Ανακοινώθηκαν πρόσφατα τα αποτελέσματα ενδιάμεσης ανάλυσης από τη διευρυμένη, Φάσης 1, κυμαινόμενης δόσης μελέτη 003 (n=296) της ερευνητικής ανοσοθεραπείας αντι-PD-1 (BMS-936558), η οποία επέδειξε κλινική δραστηριότητα σε ασθενείς με μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (NSCLC), μεταστατικό μελάνωμα και νεφροκυτταρικό καρκίνωμα (RCC) που είχαν λάβει θεραπεία στο παρελθόν.

Το αντι-PD-1 είναι ένα πλήρως ανθρώπινο αντίσωμα που στοχεύει τον ανασταλτικό υποδοχέα που εκφράζεται στα ενεργοποιημένα T-κύτταρα και ονομάζεται PD-1 ή προγραμματισμένος θάνατος-1. Τα ποσοστά αντικειμενικής ανταπόκρισης (OR) στις δοσολογικές ομάδες, όπως μετρήθηκαν με βάση τα πρότυπα κριτήρια RECIST, κυμάνθηκαν από 6% έως 32% στο NSCLC, 19% έως 41% στο μεταστατικό μελάνωμα και 24% έως 31% στο RCC.

Οι περισσότερες ανταποκρίσεις ήταν παρατεταμένης διάρκειας.

Σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονταν με το φάρμακο παρουσιάστηκαν στο 11% των ασθενών που έλαβαν το BMS-936558. Οι σχετιζόμενες με το φάρμακο ανεπιθύμητες ενέργειες που είχαν ειδικό ενδιαφέρον, δηλαδή τα συμβάματα με πιθανή ανοσολογική αιτιολογία, ορισμένες φορές ήταν σοβαρά και απειλητικά για τη ζωή.

Τα στοιχεία για το αντι-PD-1 δημοσιεύθηκαν στο New England Journal of Medicine [1] και ανακοινώθηκαν σε τέσσερις προφορικές παρουσιάσεις στην 48η Ετήσια Συνάντηση της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας (Περιλήψεις # 2509, 4505, 7509 και 8507).

Επιπλέον, οι περιλήψεις της ομάδας του NSCLC (Περίληψη# 7509) και της ομάδας του μελανώματος (Περίληψη #8507) της μελέτης 003 επιλέχθηκαν για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα Best of ASCO®.

‘Τα αποτελέσματα από αυτή τη μελέτη Φάσης 1 του αντι-PD-1 κατέδειξαν κλινική δράση στο NSCLC, στο μεταστατικό μελάνωμα και στο RCC, ενισχύοντας την επιστημονική μας γνώση για τις δυνατότητες της ανοσο-ογκολογίας ως θεραπευτικής προσέγγισης στη θεραπεία του καρκίνου’, είπε ο Δρ.

Thomas J. Lynch, Jr., διευθυντής του Yale Cancer Center και επικεφαλής ιατρός του Smilow Cancer Hospital στο Yale-New Haven, το οποίο συμμετείχε στις κλινικές μελέτες. ‘Τα στοιχεία αυτά είναι ενθαρρυντικά και υποστηρίζουν την περαιτέρω διερεύνηση του αντι-PD-1 σε μεγάλης κλίμακας, τυχαιοποιημένες μελέτες Φάσης 3’.

‘Η ανοσο-ογκολογία αποτελεί ένα πεδίο έρευνας και ανάπτυξης στο οποίο η Bristol-Myers Squibb έχει δώσει προτεραιότητα, ενώ σχεδιάζουμε να ξεκινήσουμε μελέτες έγκρισης του αντι-PD-1 για το NSCLC και το RCC φέτος και για το μεταστατικό μελάνωμα στα τέλη του 2012, αρχές του 2013» είπε ο Brian Daniels, Senior Vice President, Global Development and Medical Affairs, Bristol-Myers Squibb.

‘Η δέσμευσή μας να προωθήσουμε την επιστήμη της ανοσο-ογκολογίας υπογραμμίζεται από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην ASCO και δημοσιεύθηκαν στο New England Journal of Medicine, από τα συνεχιζόμενα προγράμματα ανάπτυξης ανοσο-ογκολογικών φαρμάκων όπως η ιπιλιμουμάμπη και το αντι-PD-1, καθώς και από την επένδυση στο Διεθνές Δίκτυο Ανοσο-ογκολογίας, μία συνεργασία με πρωτοπόρα ερευνητικά κέντρα για τον καρκίνο».

Δημοσιεύθηκαν επίσης στο New England Journal of Medicine [2] και ανακοινώθηκαν σε προφορική παρουσίαση στην ASCO (Περίληψη # 2510) στοιχεία και για μία δεύτερη ανοσοθεραπεία της Bristol-Myers Squibb, το αντι-PD-L1 (BMS-936559).

Το BMS-936559 είναι ένα πλήρως ανθρώπινο αντίσωμα που στοχεύει έναν από τους ανοσοκατασταλτικούς συνδέτες για το PD-1, το PD-L1, που εκφράζεται συχνά σε καρκινικά, στρωματικά και ανοσολογικά κύτταρα.

Μέσω μίας συμφωνίας συνεργασίας με την Ono Pharmaceutical, η Bristol-Myers Squibb επέκτεινε τα δικαιώματά της όσον αφορά στην ανάπτυξη και την εμπορική διάθεση του αντι-PD-1 (BMS-936558/ONO-4538) σε παγκόσμιο επίπεδο, με εξαίρεση την Ιαπωνία, την Κορέα και την Ταϊβάν στις οποίες η Ono διατηρεί τα πλήρη δικαιώματα για το μόριο.

