Αγγλικός όρος
pollen
Ορισμός
Τα μικροσπόρια ενός φυτού που αναπτύσσονται στον στημόνα του άνθους. Κάθε κόκκος γύρης αναπτύσσει ένα σωληνίσκο, ο οποίος αποτελεί το αρσενικό γαμετόφυτο. Εντός αυτού αναπτύσσεται ο πυρήνας του σωληνίσκου και δύο σπερματικοί πυρήνες, οι οποίοι αποτελούν τα αρσενικά αναπαραγωγικά κύτταρα. Πολλές γύρες του αέρα είναι αλλεργιογόνες.
Ετυμολογία
[Λατ.,σκόνη]