Αγγλικός όρος

puerperal endometritis

Ορισμός

Οξεία ενδομητρίτιδα που ακολουθεί τον τοκετό. Οι παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωση αυτής της κατάστασης περιλαμβάνουν την πρόωρη ή παρατεταμένη ρήξη των υμένων, τη δυστοκία με πολλαπλές κολπικές εξετάσεις, τη μη άσηπτη τεχνική, τραύμα σχετιζόμενο με χειρισμούς στη μήτρα και τη μη καλή φροντίδα του περινέου. Οι σωματικοί παράγοντες που προδιαθέτουν την επίτοκο γυναίκα στην ανάπτυξη ενδομητρίωσης είναι η αναιμία, η κακή θρέψη και η αιμορραγία. Οι πύλες εισόδου των βακτηρίων περιλαμβάνουν το σημείο της προηγούμενης πρόσφυσης του πλακούντα, την περινεοτομή, τις ρήξεις και τις αποξέσεις.

ΑιΤΙΟΛΟΓΙΑ Αερόβια μικρόβια που μπορεί να προκαλέσουν επιλόχεια ενδομητρίτιδα περιλαμβάνουν τους στρεπτόκοκκους, τη Gardnerella vaginalis, το Escherichia coli, τον Staphylococcus aureus και τους β- αιμολυτικούς στρεπτόκοκκους της ομάδας Α. Η ενδομητρίτιδα που εμφανίζεται όψιμα κατά την επιλόχεια περίοδο οφείλεται συνήθως σε χλαμύδια του τραχώματος.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Η κοιλιακή ευαισθησία είναι συχνό εύρημα. Η σοβαρή ενδομητρίτιδα μπορεί να συνοδεύεται από πυρετό, ρίγη, ταχυκαρδία, έντονη ευαισθησία κατά τη μήτρα και ατελή υποστροφή της μήτρας μετά τον τοκετό. Μολονότι παρατηρείται συνήθως ένα μέτριο έως άφθονο, δύσοσμο κολπικό έκκριμα, τα λόχια των γυναικών που μολύνονται με τους β-αιμολυτικούς στρεπτόκοκκους είναι ελάχιστα, άοσμα και οροαιματηρά προς ορώδη.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Χορηγούνται αντιβιοτικά που καλύπτουν τα αερόβια και αναερόβια βακτήρια, συνήθως για 4- 5 ημέρες. Η υποστηρικτική θεραπεία περιλαμβάνει ανάπαυση στο κρεβάτι, αναλγητικά και από του στόματος ή ενδοφλέβια υγρά.

Κύριος όρος

endometritis