Αγγλικός όρος
demography
Ορισμός
Η μελέτη των μετρήσιμων χαρακτηριστικών των ανθρώπινων πληθυσμών, όπως είναι το μέγεθος, η ανάπτυξη, η πυκνότητα, η ηλικία, η φυλή, η κατανομή των φύλων ή η οικογενειακή κατάσταση. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην πρόβλεψη αναγκών που σχετίζονται με την υγεία καθώς επίσης και από τις υγειονομικές υπηρεσίες.
Ετυμολογία
[Ελλ. demos, λαός + graphein, γράφω]