Αγγλικός όρος
erythroleukemia
Ορισμός
Μια παραλλαγή της οξείας μυελογενούς λευχαιμίας με αναιμία, ιδιαίτερη μορφολογία των ερυθρών αιμοσφαιρίων, ερυθροειδή υπερπλασία του μυελού των οστών και μερικές φορές ηπατοσπληνομεγαλία. Ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων μπορεί να είναι εξαιρετικά υψηλός ή χαμηλός.
Ετυμολογία
[Ελλ. erythros, ερυθρός + leukos, λευκός + haima, αίμα]