Αγγλικός όρος
major depressive episode mood disorder
Ορισμός
Μια διαταραχή της διάθεσης, που χαρακτηρίζεται από μια περίοδο τουλάχιστον 2 εβδομάδων καταθλιπτικής διάθεσης ή απώλεια του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης σε όλες σχεδόν τις δραστηριότητες. Στα παιδιά και του εφήβους, η διάθεση μπορεί να είναι ευερέθιστη, παρά θλιμμένη. Ο καθορισμός της διάγνωσης απαιτεί την παρουσία το λιγότερο τεσσάρων από τα παρακάτω: αλλαγές στην όρεξη, το βάρος, τον ύπνο και την ψυχοκινητική δραστηριότητα· μειωμένη ενέργεια· αισθήματα αναξιστητας ή ενοχής· δυσκολία στη σκέψη, τη συγκέντρωση ή τη λήψη αποφάσεων· ή υποτροπιάζουσες ιδέες θανάτου ή σχέδια για ή απόπειρες για αυτοκτονία. Τα συμπτώματα πρέπει να επιμένουν για το μεγαλύτερο τμήμα της ημέρας, σχεδόν κάθε μέρα, για τουλάχιστον 2 διαδοχικές εβδομάδες. Το επεισόδιο πρέπει να συνοδεύεται από κλινικά σημαντική έκπτωση στην κοινωνική, επαγγελματική ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας. Επίσης, η διαταραχή δεν πρέπει να οφείλεται σε σύνδρομο στέρησης, φάρμακα, αλκοόλ ή στην άμεση δράση μιας νόσου, όπως ο υποθυρεοειδισμός.
Κύριος όρος
mood disorder