Ελπιδοφόρα μηνύματα για τη μελλοντική ανάπτυξη φαρμάκου που θα αναστέλλει ή και θα εξαλείφει τους καρκινικούς όγκους στη γλώσσα εκπέμπει επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης, με επικεφαλής τον Έλληνα καθηγητή Στοματικής Βιολογίας, Θύμιο Μητσιάδη. Η μελέτη των επιστημόνων, που γίνεται σε συνεργασία με το Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Ζυρίχης (ΕΤΗ) έδειξε πως η χορήγηση μικροσκευασμάτων - ανταγωνιστών του μορίου Notch σε διαγονιδιακά ποντίκια είχε ενθαρρυντικά αποτελέσματα, καθώς μπλόκαρε τον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων.
Ρόλο «κλειδί» στην αναζήτηση θεραπευτικής λύσης στη συγκεκριμένη μορφή στοματικού καρκίνου έπαιξε η χαρτογράφηση όλου του γονιδιώματος της γλώσσας, στην οποία ο Έλληνας καθηγητής είχε πρωταγωνιστικό ρόλο, ανοίγοντας νέους δρόμους στην πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία διάφορων νόσων του στόματος.
Ο κ.Μητσιάδης βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να μιλήσει στο πολυσυνέδριο NANOTEXNOLOGY 2022 που διοργανώνουν το Εργαστήριο Νανοτεχνολογίας του ΑΠΘ (LTFN) και ο Σύνδεσμος HOPE-A. Μιλώντας στο iatronet.gr, εξηγεί τον μηχανισμό δράσης της υπό δημιουργία θεραπείας και κάνει μια εκτίμηση του χρόνου που θα χρειαστεί προκειμένου η μελέτη να καταλήξει σε τελικό φαρμακευτικό προϊόν, το οποίο θα διατεθεί στην αγορά.
Το μόριο Notch και οι ανταγωνιστές
Ο διαπρεπής Έλληνας επιστήμονας με καταγωγή από την Κοζάνη και τα Τρίκαλα, έχει στο ενεργητικό του πλήθος ερευνητικής δραστηριότητας που αφορά παθήσεις των δοντιών και ιστών της στοματικής κοιλότητας, ενώ η πιο πρόσφατη προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη αφορά τον καρκίνο της γλώσσας.
«Για να ανακαλύψουμε πώς δημιουργείται αυτός ο καρκίνος και πώς μπορούμε να τον αντιμετωπίσουμε θεραπευτικά, έχουμε δημιουργήσει διαγονιδιακά ποντίκια, στα οποία βάλαμε ένα μόριο που λέγεται Notch, το οποίο έχουμε δει πως ευθύνεται για τη δημιουργία αυτού του καρκίνου», εξηγεί στο iatronet.gr και προσθέτει: «Πολλαπλασιάζει πολύ γρήγορα τα κύτταρα και αποτέλεσμα είναι να αναπτυχθεί ένας όγκος στη γλώσσα, ο οποίος μετά από λίγο τη διαβρώνει, ενώ δίνει και μεταστάσεις σε άλλα όργανα και ιστούς. Είναι ένας πολύ συχνός καρκίνος της στοματικής κοιλότητας, ο οποίος ενισχύεται σημαντικά από την κατανάλωση αλκοόλ και από το κάπνισμα, καθώς και από το στρες».
Η χαρτογράφηση ολόκληρου του γονιδιώματος της γλώσσας έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξεύρεση του βιολογικού «μονοπατιού» που θα οδηγήσει στη θεραπευτική προσέγγιση. «Συγκρίναμε το γονιδίωμα όταν έχουμε τον ιστό της γλώσσας σε κανονική κατάσταση και όταν τον έχουμε σε καρκινική κατάσταση. Είδαμε με πολύ ενδιαφέρον ότι όλα τα σημαντικά γονίδια αλλάζουν κατεύθυνση και έχουμε μια εικόνα καθρέφτη άσπρο – μαύρο. Όλα τα γονίδια με αυτόν τον καρκίνο πηγαίνουν προς άλλη κατεύθυνση», σημείωσε ο καθηγητής και πρόσθεσε: «Τώρα έχουμε μικροσκευάσματα, ανταγωνιστές του Notch, τα οποία μπορούμε να τα χορηγήσουμε είτε σε μορφή φαρμάκου, είτε να τα κάνουμε νανομόρια, για να εισάγουμε πιο στοχευμένη θεραπεία, με στόχο να περιορίσουμε τον καρκίνο ή ακόμη και να τον εξουδετερώσουμε».
Τα βλαστικά κύτταρα στο μικροσκόπιο
Η χορήγηση των ανταγωνιστών έδωσε ενθαρρυντικά αποτελέσματα στα διαγονιδιακά ποντίκια, καθώς οι επιστήμονες διαπίστωσαν πως «μπλοκάροντας» τη δράση του Notch στη γλώσσα ανατρέπουν το αποτέλεσμα. Η χορήγηση του φαρμάκου είναι ενέσιμη, τοπικά στη γλώσσα.
«Αυτό που χρειάζεται τώρα να κάνουμε και αρχίσαμε να το δουλεύουμε, είναι τα βλαστικά κύτταρα που είναι μέσα σε αυτά τα καρκινικά κύτταρα, τα οποία ευθύνονται για την εξάπλωση του καρκίνου. Για να το μελετήσουμε αυτό βασιζόμαστε πάλι σε μια τεχνολογία η οποία αποτελείται από μικρο-αντιδραστήρια που λέγονται organ on chip», αναφέρει ο κ.Μητσιάδης, και προσθέτει: «Σε αυτά βάζουμε καρκινικά κύτταρα – αυτά μπορεί να είναι και από άνθρωπο - ενδοθηλιακά κύτταρα και από το ανοσοποιητικό σύστημα το οποίο είναι πολύ σημαντικό για την εξάπλωση του καρκίνου. Αυτά μπορούμε να τα εξετάσουμε μέσα στα μικρά σκευάσματα, με στόχο να καταφέρουμε να δώσουμε και φάρμακα τα οποία νομίζουμε ότι μπορούν να σταματήσουν την εξάπλωση των όγκων. Σε αυτή τη φάση βρισκόμαστε τώρα».
Αν όλα εξελιχθούν ομαλά, ο χρόνος που θα χρειαστεί μέχρι την ολοκλήρωση της μελέτης, την ανάπτυξη των σκευασμάτων και την αδειοδότηση για την κυκλοφορία τους στην αγορά εκτιμάται μεταξύ 6 και 10 ετών.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}