Μία από τις πιο συνηθισμένες διαμαρτυρίες γονέων κι εκπαιδευτικών, σχετικά με τη χαμηλή απόδοση των παιδιών, είναι η εξής: « Είναι έξυπνος, αλλά δεν ενδιαφέρεται. Είναι τεμπέλης». Σύμφωνα με τον Aμερικανό παιδοψυχίατρο Mel Levine, ειδικό σε θέματα σχολικής απόδοσης, δεν υπάρχουν «τεμπέλικα» παιδιά.
Όλα τα παιδιά έχουν ανάγκη να εκφράσουν το δημιουργικό τους δυναμικό και να νιώσουν παραγωγικά και άξια. Αν τα παιδιά ήταν τεμπέλικα, τότε δεν θα έπαιζαν! Το παιχνίδι (το αυθεντικό παιδικό παιχνίδι μεταξύ πραγματικών παιδιών, όχι το καθοδηγούμενο κι αποχαυνωτικό βιντεοπαιχνίδι) απομυζεί τεράστιες ποσότητες σωματικής, ψυχικής και νοητικής ενέργειας.
Τα παιδιά παίζουν ατελείωτες ώρες με κατασκευές, ή φανταστικά σενάρια, μέσα από τα οποία αναπαριστούν τον κόσμο, καλλιεργούν τη φαντασία, βρίσκουν λύσεις σε προβλήματα, αποδομούν και αναδομούν ιδέες (Bruner, 1976). Η έλλειψη του φόβου της κατάκρισης τα αφήνει ελεύθερα να δημιουργήσουν χωρίς κόπο. Η ακούραστη ενασχόληση του παιδιού με το παιχνίδι αποδεικνύει ότι η ‘τεμπελιά’ είναι παρεξηγημένη έννοια. Η δημιουργικότητα είναι βασική ανάγκη του ανθρώπου -όχι πολυτέλεια, αλλά ανάγκη!
Όταν λοιπόν ένα παιδί αποφεύγει να εκπληρώσει τη δημιουργική ανάγκη του, τότε το εμπόδιο βρίσκεται αλλού- όχι στην αδιαφορία ή οκνηρία. Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά να απελευθερώσουν το δημιουργικό δυναμικό τους, αναπτύσσοντας τις κατάλληλες δεξιότητες εργασίας; Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά να γίνουν ο καλύτερος εαυτός τους (όχι σαν κάποιον άλλον!), ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου η εκπαίδευση φαίνεται να απαξιώνεται στα μάτια των παιδιών, λόγω της αδυναμίας να εξασφαλίσει επαγγελματική αποκατάσταση;
Οι τρόποι εργασίας, μάθησης, έκφρασης της δημιουργικότητας μαθαίνονται από τη νηπιακή ακόμη ηλικία. Από την πρώτη σχολική ηλικία καλλιεργούνται επίσης η αυτογνωσία (γνώση των δυνάμεων, των αδυναμιών, των ενδιαφερόντων), η αυτό-διαχείριση (μεταφράζω τα όνειρά μου σε στόχους και δεσμεύομαι να τα πραγματοποιήσω) και η αυτό-οργάνωση (έχω την ατζέντα μου και μαθαίνω να είμαι συνεπής με τον εαυτό μου και όλες τις υποχρεώσεις μου).
Αυτές είναι δεξιότητες ζωής, πολύ σημαντικότερες από την ακαδημαϊκή γνώση, απαραίτητες σε οποιαδήποτε επαγγελματική εξέλιξη. Δυστυχώς, πολλές φορές η αρνητική σχολική εμπειρία παραλύει τα παιδιά, αντί να τα βοηθήσει. Εκτός από το εξωτερικό απολυτήριο (με το βαθμό-σφραγίδα), τα παιδιά αποφοιτούν με ένα εσωτερικό απολυτήριο, που πολύ συχνά αναγράφει: «Είμαι ή τεμπέλης ή χαζός» (ή και τα δύο!). Ενώ το εξωτερικό απολυτήριο θα ξεχαστεί σε κάποιο συρτάρι, το εσωτερικό θα παραμείνει στο υποσυνείδητο του παιδιού, υπονομεύοντας την πορεία του παιδιού σε όλη του τη ζωή (αν συνειδητά δεν το αλλάξει).
Ένας μεγάλος αριθμός παιδιών με αρνητικά εσωτερικά απολυτήρια εξελίσσεται σε ένα μεγάλο αριθμό ενηλίκων με εσωτερική παράλυση (προσωπική, δημιουργική, επαγγελματική), ο οποίος με τη σειρά του συνεισφέρει στην παράλυση μια ολόκληρης κοινωνίας και οικονομίας. Η ζημιά της χαμηλής αυτοεκτίμησης δύσκολα εκτιμάται.
