Αγγλικός όρος

amnesia

Ορισμός

Απώλεια της μνήμης. Ο όρος συχνά χρησιμοποιείται για επεισόδια κατά τη διάρκεια των οποίων οι ασθενείς ξεχνούν πρόσφατα γεγονότα, αν και μπορούν να συμπεριφέρονται φυσιολογικά, ενώ μετά το πέρας αυτών των επεισοδίων δεν τα θυμούνται. Τέτοια επεισόδια συχνά οφείλονται σε εγκεφαλικά, κρίσεις επιληψίας, τραυματισμούς, άνοια, αλκοολισμό ή ενδοτοξίκωση. Συχνά, η αιτία είναι άγνωστη.

Ετυμολογία

[Ελλ.]

Υπώνυμος όρος

anterograde amnesia
auditory amnesia
dissociative amnesia
lacunar amnesia
posttraumatic amnesia
psychogenetic amnesia
retrograde amnesia
selective amnesia
tactile amnesia
transient global amnesia
traumatic amnesia
visual amnesia