Όταν πρόκειται για τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου λόγω οικογενειακού ιστορικού, ο ρόλος των γονιδίων φαίνεται να έχει υπερεκτιμηθεί. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν επιστήμονες του Γερμανικού Κέντρου Ερευνών για τον Καρκίνο (DKFZ) σε επιδημιολογική μελέτη. Άλλοι παράγοντες κινδύνου, όπως οι διατροφικές συνήθειες της οικογένειας, πιθανόν να έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα από ό,τι είχε θεωρηθεί προηγουμένως. Αυτό έχει συνέπειες για τους μελλοντικούς υπολογισμούς του ατομικού κινδύνου καθώς και για τις συστάσεις που προκύπτουν.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ο τρίτος πιο συχνός καρκίνος παγκοσμίως. Οι επιστήμονες θεωρούν μέχρι και σήμερα ότι περίπου το 35% της νόσου είναι κληρονομικό. Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου είναι το οικογενειακό ιστορικό της νόσου.
Τα τελευταία χρόνια, οι ερευνητές έχουν επίσης εντοπίσει περίπου 100 μικροσκοπικές γονιδιακές παραλλαγές που είναι ευρέως διαδεδομένες στον πληθυσμό (πολυμορφισμοί ενός νουκλεοτιδίου, SNPs) και οι οποίες επηρεάζουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του εντέρου.
Ωστόσο, ευρήματα των επιστημόνων του DKFZ ανακάλυψαν τα τελευταία χρόνια ότι οι εν λόγω SNPs εξηγούν ένα σημαντικά μικρότερο ποσοστό του οικογενειακού αυξημένου κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου από ό,τι είχε θεωρηθεί προηγουμένως.
Οι ερευνητές του DKFZ ανέλυσαν αρχικά τις συνήθεις στατιστικές μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση αυτού του ποσοστού. Με τον τρόπο αυτό, παρατήρησαν μια σειρά από αδυναμίες στον υπολογισμό, οι οποίες συνολικά οδηγούν σε σημαντική υπερεκτίμηση. 'Ειδικότερα, οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνταν συνήθως μέχρι σήμερα θεωρούσαν ότι η οικογενειακή ομαδοποίηση είναι τελικά 100% γενετική», λέει ο Korbinian Weigl, πρώτος συγγραφέας της μελέτης. "Με βάση αυτό, στη συνέχεια υπολόγισαν ποιο ποσοστό αυτού μπορεί να εξηγηθεί από τις ήδη γνωστές γονιδιακές παραλλαγές".
Η ομάδα των επισατημόνων ανέλυσε τα δεδομένα 7.927 ατόμων που συμμετείχαν σε μια μελέτη ελέγχου περιπτώσεων - συμπεριλαμβανομένων 4.447 ασθενών με καρκίνο του παχέος εντέρου και 3.480 υγιών ατόμων που χρησίμευσαν ως ομάδα ελέγχου. "Αναπτύξαμε μια νέα μέθοδο υπολογισμού που δεν θεωρεί εξαρχής ότι ο οικογενειακός κίνδυνος οφείλεται αποκλειστικά στη γενετική, εξήγησε ο επικεφαλής της μελέτης Hermann Brenner. Στη συνέχεια οι ερευνητές χρησιμοποίησαν αυτή τη μέθοδο για να αναλύσουν τα δεδομένα των υποκειμένων της δοκιμής τους.
Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, η επιρροή των SNPs ήταν στην πραγματικότητα πολύ μικρότερη από ό,τι θεωρείται. Ενώ οι προηγούμενοι υπολογισμοί απέδιδαν ένα μερίδιο από 9,6 έως 23,1% του οικογενειακού αυξημένου κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου στις ήδη γνωστές γονιδιακές παραλλαγές, οι νέοι υπολογισμοί των ερευνητών του DKFZ καταλήγουν σε μια εκτιμώμενη επιρροή των SNPs μεταξύ 5,4 και 14,3%.
Για τη μελλοντική αξιολόγηση του ατομικού κινδύνου καρκίνου του παχέος εντέρου, ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι οι γονιδιακές παραλλαγές που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο έχουν καταστεί άνευ σημασίας.
Πηγές:
Γερμανικό Κέντρο Ερευνών για τον Καρκίνο (DKFZ)
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Τροπολογία ΠΑΣΟΚ για τις αυξήσεις στα ασφάλιστρα Υγείας
ΕΚΑΒ: ''Ημέρα Θυσίας του Διασώστη''
ΣΕΒΙΤΕΛ: Απαγορευμένη η πώληση χύμα ελαιόλαδου