Η ακινητοποιημένη δημιουργικότητα δημιουργεί αισθήματα μη ικανοποίησης, αναξιότητας και θλίψης. Δεν είναι τυχαίο που η απασχολησιοθεραπεία αποτελεί βασικό πυλώνα θεραπείας για εθισμούς, κατάθλιψη και στη γηριατρική ψυχιατρική. Αν είχαν τα παιδιά διδαχθεί από μικρά να εκτιμούν και να αποζητούν τη δημιουργική τους έκφραση, χωρίς κατάκριση, χωρίς την κατάρα της τελειότητας να τα καταδιώκει (‘αυτό που θα κάνω δεν θα είναι καλό, άρα δε δοκιμάζω’), θα είχαν έτοιμη τη δεξιότητα της έκφρασης της δημιουργικότητας να τους συμπαραστέκεται επαγγελματικά και ψυχικά σε όλη τους τη ζωή.
Απεναντίας, το σχολικό μας σύστημα, επιβραβεύει μόνο μια μονοδιάστατη, με παρωπίδες και τυφλά υπάκουη ‘δημιουργικότητα’, η οποία εκτελεί εντολές, η οποία δέχεται μόνο μία απάντηση ως σωστή, η οποία αφήνει την πλειοψηφία των παιδιών να νιώθουν ανεπαρκή ως προς τις ικανότητές τους και τη γενικότερη αξία τους. Ακόμη κι αν ξεκινήσουν με αγάπη για τη μάθηση, πολλά παιδιά εγκαταλείπουν την προσπάθεια στην πορεία, τραυματισμένα από τις προσβολές εκπαιδευτικών και γονιών, ταπεινωμένα από τη γελιοποίηση να είναι όρθια στον πίνακα μπροστά στην τάξη και να μην ξέρουν τι να πουν.
Το σχολείο τα τιμωρεί γιατί δεν αποστηθίζουν πληροφορίες που δεν θα τους χρειαστούν ποτέ. Ζημιώνονται ακόμη περισσότερο, όταν μαζί με την άχρηστη μάθηση, εγκαταλείπουν ακόμη και τα δικά τους ταλέντα και ενδιαφέροντα, πεπεισμένα ότι ‘εγώ δεν είμαι καλός για τίποτα’. Πολλές φορές μεγαλώνουν με την απερίγραπτη αγωνία ‘μη μείνουν στην ίδια τάξη’, ένα μέτρο παντελώς άχρηστο και καταστρεπτικό για όποια αυτοεκτίμηση έχει απομείνει στο παιδί (αμέτρητοι ενήλικες συνεχίζουν να βλέπουν εφιάλτες μέχρι τα βαθιά γεράματα, ότι έμειναν στην ίδια τάξη).
Πόσοι ενήλικες αλήθεια θα άντεχαν παραπάνω από τρεις επισημάνσεις λαθών σε ένα ημερήσιο σεμινάριο ως εκπαιδευόμενοι; Ας σκεφτούμε όμως ότι τα παιδιά υποχρεούνται να αντιμετωπίσουν μια τέτοια κατάσταση (με πολύ χειρότερα σχόλια), πολλές φορές κάθε μέρα για χρόνια! Πώς να μη βγει το ‘εγώ’ τους διαλυμένο από την κριτική; Πώς περιμένουμε μετά αυτά τα παιδιά να στήσουν επαγγελματική καριέρα, να θεμελιώσουν μια ολόκληρη οικονομία; Θα εισπράξουμε ακριβώς αυτό το οποίο σπείραμε. Και δεν θα φταίει μόνο το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών, αλλά πολύ περισσότερο το άρρητο, το κρυφό πρόγραμμα σπουδών, δηλαδή η ψυχολογική προσέγγιση προς τη μάθηση και τις δεξιότητες εργασίας και δημιουργικότητας.
Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά που αρνούνται να προσπαθήσουν;
- Τα παιδιά θέλουν να αποδώσουν, θέλουν να πετύχουν, θέλουν να δοκιμάσουν (η εξερεύνηση και η περιέργεια ανήκουν εξάλλου στη φύση της παιδικής ηλικίας), αλλά φοβούνται μια ακόμη ματαίωση, μια ακόμη αποτυχία. Είναι σημαντικό να τα ενθαρρύνουμε με έπαινο, ακόμη και στην παραμικρή προσπάθεια και να τους δώσουμε τη δυνατότητα να κάνουν μικρά βήματα, στα οποία μπορούν να πετύχουν. “Ας τα προκαταβάλλουμε για την επιτυχία” είναι η συνταγή και δημιουργεί θαύματα στην κινητοποίηση του παιδιού.
