Της Σοφίας Νέτα
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, διάφορες υποθέσεις περιστατικών κακοποίησης και παραμέλησης ανηλίκων απασχολούν με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα τα ΜΜΕ και μάλιστα με στόχους που δυστυχώς αρκετές φορές κινούνται μακριά από την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των παιδιών και την ουσιαστική τους προστασία.
Γι αυτό και επανέρχεται ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη εισαγωγής πάγιων κανόνων ως προς τη δημοσιοποίηση στοιχείων και προσωπικών δεδομένων που αφορούν τους διαδίκους.
Η κάλυψη και ο χειρισμός των συγκεκριμένων υποθέσεων από τα media, με φωτογραφίες, ονόματα, αναλυτικές περιγραφές και τουλάχιστον ανακριβείς ή μη διασταυρωμένες πληροφορίες, καταλήγουν συχνά να αποτελούν μια διαδικασία επαναθυματοποίησης των παιδιών, στην οποία βρίσκονται απολύτως εκτεθειμένα και από την οποία είναι σχεδόν αδύνατο να προστατευθούν.
Εξάλλου, οι ανεπάρκειες του υφισταμένου θεσμικού πλαισίου για την προστασία των παιδιών στη χώρα μας αναδεικνύονται και από τις μακρόχρονες καθυστερήσεις που σημειώνονται μέχρι την τελική διεξαγωγή μιας δίκης καθώς και από το γεγονός ότι συχνά τα παιδιά – θύματα είτε υποβάλλονται σε συνεχείς και επαναλαμβανόμενες πραγματογνωμοσύνες και καταθέσεις είτε αμφισβητείται η αξιοπιστία της μαρτυρίας τους ενώ, παράλληλα, και οι επαγγελματίες συχνά αντιμετωπίζουν κριτική ή ακόμα και κατηγορίες, επειδή ακολουθώντας την επαγγελματική τους δεοντολογία κάνουν απλώς το καθήκον τους με γνώμονα την προστασία των παιδιών.
Η όλη αυτή κατάσταση υποδηλώνει την επιτακτική αναγκαιότητας ύπαρξης επιτέλους και στη χώρα μας ενός ενιαίου Εθνικού Πρωτοκόλλου Διάγνωσης – Πιστοποίησης Αναφορών Κακοποίησης – Παραμέλησης των Παιδιών. Συστήματος Αναφοράς έτσι ώστε και οι όποιες αναφορές να διερευνώνται άμεσα, συστηματικά και έγκυρα πέρα από κάθε αμφισβήτηση και τα παιδιά – θύματα να προστατεύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Η ενίσχυση του νομικού οπλοστασίου για την αντιμετώπιση του φαινομένου είναι απαραίτητη και στο βαθμό αυτό η πρόσφατη ανακοίνωση του Υπ. Δικαιοσύνης για το σχέδιο νόμου το οποίο προβλέπει μεταξύ άλλων το συντονισμό του έργου των Εταιρειών Προστασίας Ανηλίκων, τη συστηματοποίηση του μηχανισμού ανίχνευσης της κακοποίησης των παιδιών και την τήρηση αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων χαιρετίζεται ως θετική και αναμφισβήτητα χρήσιμη.
Ωστόσο υπογραμμίζεται η αναγκαιότητα της συνεργασίας όλων των συναρμόδιων υπουργείων και φορέων, προκειμένου να υπερκεραστεί ο κατακερματισμός των τόσο διαφορετικών υπηρεσιών που διαχειρίζονται σήμερα στη χώρα μας σχετικές καταγγελίες κρουσμάτων βίας κατά των παιδιών (δημόσιοι φορείς των Υπουργείων Υγείας, Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη, Μ.Κ.Ο.
κ.λπ.). Από την άλλη, η ανάληψη τέτοιων πρωτοβουλιών τονίζει ακριβώς τον κατεπείγοντα χαρακτήρα της αναγκαιότητας αναμόρφωσης και αναβάθμισης του συστήματος προστασίας των παιδιών στην Ελλάδα τόσο σε επίπεδο θεσμικού πλαισίου και συντονισμού των συναρμόδιων φορέων όσο και σε επίπεδο στελέχωσης και πραγματικών δυνατοτήτων των εμπλεκομένων υπηρεσιών.
Υπενθυμίζεται ότι το ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την επιδημιολογική έρευνα BECAN με θέμα την κακοποίηση και παραμέληση των παιδιών στα Βαλκάνια, θα παρέχει το επόμενο διάστημα συνεχή ενημέρωση και πληροφορίες μέσω της ιστοσελίδας http://www.becan.eu/.
Πηγές:
Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας, Κέντρο για τη Μελέτη και την Πρόληψη της Κακοποίησης – Παραμέλησης των Παιδιών (Δ/ντης: Γ. Νικολαΐδης).
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}