Η απώλεια βάρους μπορεί να μειώνει τον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου στο εσωτερικό τοίχωμα της μήτρας, το ενδομήτριο, αναφέρει νέα έρευνα.
Ο καρκίνος του ενδομητρίου είναι ο έκτος συχνότερος στις γυναίκες. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο ανιχνεύεται σε 320.000 γυναίκες σε όλο τον κόσμο, με τις περισσότερες ασθενείς να κατοικούν σε βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες. Στο 75% των περιπτώσεων εκδηλώνεται στις ηλικίες πάνω από 55 ετών.
Σύμφωνα με την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία (American Cancer Society), η παχυσαρκία είναι ένας από τους κύριους παράγοντες κινδύνου, επειδή το περιττό σωματικό λίπος μπορεί να επηρεάσει την ορμονική ισορροπία του οργανισμού, αυξάνοντας τα επίπεδα των οιστρογόνων.
"Πολλές ηλικιωμένες γυναίκες νομίζουν ότι είναι αργά για να ωφεληθούν από την απώλεια βάρους αλλά τα ευρήματά μας δείχνουν ότι αυτό δεν ισχύει" δήλωσε η κύρια ερευνήτρια της νέας μελέτης Juhua Luo, αναπληρώτρια καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Βιοστατιστικής στο Indiana University Bloomington's School of Public Health. "Ποτέ δεν είναι αργά για αδυνάτισμα και ακόμα και η μέτρια απώλεια βάρους μπορεί να κάνει τη διαφορά στην πιθανότητα ενδομητρικού καρκίνου".
Η έρευνα βασίστηκε σε περισσότερες από 35.000 γυναίκες από 50-79 ετών, τις οποίες παρακολούθησαν οι επιστήμονες επί 10 χρόνια.
Η απώλεια βάρους συνδέθηκε με σημαντικά χαμηλότερη πιθανότητα ενδομητρικού καρκίνου, με τις παχύσαρκες γυναίκες να ωφελούνται περισσότερο, γράφουν οι ερευνητές στο περιοδικό Journal of Clinical Oncology.
Ειδικότερα, οι υπέρβαρες γυναίκες πάνω από 50 ετών που έχασαν 5% ή περισσότερο του αρχικού βάρους είχαν 29% μικρότερη πιθανότητα να παρουσιάσουν καρκίνο του ενδομητρίου, αλλά οι παχύσαρκες είχαν 56% μικρότερη πιθανότητα. Μάλιστα όσες υπέρβαρες ή παχύσαρκες γυναίκες κατόρθωσαν να αποκτήσουν φυσιολογικό βάρος σώματος, εξίσωσαν τον κίνδυνό τους με εκείνον των γυναικών που από την αρχή είχαν φυσιολογικό βάρος.
Αντίθετα, οι γυναίκες που πάχυναν, παίρνοντας 5 ή περισσότερα κιλά, αύξησαν 26% την πιθανότητά τους να εκδηλώσουν καρκίνο του ενδομητρίου, γράφουν οι ερευνητές.
Πηγές:
Journal of Clinical Oncology, American Cancer Society
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}