Η πολύ καθιστική ζωή και το περιεχόμενο σωματικού λίπους στα παιδιά συνδέθηκαν με καταστάσεις πόνου, οι οποίες συχνά παραμένουν και αργότερα και γίνονται χρόνιες, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα.
Ερευνητές στη Φινλανδία συνέδεσαν την καθιστική συμπεριφορά, την έλλειψη κίνησης και το περιεχόμενο σε σωματικό λίπος με αυξημένο κίνδυνο καταστάσεων χρόνιου πόνου και υποδεικνύουν ότι μικρές αυξήσεις στην ποσότητα σωματικής δραστηριότητας θα μπορούσαν να μειώσουν τον κίνδυνο μελλοντικών προβλημάτων πόνου.
Ερευνητές εξέτασαν 439 παιδιά, μεταξύ 6 και 8 ετών, και έμαθαν για την καθιστική συμπεριφορά, τη σωματική δραστηριότητα και καταστάσεις πόνου, ενώ μέτρησαν την καρδιαναπνευστική φόρμα και το ποσοστό σωματικού λίπους.
Γενικά, παιδιά στο υψηλότερο τρίτο καθιστικής ζωής είχαν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες για οποιοδήποτε είδος πόνου σε σχέση με παιδιά στο χαμηλότερο τρίτο, ενώ παιδιά στο υψηλότερο τρίτο καρδιαναπνευστικής φόρμας είχαν 46% χαμηλότερες πιθανότητες να εμφανίζουν πονοκέφαλο.
Παιδιά στο υψηλότερο τρίτο ποσοστού συνολικού λίπους είχαν 44% χαμηλότερες πιθανότητες να πονούν και 48% χαμηλότερες πιθανότητες πόνου στα κατώτερα άκρα σε σχέση με όσα ανήκαν στο χαμηλότερο τρίτο σωματικού λίπους- που υποδεικνύει ότι η σωματική δραστηριότητα δεν συνδέεται με καταστάσεις πόνου.
Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι παιδιά με υψηλά επίπεδα καθιστικής ζωής και χαμηλά επίπεδα καρδιαναπνευστικής φόρμας, καθώς και χαμηλό ποσοστό σωματικού λίπους έχουν αυξημένη πιθανότητα για καταστάσεις πόνου.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Pain.
Πηγές:
Pain.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}