Ενδιάμεσα Αποτελέσματα Μελέτης 003

Αντικειμενικές ανταποκρίσεις στους ασθενείς που έλαβαν BMS-936558, παρατηρήθηκαν, με βάση τα πρότυπα κριτήρια RECIST, σε όλες τις δοσολογικές ομάδες, καθώς και σε όλους τους τύπους όγκου: NSCLC (6% έως 32%), μεταστατικό μελάνωμα (19% έως 41%) και RCC (6% έως 32%) .

Οι περισσότερες ανταποκρίσεις ήταν παρατεταμένες με διάρκεια ≥1 έτους στο 65% των ανταποκριθέντων και παρακολούθηση ≥1 έτους.

Το φάσμα, η συχνότητα και η βαρύτητα των σχετιζόμενων με τη θεραπεία ανεπιθύμητων ενεργειών (ΑΕ) ήταν γενικά παρόμοια στα δοσολογικά επίπεδα που ελέγχθηκαν. Οι κοινές σχετιζόμενες με το φάρμακο ΑΕ περιελάμβαναν κόπωση, εξάνθημα, διάρροια, μειωμένη όρεξη και ναυτία, ενώ ΑΕ Βαθμού 3-4 παρατηρήθηκαν στο 14% των ασθενών.

Οι σχετιζόμενες με το φάρμακο ΑΕ με ειδικό ενδιαφέρον, δηλαδή τα συμβάματα με πιθανή ανοσολογική αιτιολογία, περιελάμβαναν πνευμονίτιδα, λεύκη, κολίτιδα, ηπατίτιδα, υποφυσίτιδα και θυρεοειδίτιδα. Οι ΑΕ από το ήπαρ ή το γαστρεντερικό αντιμετωπίστηκαν με διακοπή της θεραπείας και χορήγηση κορτικοστεροειδών, κατά περίπτωση.

Οι ενδοκρινικές διαταραχές αντιμετωπίστηκαν με θεραπεία υποκατάστασης. Πνευμονίτιδα σχετιζόμενη με το φάρμακο παρουσιάστηκε σε 9 από 296 (3%) ασθενείς. Πνευμονίτιδα βαθμού 3-4 εμφανίστηκε σε 3 (1%) ασθενείς και συσχετίστηκε με 3 σχετιζόμενους με το φάρμακο θανάτους.

Σχετικά με τη Μελέτη 003

Η Μελέτη 003 είναι μία μελέτη Φάσης Ι ,κυμαινόμενης δόσης (n=296) που αξιολογεί την ασφάλεια, την αντικαρκινική δραστηριότητα και τη φαρμακοκινητική του BMS-936558 σε ασθενείς με προχωρημένο μελάνωμα (n=104), μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (n=122), νεφροκυτταρικό καρκίνωμα (n=34), καρκίνο του προστάτη ανθεκτικό στον ευνουχισμό (n=17) και ορθοκολικό καρκίνο (n=19).

Στους κατάλληλους για συμμετοχή ασθενείς χορηγείτο BMS-936558 ως ενδοφλέβια έγχυση κάθε 2 εβδομάδες στα πλαίσια κύκλου θεραπείας διάρκειας 8 εβδομάδων. Πραγματοποιήθηκε διαδοχική ένταξη ομάδων των τριών έως έξι ασθενών ανά δοσολογικό επίπεδο (0,1, 0,3, 1,0, 3,0 ή 10 mg/kg).

Οι ασθενείς συνέχισαν τη θεραπεία για £2 έτη (12 κύκλοι), εκτός αν παρουσίαζαν πλήρη ανταπόκριση, μη αποδεκτή τοξικότητα, εξέλιξη της νόσου ή αν απέσυραν τη συγκατάθεσή τους. Στους κλινικά σταθερούς ασθενείς, η θεραπεία μπορούσε να συνεχιστεί πέραν της αρχικής φαινομενικής εξέλιξης της νόσου έως ότου επιβεβαιωθεί η εξέλιξη, με βάση τα προτεινόμενα κριτήρια ανοσολογικής ανταπόκρισης.

Οι ασθενείς με σταθερή νόσο (SD) ή συνεχιζόμενη OR κατά την ολοκλήρωση της θεραπείας παρακολουθήθηκαν για £1 έτος και τους προσφέρθηκε η δυνατότητα επαναθεραπείας για ένα επιπλέον έτος σε περίπτωση εξέλιξης της νόσου τους.

Ως OR ορίστηκε η πλήρης (CR) ή η μερική ανταπόκριση (PR).

Πηγές:
[1] Topalian et al the Johns Hopkins University School of Medicine and the Sidney Kimmel Comprehensive Cancer Center.
[2] Brahmer et al the Johns Hopkins University School of Medicine and the Sidney Kimmel Comprehensive Cancer Center.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Καρδιακή προσβολή: Οι β-αναστολείς συνδέονται με κατάθλιψη στη μετεγχειρητική φροντίδα
Δράμα: Κανένα ενδιαφέρον για 5 θέσεις παθολόγων, παρά το επίδομα άγονου
Περιεμμηνόπαυση: Ερωτήσεις που πρέπει να κάνετε στον γυναικολόγο σας