Αγγλικός όρος
retinitis
Ορισμός
Φλεγμονή του αμφιβληστροειδούς. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν μείωση της όρασης, περιορισμό των οπτικών πεδίων ή σκοτώματα, αλλαγή του φαινομενικού μεγέθους των αντικειμένων και φωτοφοβία. Η κατάσταση αυτή αντιμετωπίζεται με απόλυτη ξεκούραση των οφθαλμών και θεραπεία της υποκείμενης αιτίας.
Ετυμολογία
[Λατ., retina, αμφιβληστροειδής χιτώνας + Ελλ. itis, φλεγμονή]
Υπώνυμος όρος
actinic retinitis
albuminuric retinitis
apoplectic retinitis
circinate retinitis
circumpapillar retinitis
cytomegalovirus retinitis
diabetic retinitis
disciform retinitis
exogenous purulent retinitis
external exudative retinitis
exudative retinitis
hemorrhagic retinitis
metastatic retinitis
retinitis of prematurity
retinitis pigmentosa
retinitis proliferans
retinitis punctata albescens
punctuate retinitis
solar retinitis
stellate retinitis
suppurative retinitis
syphilitic retinitis