Αξιοσημείωτη αύξηση της βρεφικής θνησιμότητας καταγράφηκε στην Ελλάδα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, διακόπτοντας μία θετική πορεία που είχε ξεκινήσει το 1956.

Τα παραπάνω επισημαίνουν ειδικοί από τα Πανεπιστήμια της Αθήνας και της Πάτρας, σε πρόσφατη δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό Cureus.

Σύμφωνα με τη συντακτική ομάδα, η βρεφική θνησιμότητα είναι ένα κρίσιμο περιγεννητικό μέτρο και θεωρείται επίσης σημαντικός δείκτης Δημόσιας Υγείας.

Με την ανάλυσή τους, παρουσιάζουν τις τάσεις στη βρεφική, νεογνική και μετανεογνική θνησιμότητα. Τα ποσοστά υπολογίστηκαν με βάση επίσημα εθνικά δεδομένα που ελήφθησαν από την ΕΛΣΤΑΤ, καλύπτοντας 67 έτη, από το 1956 έως το 2022.

Όπως αναφέρουν, το ετήσιο ποσοστό βρεφικής θνησιμότητας παρουσίασε επιταχυνόμενη πτώση για περισσότερα από 50 χρόνια, φτάνοντας σε ιστορικό χαμηλό το 2008 (2,7 θάνατοι από 1.000 γεννήσεις). Το υψηλότερο ποσοστό είχε καταγραφεί το 1957 (44,1 ανά 1.000 γεννήσεις).

Η τάση αναστράφηκε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και η βρεφική θνησιμότητα σημείωσε αύξηση κατά 57% από το 2008 έως το 2016 (3,4 ανά 1.000).

Από το 2016 έως το 2022, υπήρξε βελτίωση, με αποτέλεσμα η βρεφική θνησιμότητα να υποχωρήσει στις 3,1 ανά 1.000 γεννήσεις.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η μείωση της βρεφικής θνησιμότητας στην Ελλάδα, έσωσε διαχρονικά 209.109 ζωές παιδιών από το 1956.

Όπως σημειώνουν, η Ελλάδα πέτυχε εντυπωσιακή μείωση των ποσοστών βρεφικής θνησιμότητας, αλλά η πρόοδος ανακόπηκε και αντιστράφηκε εντελώς κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.

Αν και υπήρξαν βελτιώσεις μετά την οικονομική ανάκαμψη της χώρας, τα ποσοστά δεν έχουν φτάσει ακόμη στα προ κρίσης επίπεδα.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Πρέπει να κάνω διατάσεις πριν ή μετά την γυμναστική; Γιατί όχι και τα δύο;
Οι πολυβιταμίνες δεν έχουν μακροπρόθεσμη επίδραση στη θνητότητα [μελέτη]
Η ΠΕΦ αποχαιρετά τον Σταύρο Δέμο