Αμερικανοί ερευνητές ανακάλυψαν ότι το στρες αυξάνει τον κίνδυνο να οδηγήσει η έκθεση σε τοξικά χημικά, στην εγκυμοσύνη, σε γέννηση λιποβαρούς μωρού.
Η Tracey Woodruff, του University of California, δήλωσε ότι φαίνεται ότι το στρες μπορεί ενδεχομένως να εντείνει την επίδραση της έκθεσης σε τοξικά χημικά στην υγεία, που σημαίνει ότι για ορισμένους τα τοξικά χημικά γίνονται πιο τοξικά.
Η Woodruff επισκόπησε 17 έρευνες σε ανθρώπους και 22 σε ζώα, που εξέτασαν τις σχέσεις μεταξύ των χημικών ουσιών του στρες και της ανάπτυξης του εμβρύου.
Η επισκόπηση ανακάλυψε ότι αρκετά τοξικά χημικά που βρίσκονται στο περιβάλλον είχαν πολύ μεγαλύτερη επίδραση στις εγκύους αν αυτές είχαν υψηλά επίπεδα στρες. Οι ερευνητές μέτρησαν το στρες με παράγοντες όπως κοινωνικοοικονομικό επίπεδο και χρόνια εκπαίδευσης.
Η ισχυρότερη σχέση αφορούσε το κάπνισμα. Γυναίκες με υψηλό στρες που κάπνιζαν είχαν περίπου διπλάσιες πιθανότητες να έχουν λιποβαρές μωρό σε σχέση με χαμηλού στρες καπνίστριες.
Μωρά που είναι μικρά για την ηλικία κύησης μπορούν να έχουν σοβαρά προβλήματα υγείας.
Οι επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στις εγκύους εντάθηκαν επίσης από το στρες, δήλωσαν οι ερευνητές.
Οι ερευνητές δεν εξέτασαν πώς το στρες και τα χημικά θα μπορούσαν να αλληλοεπιδρούν για την αύξηση του κινδύνου λιποβαρούς μωρού. Ούτε απέδειξε ότι το στρες ήταν αιτιατός παράγοντας.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό PLOS ONE.
Πηγές:
PLOS ONE.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}