Σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Υγείας, οι οποίες γίνονται με κάθε ευκαιρία όλο το 2022 και ξεκίνησαν το 2021, το υπουργείο έχει λάβει κατά τον ίδιο τουλάχιστον τρία μέτρα τα οποία θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχουν και πολιτικό κόστος και αυτά είναι:

  1. Η συνταγογράφηση των ανασφάλιστων αποκλειστικά από δημόσιες δομές υγείας.
  2. Η κατάργηση της εξίσωσης ασφαλιστικής τιμής και λιανικής τιμής σε όλα τα αποζημιούμενα γενόσημα. 
  3. Το όφελος που προκύπτει με την πληρωμή της μισής συμμετοχής στα σκευάσματα που περνούν από Επιτροπή Διαπραγμάτευσης.

Στο διά ταύτα:

  • Αξιολογώντας η αγορά τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε ότι το πρώτο μέτρο ίσχυσε με επτά μήνες καθυστέρηση και μετά από σειρά αναβολών (εφαρμογή από 1/7/2022 ).
  • Οσον αφορά στο δεύτερο μέτρο ανεστάλη η ισχύς του για λόγους δημοσίου συμφέροντος στο τέλος Σεπτεμβρίου και μετατέθηκε η εφαρμογή 1/7/2023 και
  • Το τρίτο μέτρο δημιούργησε προϊόντα δύο ταχυτήτων- αυτών των προϊόντων που μπήκαν στον θετικό κατάλογο πριν από τον Ιούλιο του 2021 όπου συνεχίζουν να πληρώνουν οι ασθενείς το 50% της συμμετοχής και αυτών που μπήκαν στο θετικό κατάλογο από εκεί και μετά, όπου δεν ισχύει η έκπτωση στην συμμετοχή. 

Το αποτέλεσμα

Η αλλοπρόσαλλη αυτή φαρμακευτική πολιτική έχει σαν αποτέλεσμα την εκτίναξη της φαρμακευτικής δαπάνης (υπολογίζεται από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας, ότι τα τρία παραπάνω μέτρα θα είχαν μια εξοικονόμηση άνω των 300 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση) και αντί αυτού βλέπουμε την εφαρμογή οριζόντιων μέτρων με την επιβολή αναδρομικά rebate 5% και 3% ανεξέλεγκτα σχεδόν στο σύνολο των φαρμάκων με αποτέλεσμα οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν προβλήματα βιωσιμότητας πολλών σκευασμάτων τα οποία - όπως έχουμε αναφέρει - κινδυνεύουν με απόσυρση. 

Στο πλαίσιο αυτό κινείται και η τελευταία ανακοίνωση του ΣΦΕΕ.

"Με αναδρομική ισχύ από την 1/1/2022, τον Μάιο φέτος έγινε εισαγωγή πρόσθετης υποχρεωτικής έκπτωσης 5% στα μοναδικά φάρμακα και προχθές, την 1η Νοεμβρίου (2 μήνες πριν την ολοκλήρωση του έτους), η Κυβέρνηση εισάγει μια ακόμη έκπτωση της τάξης του 3% με την ίδια αναδρομικότητα, στις θεραπευτικές κατηγορίες που διακινούνται κυρίως στα ιδιωτικά φαρμακεία και σημειώνουν υψηλές πωλήσεις σε ετήσια βάση. Το αξίωμα ότι εφόσον αυξάνεται η κατανάλωση σε μια θεραπευτική κατηγορία – ανεξάρτητα από το ποιοι είναι οι λόγοι που δημιουργούν αυτή την αύξηση - τότε θα τιμωρηθούν οικονομικά αυτοί που προσφέρουν την θεραπεία, ομολογούμε ότι είναι ιδιαίτερα ευρηματικό, αλλά δεν σχετίζεται με βασικές αρχές πολιτικής υγείας.

Με απλά λόγια, οι εταιρείες που έχουν για παράδειγμα φάρμακα για την υπέρταση φταίνε που είναι πολλοί αυτοί που έχουν αρτηριακή υπέρταση σύμφωνα με τις διαγνώσεις των ιατρών δημόσιων δομών, οι εταιρείες που έχουν φάρμακα για το διαβήτη φταίνε που είναι πολλοί αυτοί που έχουν σακχαρώδη διαβήτη σύμφωνα με τις διαγνώσεις των ιατρών δημόσιων δομών, οι εταιρείες που έχουν φάρμακα για την δυσλιπιδαιμία φταίνε που είναι πολλοί αυτοί που έχουν υπερλιπιδαιμία κ.ο.κ.

