Η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα (ΡΑ) είναι μια νόσος με σημαντικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής και τη λειτουργική ικανότητα των πασχόντων. Στην Ελλάδα, συνδέεται, επιπλέον, και με σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών, καθώς η διαχείρισή της απαιτεί υψηλές άμεσες δαπάνες.
Στο πρόσφατο συνέδριο της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα επιδημιολογικής μη παρεμβατικής μελέτης για τη νόσο στην Ελλάδα, με την ονομασία HORA, και στόχο την εκτίμηση της ποιότητας ζωής των ασθενών με ΡΑ στην Ελλάδα, το άμεσο και έμμεσο κόστος αυτής, αλλά και τη συσχέτισή τους με τη λειτουργική ικανότητα των ασθενών.
Στη μελέτη, που έλαβε χώρα από τον Ιούλιο 2010 ως τον Ιούνιο 2012, συμμετείχαν 210 ασθενείς από 7 ρευματολογικά κέντρα σε όλη την Ελλάδα. Στην πλειονότητα τους ήταν γυναίκες (77%) ενώ ο μέσος όρος ηλικίας ήταν τα 59 έτη και ήταν μεγάλο διάστημα διαγνωσμένοι με τη νόσο (12 χρόνια) αλλά μόλις 2 χρόνια σε θεραπεία με βιολογικούς παράγοντες.
Μόνο το 18% των ασθενών αυτών συνέχιζε να δουλεύει, με τους περισσότερους να είναι ήδη σε σύνταξη και μάλιστα το 40% αυτών είχαν πάρει πρόωρη συνταξιοδότηση εξαιτίας της ΡΑ.
Ο δείκτης λειτουργικότητας της νόσου (HAQ) φάνηκε να σχετίζεται άμεσα με την ποιότητα ζωής των ασθενών με ΡΑ και την ικανότητά τους για εργασία.
Σχετικά με το κόστος αποδείχθηκε ότι η νόσος σχετίζεται με περίπου 1.500 ευρώ έμμεσο κόστος ετησίως εξαιτίας απουσίας από την εργασία και μειωμένης παραγωγικότητας. Μάλιστα φάνηκε ότι όσο πιο προχωρημένη ήταν η νόσος και χαμηλότερη η λειτουργική ικανότητα του ασθενούς (HAQ), τόσο μεγαλύτερο ήταν το απαιτούμενο κόστος διαχείρισης των ασθενών.
Επίσης αποδείχθηκε ότι ο HAQ διατηρούνταν σταθερός σε ασθενείς που λάμβαναν θεραπεία με βιολογικούς παράγοντες και υπήρχε επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου.
Η μελέτη HORA, συμπερασματικά, έδειξε ότι η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της ΡΑ είναι πολύ κρίσιμη τόσο για τη διατήρηση της λειτουργικότητας και της ποιότητας ζωής των ασθενών, όσο και για την εξοικονόμηση πόρων από το σύστημα υγείας.
Για το λόγο αυτό ο καθ. Ρευματολογίας Δημήτρης Μπούμπας υπογράμμισε την ανάγκη δημιουργίας ενός σχεδίου δράσης εθνικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση των ρευματικών παθήσεων στη χώρα μας.
Προβλήματα στην πρόσβαση των ασθενών στις νέες θεραπείες καταγράφει και πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου υπό την επιστημονική ευθύνη του επικούρου καθηγητή Πολιτικής της Υγείας, κ. Κυριάκου Σουλιώτη.
Συγκεκριμένα, 1 στους 4 ασθενείς με ΡΑ δηλώνει ότι αντιμετωπίζει δυσκολίες κατά την πρόσβαση σε ιατρό, με το 26% αυτών να το αποδίδει στην αδυναμία πληρωμής της επίσκεψης (σε περίπτωση μη συμβεβλημένου ιατρού με τον ασφαλιστικό του φορέα).
Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό (52%) αποδίδει το πρόβλημα στην αδυναμία μετακίνησης ή στην απόσταση του ιατρείου από τον τόπο διαμονής.
Ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα αντιμετωπίζουν οι ασθενείς με ΡΑ ως προς τη χορήγηση της φαρμακευτικής αγωγής, καθώς πάνω από το 50% δηλώνουν ότι κατά τη διαδικασία αυτή συναντούν δυσκολίες. Αυτές έγκεινται, πέρα από τις δυσχέρειες πρόσβασης στους ιατρούς-συνταγογράφους, στην απόσταση του σημείου διανομής (φαρμακείο ΕΟΠΥΥ ή νοσοκομείου) και στην αδυναμία εύρεσης του σκευάσματος στα σημεία αυτά.
Είναι αξιοσημείωτο ότι 1 στους 5 ασθενείς δηλώνει ότι η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε λόγω απώλειας ή καθυστέρησης στη λήψη της θεραπείας, κάτι που φανερώνει τη σημασία που έχει η έγκαιρη πρόσβαση στην κατάλληλη θεραπεία για ιατρικούς, κοινωνικούς αλλά και οικονομικούς λόγους.
Σύμφωνα με την κ. Κατερίνα Κουτσογιάννη, πρόεδρο του Συλλόγου Ρευματοπαθών Κρήτης, κάποτε η διάγνωση της ΡΑ ήταν ισοδύναμη με μελλοντική αναπηρία, κάτι που ευτυχώς έχει αλλάξει με την είσοδο των νέων θεραπειών και ειδικά των βιολογικών φαρμάκων.
Σήμερα ένας ασθενής με ΡΑ στηρίζει στη θεραπεία του όχι μόνο την ανακούφιση από τον πόνο αλλά και την προστασία από τις βλάβες και τις παραμορφώσεις των αρθρώσεων που οδηγούν σε αναπηρία. Η ποιότητα ζωής, πολλές φορές και η ίδια η ζωή των ασθενών αυτών είναι απολύτως συνυφασμένη με το φάρμακο τους.
Η κ. Κουτσογιάννη πάντως ανέφερε σημαντικά προβλήματα στην πρόσβαση των ευαίσθητων αυτών ασθενών στις απαιτούμενες θεραπείες και ιδιαίτερα στα φάρμακα υψηλού κόστους, όπως οι βιολογικοί παράγοντες. Τα φάρμακα αυτά βάσει του ισχύοντος νομικού πλαισίου οι ασθενείς μπορούν να τα προμηθεύονται από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ και τα δημόσια νοσοκομεία.
Ωστόσο, στην πράξη πολλά νοσοκομεία δεν εκτελούν τις συνταγές προκειμένου να μην αυξήσουν τον προϋπολογισμό τους. Παράλληλα, τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ συχνά δεν έχουν επάρκεια σε αυτά τα φάρμακα και κατευθύνουν τον ασθενή ακόμα και σε διπλανούς νομούς για να τα προμηθευτούν.
Χαρακτηριστικά η εκπρόσωπος των ασθενών ανέφερε: 'Έχουμε πολλές περιπτώσεις ρευματοπαθών από το Ρέθυμνο και τον Αγιο Νικόλαο που αναγκάσθηκαν να πάνε στο Ηράκλειο για να πάρουν το φάρμακό τους. Για να καταλάβετε πώς νιώθουν οι ασθενείς αυτοί φανταστείτε να πονάει το κεφάλι σας και να ξέρετε πως πρέπει να ταξιδέψετε για να βρείτε κάποιο αναλγητικό'.
Η πρόεδρος του Συλλόγου, διευκρίνισε επίσης ότι λόγω αυξημένης συνοσηρότητας της ΡΑ, οι ασθενείς αυτοί χρειάζονται για συνοδές παθήσεις κατά μέσο όρο 71 ευρώ το μήνα για τη συμμετοχή τους, καθώς αυτή αυξήθηκε το τελευταίο διάστημα στο 25% σε αρκετές περιπτώσεις νοσημάτων.
Η κ. Κουτσογιάννη έκλεισε την ομιλία της τονίζοντας ότι η αξιοπρέπεια και το δικαίωμα των ασθενών στη φυσιολογική ζωή δεν διαπραγματεύονται.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}