Πρόκειται για μια επαναλαμβανόμενη διαταραχή της ηλεκτροχημικής λειτουργίας του εγκεφάλου (Πηγή 1) κατά τη διάρκεια της οποίας μια ομάδα νευρώνων εκφορτίζεται χωρίς ουσιαστικό σκοπό. Η κλινική εκδήλωση της επιληπτικής κρίσης εξαρτάται από την λειτουργία των νευρώνων που συμμετέχουν στη διαταραχή.
Αν η διαταραχή αυτή αφορά όλο τον εγκέφαλο τότε ο ασθενής εμφανίζει απώλεια συνείδησης και πολύ συχνά γενικευμένους τονικοκλονικούς σπασμούς.
Αιτιολογία
Τα αίτια της επιληψίας μπορεί να είναι συγγενή ή επίκτητα. Τα περισσότερα συγγενή αίτια παραμένουν άγνωστα αλλά μπορεί να οφείλονται σε βλάβες του εμβρύου (τοξικές, τραυματικές κ.α.) αλλά και σε κληρονομικούς παράγοντες.
Ως επίκτητα αίτια θεωρούνται οι παράγοντες που διαταράσσουν την ανατομική συνοχή του εγκεφαλικού ιστού και τις φυσικοχημικές παραμέτρους της βιοηλεκτρικής λειτουργίας του εγκεφάλου. Τα αίτια αυτά είναι: αλκοολισμός, φαρμακευτικές ουσίες, υπερθερμία, υποξεία, υπογλυκαιμία, διαταραχές ηλεκτρολυτών αίματος, τραύματα, αιματώματα, ισχαιμικές ή φλεγμονώδεις αλλοιώσεις, αγγειακές δυσπλασίες και όγκοι του ΚΝΣ.
Παθογένεια
Τα νευρικά κύτταρα οφείλουν τη δραστηριότητά τους στην ενεργό εκφόρτιση της πλασματικής μεμβράνης (δυναμικό ενέργειας) η οποία ταξιδεύει κατά μήκος των νευραξόνων έως ότου φτάσει στην απόληξή τους (Πηγή 1). Εκεί προκαλεί την απελευθέρωση ειδικών ουσιών που ονομάζονται νευροδιαβιβαστές, οι οποίοι με τη σειρά τους διεγείρουν τον επόμενο νευρώνα.
Κατ΄αυτόν τον τρόπο σχηματίζεται ένα βιοηλεκτρικό κύκλωμα το οποίο εμπεριέχει και μεταβιβάζει μία 'πληροφορία' ή 'μήνυμα' (Πηγή 1).
Η 'πληροφορία' ή 'μήνυμα' μπορεί να διεγείρει τον νευρώνα δέκτη (διεργετική νευρομεταβίβαση) αλλά μπορεί να τον αναστείλει (ανασταλτική νευρομεταβίβαση) ή ακόμη να τροποποιήσει τις ιδιότητες του (νευροτροποποίηση) (Πηγή 1).
Με βάση τα ανωτέρω, μια υπέρμετρη εκφόρτιση μιας ομάδας νευρώνων μπορεί να συμβεί στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Ανώμαλη ή υπέρμετρη αύξηση των διεργετικών ερεθισμάτων
- Ανώμαλη ή υπέρμετρη μείωση των ανασταλτικών ερεθισμάτων
- Διαταραχές της διεγερσιμότητας της πλασματικής μεμβράνης των νευρώνων
Τα φαινόμενα αυτά μπορούν να λάβουν χώρα αν ισχύουν οι περιπτώσεις που περιγράφονται στα αίτια της επιληψίας.
Κλινική εικόνα - Συμπτώματα
Η κλινική εικόνα της επιληπτικής κρίσης εξαρτάται από τη λειτουργία του πληθυσμού των νευρώνων που εκφορτίζει ανώμαλα. Οι κρίσεις αυτές ονομάζονται εστιακές και μπορεί να είναι εκδηλώσεις από την κινητικότητα (π.χ. ακούσιες κινήσεις), από την αισθητικότητα (π.χ.
παραισθησίες), από το νευροφυτικό σύστημα (π.χ. ναυτία) αλλά και από την ψυχική σφαίρα (σύμπλοκες εστιακές κρίσεις, ψυχοκινητικές, ψυχοαισθητικές, συναισθηματικές κ.α.).
Αν η διαταραχή αυτή επεκταθεί σε όλο τον εγκέφαλο, τότε οι εστιακές κρίσεις γενικεύονται δευτερογενώς με αποτέλεσμα την απώλεια της συνείδησης του ασθενούς.
Σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν εκδήλωση μόνο γενικευμένης κρίσης χωρίς να είναι δυνατόν να διευκρινιστεί η εστιακή έναρξη. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι κρίσεις τύπου Petit-mal (κυρίως σε παιδιά τα οποία διακόπτουν για μερικά δευτερόλεπτα τη δραστηριότητά τους και μετά τη συνεχίζουν κανονικά χωρίς να έχουν ανάμνηση του συμβάντος) και οι κρίσεις τύπου gran-mal (απώλεια συνείδησης με γενικευμένους τονικοκλονικούς σπασμούς διάρκειας περίπου 20'').
Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι όλα τα ανωτέρω συμπτώματα εμφανίζονται μόνο κατά τη διάρκεια της επιληπτικής κρίσης, ενώ κατά τα μεσοδιαστήματα ο ασθενής είναι απόλυτα φυσιολογικός. Η συχνότητα και το είδος των κρίσεων διαφέρει από ασθενή σε ασθενή.
Διαγνώσεις
Η διάγνωση της επιληπτικής κρίσης τίθεται με βάση τις κλινικές πληροφορίες από ειδικό ιατρό (Νευρολόγο). Για να τεθεί η διάγνωση της 'επιληψίας' θα πρέπει οι επιλιπτικές κρίσεις να είναι επαναλαμβανόμενες (κατά πολλούς να έχουν συχνότητα τουλάχιστον δύο κρίσεων μέσα σε ένα έτος) δεδομένου ότι σε πολλά υγιή άτομα μπορεί να συμβεί μία επιληπτική κρίση κατά τη διάρκεια της ζωής τους χωρίς ιδιαίτερη παθολογική σημασία.
Ο εργαστηριακός έλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει την διερεύνηση την αιτιών τις επιληψίας και για τον λόγο αυτό περιλαμβάνει αξονική ή μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου και πλήρη βιοχημικό και αιματολογικό έλεγχο.
Ιδιαίτερα χρήσιμο για την ακριβή διάγνωση είναι το ΗΕΓ, το οποίο καταγράφει την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου αποκαλύπτοντας πιθανές διαταραχές.
Διαφορική διάγνωση
Η διαφορική διάγνωση των γενικευμένων κρίσεων περιλαμβάνει κυρίως τις αιμοδυναμικού τύπου διαταραχές, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν λιποθυμικό ή συγκοπτικό επεισόδιο. Επίσης, θα πρέπει να ληφθούν υπ' όψιν οι διαταραχές του ύπνου (π.χ.
υπνικές μυοκλονίες) ή του ρυθμού ύπνου - εγρήγορσης (π.χ. καταπληξία) αλλά και οι υστερικές κρίσεις.
Επιπλοκές
Οι ασθενείς που πάσχουν από επιληπτικές κρίσεις μη ελεγχόμενες ικανοποιητικά από την φαρμακευτική αγωγή, μπορούν στο μέλλον να παρουσιάσουν συμπτωματολογία κυρίως από την ψυχική σφαίρα όπως: αλλαγή (διαταραχές) της συμπεριφοράς, ευερεθιστικότητα, αδυναμία συγκέντρωσης - κρίσης, ψυχωσικού τύπου διαταραχές.
Επίσης, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί η πιθανότητα τραυματισμού, κυρίως κατά την πτώση του ασθενούς στην έναρξη μιας κρίσης gran-mal.
Θεραπεία - Πρόληψη
Η θεραπευτική αγωγή βασίζεται στην απομάκρυνση των επιληπτογόνων αιτίων. Αν αυτό δεν είναι δυνατόν, τότε χρησιμοποιούνται φάρμακα, τα οποία μειώνουν την διεγερσιμότητα των νευρώνων βάσει των μηχανισμών που περιγράφηκαν στο κεφάλαιο της παθογένειας της νόσου.
Οι ασθενείς με επιληψία θα πρέπει να λαμβάνουν χωρίς διακοπή τα φάρμακά τους και να παρακολουθούνται από ιατρό Νευρολόγο. Θα πρέπει να αποφεύγουν την σωματική καταπόνηση, το αλκοόλ και γενικότερα τις καταχρήσεις. Δεδομένου ότι οι επιληπτικές κρίσεις είναι στην πλειοψηφία τους απρόβλεπτες και μπορούν να συμβούν ακόμη και κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής αγωγής, συνιστάται ιδιαίτερη προσοχή κατά την οδήγηση, κατά τον χειρισμό μηχανημάτων και σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση που μια απώλεια συνείδησης μπορεί να αποβεί μοιραία για τον ασθενή ή για τους γύρω του.
Σε κάποιες ‘δύσκολες’ περιπτώσεις συνιστάται νευροχειρουργική αντιμετώπιση ή τοποθέτηση ειδικού βηματοδότη ( Vagal Nerve Stimulator – VNS).
Περισσότερες πληροφορίες
Για την ορθότερη αντιμετώπιση του προβλήματος που σας απασχολεί θα είναι σκόπιμο να απευθυνθείτε σε ιατρό Νευρολόγο δεδομένου ότι ο κάθε ασθενής αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση σε σύγκριση με τους άλλους με την ίδια πάθηση (π.χ. διαφορετική βαρύτητα και κλινική πορεία).
Πηγές:
Γ. Καπαρός. Ειδική Νευροφυσιολογία ΤΕΙ Αθηνών 1999
Παπαγεωργίου Ε. Νευρολογία 2η Έκδοση Αθήνα 1997
Internet
www.aesnet.org
www.swcp.com
www.epilepsy.org.uk
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}