Το στίγμα και οι διακρίσεις αποτελούν μείζονα εμπόδια στην παροχή αποτελεσματικής φροντίδας για τα άτομα που ζουν με ηπατίτιδα.
Έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην πρόσβαση και τη σύνδεση με τη φροντίδα και μπορεί να επηρεάσουν τη διατήρηση στις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης και τη συμμόρφωση στη θεραπεία.
Όπως αναφέρεται σε σημερινή ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) το στίγμα και οι διακρίσεις που αντιμετωπίζει αυτή η ομάδα των ασθενών μπορεί να αποτελούν πραγματικό εμπόδιο για την επίτευξη της εξάλειψης της ηπατίτιδας.
Δεν υπάρχουν ενημερωμένα και ολοκληρωμένα δεδομένα για το στίγμα και τις διακρίσεις που σχετίζονται με την ηπατίτιδα, αλλά αυτές οι πληροφορίες είναι κρίσιμες για να μπορέσουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής να διαμορφώσουν τεκμηριωμένες πολιτικές και στρατηγικές για μείωση του στίγματος και βελτίωση της φροντίδας και της ποιότητας ζωής των ατόμων που ζουν με ηπατίτιδα.
Το ECDC σε συνεργασία με την Παγκόσμια Συμμαχία για την Ηπατίτιδα (WHA) ανέπτυξαν ένα εργαλείο έρευνας για να διερευνήσουν το στίγμα και τις διακρίσεις που βιώνουν τα άτομα που ζουν με ηπατίτιδα.
Αυτό το εργαλείο εφαρμόστηκε πιλοτικά σε εννέα επιλεγμένες ευρωπαϊκές χώρες (Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρος, Δανία, Γερμανία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο) για να δοκιμαστεί η σκοπιμότητα και η αποδοχή αυτής της προσέγγισης. Οι κύριοι στόχοι της μελέτης ήταν:
Λήφθηκαν συνολικά 641 έγκυρες απαντήσεις, με τους ερωτηθέντες να έχουν ζήσει ή να ζουν με ηπατίτιδα C και Β.
Σχεδόν οι μισοί (47%) ανέφεραν ότι η υγεία τους ήταν πολύ καλή ή καλή, με αυτό το ποσοστό υψηλότερο μεταξύ των ερωτηθέντων με ηπατίτιδα Β (56%) σε σύγκριση με εκείνους με ηπατίτιδα C (45%).
Σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες (46%) θεώρησαν ότι είναι δύσκολο να πουν στους άλλους ότι ζουν με ηπατίτιδα Β, ενώ αυτό αναφέρεται συχνότερα μεταξύ των ερωτηθέντων με ηπατίτιδα C (57%).
Λίγο λιγότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες με ηπατίτιδα Β (44%) είχαν ανησυχίες ότι θα μπορούσαν να μεταδώσουν την ηπατίτιδα σε άλλους, με αυτό να αποτελεί πολύ μεγαλύτερη ανησυχία για όσους έχουν ενεργή ή θεραπευμένη ηπατίτιδα C (70%).
Η κακή αυτοεκτίμηση που σχετίζεται με την κατάσταση της ηπατίτιδας αναφέρθηκε πολύ πιο συχνά για τα άτομα με ηπατίτιδα C (48%) σε σύγκριση με τα άτομα με ηπατίτιδα Β (18%).
Πάνω από το ένα πέμπτο των ατόμων με ηπατίτιδα Β ή C δεν είχαν πει σε κανένα μέλος της οικογένειας ή σε φίλους ότι είχαν ηπατίτιδα.
Περίπου ένας στους έξι (17%) των ερωτηθέντων με ηπατίτιδα Β και ένας στους τέσσερις (22%) των ερωτηθέντων με ηπατίτιδα C ανέφεραν ότι δεν είχαν πει στον τρέχοντα σεξουαλικό τους σύντροφο ότι ζούσαν με ηπατίτιδα.
Οι ερωτηθέντες με ηπατίτιδα C ήταν πιο πιθανό από εκείνους με ηπατίτιδα Β να αναφέρουν αρνητικές εμπειρίες στιγματισμού σε σχέση με την οικογένεια, τους φίλους και τους σεξουαλικούς συντρόφους, όπως εκβιασμό, απειλή ή κακοποίηση, λήψη διακριτικών παρατηρήσεων ή αποκλεισμό από δραστηριότητες.
Σε σχέση με τις εμπειρίες εντός του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης, ένας στους τέσσερις ερωτηθέντες με ηπατίτιδα Β και το ένα τρίτο των ατόμων με ηπατίτιδα C ανέφεραν ότι ανησυχούν ότι θα αντιμετώπιζαν διαφορετικά από άλλους ασθενείς από το προσωπικό υγειονομικής περίθαλψης.
Το ένα τέταρτο των ερωτηθέντων με ηπατίτιδα C και ένας στους επτά ερωτηθέντες με ηπατίτιδα Β ανέφεραν ότι απέφευγαν ακόμη και την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας όταν τις χρειάζονταν, επειδή περίμεναν ότι θα τους αντιμετώπιζαν διαφορετικά.
Επιπλέον, οι ερωτηθέντες στην ηπατίτιδα C είχαν περισσότερες πιθανότητες από τους ερωτηθέντες με ηπατίτιδα Β να αναφέρουν ότι τους φέρθηκαν άδικα στην εργασία τους και ότι τους αρνήθηκαν επαγγελματικές ευκαιρίες.
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Πότε είναι καλή ιδέα η επίσκεψη στον παιδοψυχολόγο
Παρατεταμένη μοναξιά στις γυναίκες τριπλασιάζει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου [μελέτη]
Καταγγελία: Εκτός λειτουργίας δύο ασανσέρ προσώπων και φορείων στο νοσοκομείο Γουμένισσας