Επιπλέον, με ακόμα πιο απλά λόγια η επιβολή αυτών των εκπτώσεων σημαίνει ότι μειώνεται η υπέρβαση(clawback) κατά 5% και 3% αλλά αυξάνονται οι υποχρεωτικές εκπτώσεις(rebates) με τα αντίστοιχα ποσοστά. Δηλαδή «μεταμφιέζεται» το clawback. Ο υπέρτατος στόχος είναι να μειωθεί το απόλυτο νούμερο του clawback σε σχέση με το επιπεδο του 2020, ώστε να επιτευχθεί ένας σχετικός στόχος του πλάνου ανασυγκρότησης (RRF). Το πως θα γίνει και ποιον αντίκτυπο θα έχει στην βιωσιμότητα των επιχειρήσεων είναι αδιάφορο στην Πολιτεία.

Το ερώτημα πώς θα σχεδιάσει μια εταιρεία την ετήσια ή μακροχρόνια βιωσιμότητα της, τις επενδύσεις της, την πρόσληψη νέων εργαζομένων, την έρευνα και τον καινοτόμο εκσυχρονισμό της, όταν στο τέλος του έτους και με αναδρομική ισχύ επιβάλλονται αναγκαστικά εισπρακτικά μέσα ή όταν δεν υπάρχουν δικλείδες σταθεροποίησης έστω αυτής της νοσηρής κατάστασης, απάντηση δεν έχει.

Και δεν έχει απάντηση, γιατί η αναδρομική ισχύς ξαφνικών μέτρων καταλύουν κάθε έννοια προβλεψιμότητας, τον θεμέλιο λίθο του υγιούς επιχειρείν και επιπλέον προσθέτουν πολυπλοκότητα που οδηγεί στην αδιαφάνεια. Ως επιστέγασμα αυτού, η τελευταία Υπουργική Απόφαση δεν ξεκαθαρίζει καν, αν για το 2023 αυτές οι πρόσθετες υποχρεωτικές εκπτώσεις θα ισχύουν και αθροιστικά ή όχι, μια λεπτομέρεια ίσως που δυστυχώς μπορεί να αποτελεί και δήλωση προθέσεων για την αντιμετώπιση του μεγέθους της υπέρβασης (clawback) για το 2023.

Στην ουσία πρόκειται για άλλη μια αύξηση στην υπερφορολόγηση των φαρμακευτικών εταιρειών, που ανέρχεται πάνω από το 70% των πωλήσεων τους, που όχι μόνο δεν έχει κανένα οικονομικό όφελος για τον ασθενή, αλλά θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στις επενδύσεις και τις θέσεις εργασίας των εταιρειών ενώ θέτει σε κίνδυνο την προσβασιμότητα των ασθενών στις θεραπείες που έχουν ανάγκη, παρούσες αλλά κυριότερα μελλοντικές.

Δυστυχώς είμαστε, για μια ακόμη φορά, θεατές μέτρων που εισάγονται εκ των υστέρων για να αντιμετωπίσουν τετελεσμένα γεγονότα, ενώ μάταια ψάχνουμε να δούμε να εφαρμόζονται μέτρα που θα προλαμβάνουν γεγονότα.

Αν η Κυβέρνηση αντιλαμβάνεται το μέγεθος και τις αιτίες του προβλήματος θα πρέπει να σχεδιάσει λύσεις – εφόσον δεν είναι ικανοποιημένη από τις προτάσεις που διαχρονικά έχουμε καταθέσει - που αντιμετωπίζουν με όρους κανονικότητας και βιωσιμότητας:

  • Την ανεπαρκή χρηματοδότηση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης.
  • Τον πραγματικό έλεγχο του μεγέθους και του μίγματος της ζήτησης, ώστε οι στόχοι του πλάνου ανασυγκρότησης να επιτευχθούν επί της ουσίας και όχι με λογιστικές αλχημείες όπως αυτές που έχει υιοθετήσει το υπουργείο Υγείας".

Ειδήσεις υγείας σήμερα
H επόμενη μέρα των βιοδεικτών - Παραδείγματα εξοικονόμησης κόστους
Πώς φροντίζω κάθε τύπο  δέρματος
Καρδιακή προσβολή: Οι β-αναστολείς συνδέονται με κατάθλιψη στη μετεγχειρητική φροντίδα