- Τα παιδιά ίσως έχουν αρνητικούς συνειρμούς, λόγω δυσάρεστων εμπειριών με κάποιο συγκεκριμένο μάθημα ή εκπαιδευτικό. Φροντίζουμε να δώσουμε μια νέα ευχάριστη προσέγγιση στο μάθημα, κάνοντάς το ενδιαφέρον με παραδείγματα από την καθημερινή ζωή, από εγκυκλοπαίδειες, Διαδίκτυο κλπ. Απομυθοποιούμε το αλάνθαστο των εκπαιδευτικών στα μάτια του παιδιού (δεν απαξιώνουμε, αλλά απομυθοποιούμε). Οι εκπαιδευτικοί είναι και αυτοί άνθρωποι, με τις ανθρώπινες αδυναμίες και ανασφάλειές τους και μπορεί ενδεχομένως κάποια στιγμή να τα αδίκησαν. Διδάσκουμε στο παιδί ότι, παρόλο που η κριτική στις πράξεις (με επιχειρήματα κι εξηγήσεις) μπορεί να είναι χρήσιμη, κανείς δεν έχει δικαίωμα να μειώνει την αξία του ως άτομο (π.χ. με αρνητικούς χαρακτηρισμούς σε δεύτερο ενικό).
- Παιδιά με αναβλητικότητα και αποφυγή (αρνητικά μοτίβα συμπεριφοράς, που λειτουργούν ως άμυνα, αλλά δυστυχώς ερμηνεύονται ως «τεμπελιά») συχνά έχουν πολύ χαμηλή αυτοεκτίμηση, με ενδόμυχες πεποιθήσεις, όπως: «Είμαι άχρηστος, δεν κάνω τίποτα καλό, δεν πρόκειται να τα καταφέρω, οι άλλοι είναι καλύτεροι από εμένα». Επαινούμε κι ενθαρρύνουμε το παιδί, όσο μπορούμε, αλλάζοντας τις πεποιθήσεις του σε θετικές: «Μπορώ. Αξίζω. Είμαι ικανός. Έχω το δικό μου μοναδικό συνδυασμό από μοναδικά ταλέντα κι ικανότητες». Πάντα επαινούμε την προσπάθεια, όσο μικρή και αν φαίνεται. Ο έπαινος, μαζί με την ευχαρίστηση του δημιουργικού αποτελέσματος, είναι το καύσιμο που συντηρεί την προσπάθεια.
- Είναι σημαντικό να βοηθήσουμε το παιδί να συνηθίσει στον θετικό κύκλο της επιτυχίας («πιστεύω στον εαυτό μου-δοκιμάζω- επαινώ την προσπάθειά μου- ξαναδοκιμάζω –πετυχαίνω –έχω περισσότερη αυτοπεποίθηση») και να απομακρυνθεί από τον φαύλο κύκλο της αποτυχίας («απέτυχα- είμαι ανίκανος –αποφεύγω, δεν δοκιμάζω-περισσότερη αποτυχία- ακόμη χαμηλότερη αυτοπεποίθηση»). Διδάσκουμε στο παιδί να ενισχύει τον εαυτό του πάντα, να επαινεί και να ενθαρρύνει τον εαυτό του σε κάθε βήμα. Η αυτό-υποστήριξη είναι ένα πολύ σημαντικό εργαλείο, που θα χρησιμεύσει στο παιδί σε όλη του τη ζωή, ακόμη κι όταν δεν είμαστε εμείς κοντά του. Θα το κρατήσει σταθερό στα πισωγυρίσματα της ζωής, τα οποία είναι αναπόφευκτα.
- Ενθαρρύνουμε στα παιδιά την περιέργεια και τον αυθορμητισμό. Όταν ‘σκαλώνει’, δίνουμε μια μικρή βοήθεια-συμβουλή, ίσα ίσα για να προχωρήσει, χωρίς να καταπνίγουμε τη δική του δημιουργικότητα και την εμπιστοσύνη στον εαυτό του. Είναι σημαντικό να μάθει να κάνει πράγματα μόνο του και να στηρίζεται στα πόδια του. Ο υπερπροστατευτισμός δίνει στο παιδί το έμμεσο μήνυμα ότι δεν το εμπιστευόμαστε. Επίσης, η αγάπη μας για το παιδί θα πρέπει να είναι άνευ όρων, ανεξάρτητα από τις επιδόσεις του. Όταν του λέμε ‘αν δεν διαβάσεις, δεν θα σε αγαπάω’, το προκαταβάλλουμε υποσυνείδητα να αποτύχει. Αποτυγχάνοντας, θα τιμωρήσει εμάς, αλλά θα τιμωρήσει και τον εαυτό του.
Τέλος, εμείς οι ενήλικες, γονείς και εκπαιδευτικοί, είμαστε το ζωντανό παράδειγμα. Θα προβάλλουμε στα παιδιά τις δικές μας ανασφάλειες. Για αυτό είναι σημαντικό να εργαζόμαστε συστηματική για τη δική μας αυτοβελτίωση και προσωπική ανάπτυξη. Όταν έχουμε αυτοπεποίθηση, όταν δεν βαριόμαστε, αλλά αγαπούμε την εργασία μας, δείχνουμε επιμονή και αυτό-υποστήριξη στις δυσκολίες, τα παιδιά παραδειγματίζονται και μαθαίνουν να αγαπούν την προσπάθεια, κάνοντας πάντα το καλύτερο που μπορούν. Κι αυτό είναι αρκετά καλό.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}