου ΕΣΥ (οι δύο με βαθμό διευθυντή) και είναι κανονικά ενταγμένοι στο πρόγραμμα εφημεριών του νοσοκομείου της πόλης.
Στο ΠΕΔΥ Ναυπλίου υπάρχει πλήρες φυσικοθεραπευτήριο (χωρίς δυστυχώς φυσικοθεραπευτή), το μόνο σε δημόσια δομή στο νομό. Το δημοσιονομικό (και όχι μόνο) όφελος της ενεργοποίησης του είναι παραπάνω από προφανές.
Συνέπειες
Σύμφωνα με τους γιατρούς, το καίριο πλήγμα που υπέστη η πρωτοβάθμια φροντίδα στο Ναύπλιο είχε πολλαπλασιαστικές συνέπειες.
Επιβάρυνε το νοσοκομείο, στο οποίο – δεδομένης της οικονομικής κρίσης – προσφεύγουν ολοένα και περισσότεροι ασθενείς με προβλήματα υγείας “αφιλτράριστα” από την πρωτοβάθμια.
Επιβάρυνε, επίσης, κυρίως οι πιο ευάλωτοι οικονομικά πολίτες, οι οποίοι υποχρεώθηκαν να καταφύγουν στον ιδιωτικό τομέα.
Επίπτωση υπάρχει στη Δημόσια Υγεία και στα δημόσια οικονομικά, καθώς τα περιστατικά που καθυστερούν να προσέλθουν σε υγειονομικό σχηματισμό, όταν τελικά προσέρχονται (στο νοσοκομείο πλέον) αφενός έχουν ήδη επιβαρυνθεί και αφετέρου η αντιμετώπιση τους είναι δαπανηρότερη.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}